Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου
Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου
Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου
Ebook687 pages7 hours

Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες» αποτελεί τον μοναδικό βιωματικό ταξιδιωτικό οδηγό που σας μεταφέρει σε 80 χώρες και περισσότερες από 500 πόλεις στις 5 ηπείρους!
Απευθύνεται σε όσους ταξιδεύουν επαγγελματικά ή για ψυχαγωγία, σε εκείνους που ονειρεύονται ταξίδια και σε όλους αυτούς που θέλουν να γνωρίσουν τον κόσμο, μιας και αναφέρονται όλα αυτά που χαρακτηρίζουν τον κάθε τόπο και λαό.
Διαβάζεται αποσπασματικά, ανά ήπειρο και ανά χώρα, αλλά και ξεκούραστα καθώς είναι γραμμένο σε απλή γλώσσα και σε πρώτο πρόσωπο. Μέσα σε μόλις 3-6 σελίδες γνωρίζετε την ιστορία, τη γεωγραφία, την οικονομική κατάσταση, τον τρόπο ζωής, την τοπική κουζίνα, τις αγορές, τα αξιοθέατα της κάθε χώρας μα πάνω από όλα έχετε την αίσθηση ότι ταξιδεύετε νοερά!
Στο τέλος του βιβλίου περιλαμβάνεται ένα ψυχολογικό τεστ που σας βοηθάει να ανακαλύψετε ποιοι προορισμοί σας ταιριάζουν αλλά και ένας χρήσιμος πίνακας με την κατάλληλη εποχή ανά προορισμό!

LanguageΕλληνικά
Release dateApr 7, 2012
ISBN9781476299945
Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου
Author

Evi Dimitriadou

Evi Dimitriadou was born in Athens on April 5, 1970. She practiced for many years various sports like volleyball, snow ski and water ski, scuba diving and martial arts. At the same time she studied English, Spanish, Italian and German. She graduated from Pierce College and Deree College with a Bachelor in Marketing Management. She worked as advertising and sales promotion manager for a multinational company for two years. After her resignation she started traveling around the world as a tour leader, visiting repeatedly the 5 continents. In 2003 she joined humanitarian missions of a Greek Non Government Organization at the Iraqi borders and in Kabul of Afghanistan. Being a successful tour leader for more than 15 years in more than 80 countries, sje shared her journeys with the unique travel book “Around the world in 80 countries”, that was published with great success in 2010 in Greece. In 2012 she published the non-fiction book “Humanitarian mission accomplished”. Besides traveling, she loves reading, gardening, yoga, life and freedom! She spends most of her time in Athens with her beloved dog, while she wishes to live on an island between the blue sky and the deep blue of the Aegean Sea.

Related to Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου

Related ebooks

Reviews for Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Ο Γύρος του Κόσμου σε 80 Χώρες με την Εύη Δημητριάδου - Evi Dimitriadou

    «Μου φαίνεται ότι θα ένιωθα πάντα καλά εκεί που δεν βρίσκομαι», είχε πει ο Μποντλέρ. Αυτό το ανικανοποίητο με κατέτρεχε από παιδί. «Το να ονειρεύεσαι ταξίδια είναι ένδειξη των ευγενών αναζητήσεων της ψυχής», είχε πει ο ίδιος, μα εγώ το μόνο που ονειρευόμουν ήταν η πραγμάτωση της φυγής μέσα από τα ταξίδια.

    Ξεκίνησα να ταξιδεύω από χώρα σε χώρα σε πολύ νεαρή ηλικία, από μια βαθιά ανάγκη συνεχούς μετακίνησης. Την ανάγκη αυτή εμπότισε στην τσιγγάνικη ψυχή μου η μητέρα μου – μια αυθεντική ταξιδιώτισσα. Μετά την αίτηση που υπέβαλα στο μεγαλύτερο τουριστικό οργανισμό, με προσέλαβαν ως συνοδό ελληνικών γκρουπ στο εξωτερικό. Ο μοναδικός όρος που άτυπα έθεσα ήταν να μην επισκέπτομαι τον ίδιο προορισμό, μέχρι να τους δω όλους ή σχεδόν όλους. Έτσι, η τάση φυγής απέκτησε νόημα και χορηγό.

    Το μεγαλύτερο διάστημα του έτους ζούσα σε ξενοδοχεία και οι μετακινήσεις μου γίνονταν πιο συχνά με αεροπλάνο παρά με αστικό λεωφορείο. Στα μικρά χρονικά διαστήματα παραμονής μου στην Ελλάδα συγκέντρωνα –από ταξιδιωτικούς οδηγούς, από βιβλία ταξιδιωτικής λογοτεχνίας και από το διαδίκτυο– όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσα για τον επόμενο προορισμό που θα επισκεπτόμουν.

    Τα ταξίδια αποτέλεσαν τον ιδανικότερο τρόπο να βιώσω το διαφορετικό και το μακρινό, ξένη ανάμεσα σε ξένους που ψάχνουν τη γαλήνη σε πλάνα πιο μεγάλα και φρέσκα, πρόσφορα να γεμίσουν με νέα κι έντονα χρώματα. Η κάθε φυγή γινόταν μαία σκέψεων και αποκαλύψεων, σαν κάθε νέος τόπος να ευνοούσε και μια καινούργια, πιο βαθιά σκέψη, καθώς όντας μια διέξοδος από την καθημερινότητα, μου προσέφερε τη δυνατότητα να δω ένα θέμα από μια νέα προοπτική ή και να βρω μια απάντηση που αναζητούσα.

    Γυρνώντας τον πλανήτη, είδα την απόλυτη ομορφιά που μόνο στη φύση συναντάς, ζώα, πουλιά και φυτά που ούτε φανταζόμουν ότι υπάρχουν, τις μυρωδιές, τα χρώματα και τον πλούτο της κάθε γης. Δροσίστηκα σ’ όλους τους ωκεανούς. Αφέθηκα στην απεραντοσύνη της ερήμου. Χάθηκα στις πυκνές ζούγκλες. Αφουγκράστηκα τους άγνωστους ήχους της φύσης. Αντίκρισα όλα τα χρώματα και τα μάτια των φυλών. Θαύμασα τα σπουδαία αρχιτεκτονήματα και τα έργα τέχνης στα μουσεία. Ζήλεψα τις οργανωμένες πόλεις. Δοκίμασα νέες γεύσεις. Χάθηκα στις λαϊκές αγορές. Μέθυσα από τις μυρωδιές των μπαχαρικών και της νοτισμένης γης. Δάκρυσα σε γαλήνια ηλιοβασιλέματα και έζησα άλλες εποχές σε χώρες όπου ο χρόνος κυλάει αργά και ανθρώπινα.

    Είδα επίσης τα 3/4 των ανθρώπων στον κόσμο να στερούνται αυτονόητα δικαιώματα, όπως στέγη, υγεία, παιδεία, ασφάλεια, ελευθερία έκφρασης και πρόσβαση σε τροφή και καθαρό νερό. Συγχρόνως, διαπίστωσα πως πολλές χώρες έχουν αποκοπεί από τον πολιτισμό τους και έχουν δανειστεί, ως μέρος της παγκοσμιοποίησης, κάτι ξένο και ρηχό, ενώ θα αρκούσε να επανασυνδεθούν με το σύστημα των παλαιών αξιών για να ανεβάσουν τις συνθήκες της διαβίωσης και το πολιτιστικό επίπεδο του λαού τους.

    Στο γύρο του κόσμου σε 80 χώρες, κάτω από διαφορετικές και πολλές φορές αντίξοες συνθήκες, γνώρισα πολλούς διαφορετικούς τρόπους σκέψης και ζωής, τις θρησκείες και τις φιλοσοφίες, τα ήθη και τα έθιμα, τη χλιδή αλλά και την εξαθλίωση δίπλα δίπλα, τη δικτατορία, τον πόλεμο, σπάνιες αρρώστιες, τα λόμπι και τα χόμπι,

    Έτσι ξερίζωσα κάθε ίχνος φοβίας απέναντι στο ξένο και στο άγνωστο, αναγνωρίζοντας τις ίδιες βασικές ανάγκες που έχουμε όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας, φύλου, παιδείας, εθνικότητας, υγείας, προτιμήσεων. Η επαναλαμβανόμενη αυτή φυγή μου από τον αστικό ελληνικό μικρόκοσμο προκάλεσε τη ρωγμή στο κλουβί της άγνοιας, γεννώντας μέσα μου σεβασμό για το περιβάλλον και το διαφορετικό. Με την μελέτη βιβλίων και τη διαρκή περιπλάνηση στον πλανήτη ήρθαν καταλυτικές αλλαγές που δεν θα είχαν έρθει αν είχα παραμείνει στα γνώριμα, αυτοπεριοριστικά όρια.

    Ήμουν τελικά τυχερή, πολύ τυχερή, που είδα περισσότερα από όσα ποτέ ευχήθηκα. Μα κάποια στιγμή ένιωσα ότι ήταν εγωιστικό να κρατήσω για μένα τόσες εικόνες και αισθήσεις, κι έτσι αποφάσισα να τις καταγράψω και να σας τις παραδώσω για να σας ταξιδέψω. Ας μοιραστούμε λοιπόν αυτό το απόσταγμα από τα εκατοντάδες μαγικά σεργιάνια σε 80 χώρες, τουλάχιστον 500 πόλεις και χιλιάδες αξιοθέατα.

    ------////////////////////------

    ΒΟΡΕΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗ (ΝΟRTH AMERICA)

    Να πάρω μεγάλες βαλίτσες για αγορές μέχρι τελικής πτώσεως…

    ΚΑΝΑΔΑΣ (CANADA)

    Καλύπτει, ως δεύτερη σε μέγεθος χώρα στον κόσμο μετά τη Ρωσία, την τεράστια έκταση των 10 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Έχοντας άγρια βουνά στο βορρά, απέραντα δάση, λίμνες, ποτάμια και καλλιεργήσιμες εκτάσεις στο κέντρο, συγκεντρώνει το μεγαλύτερο μέρος των μόλις 33 εκατομμυρίων κατοίκων ακόμη νοτιότερα, σε καλοοργανωμένες και καλαίσθητες πόλεις, χτισμένες πάνω σε ακτές και ποταμούς.

    Στην πιο αραιοκατοικημένη περιοχή της χώρας, που εκτείνεται από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ειρηνικό και αγκαλιάζεται από τον Αρκτικό Ωκεανό, ζούσαν οι αυτόχθονες Ινουίτ, οι γνωστοί Εσκιμώοι, και νοτιότερα οι Ινδιάνοι των ονομαζόμενων «πρώτων εθνών». Οι Ινδιάνοι εκδιώχθηκαν από τη γη τους και, δυστυχώς, όπως και στην Αυστραλία, μια ολόκληρη γενιά παιδιών αποχωρίστηκαν τους γονείς τους για να μεγαλώσουν σε αγγλοσαξονικά εκκλησιαστικά ιδρύματα. Σήμερα, οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες ζουν σε καταυλισμούς, με συχνά και σοβαρά προβλήματα αλκοολισμού, ναρκωτικών και ανεργίας, καθώς δεν μπόρεσαν να ενσωματωθούν στην κοινωνία.

    Στα ινδιάνικα, «Καναδάς» σημαίνει «τόπος συγκέντρωσης». Τον 15ο αιώνα, συναντήθηκαν εδώ οι Άγγλοι και οι Γάλλοι. Το 1763 οι Γάλλοι αποσύρθηκαν, αφήνοντας κληρονομιά μέχρι σήμερα το περήφανο γαλλόφωνο Κεμπέκ. Το 1812 δόθηκαν εδώ σκληρές μάχες μεταξύ Αμερικανών και Άγγλων για την ανεξαρτησία των πρώτων. Πολλοί Άγγλοι που δεν ήθελαν να κόψουν τους δεσμούς τους με τη μητέρα πατρίδα ήρθαν στον Καναδά, ο οποίος μέχρι σήμερα ανήκει στη βρετανική κοινοπολιτεία.

    Η χώρα είναι μία από τις πιο πλούσιες στον κόσμο και ο λαός της έχει μεγάλη αγοραστική δύναμη λόγω της ξυλείας, της αλιείας, της τεράστιας παραγωγής σιτηρών, του άφθονου πετρελαίου, του φυσικού αερίου, των διαμαντιών, του χρυσού, του ουράνιου, της βαριάς βιομηχανίας και του τουρισμού.

    Οι Καναδοί μου φάνηκαν ωραίοι άνθρωποι και, όπως περήφανα λένε, «Δεν είμαστε Αμερικανοί, δεν συμφωνούμε με τα περισσότερα από αυτά που κάνουν, και γι’ αυτό -παρά τις πιέσεις- διαχωρίζουμε την εξωτερική μας πολιτική». Δεν είναι ρατσιστές, είναι κοινωνικά και περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένοι, ευγενείς, φιλικοί, με παιδεία. Δέχονται τους ξένους που θέλουν να ζήσουν στη χώρα τους και απορροφούν πολλούς πολιτικούς και οικονομικούς πρόσφυγες μέσα από συγκεκριμένες νομικές διαδικασίες. Έχουν δημιουργήσει, όπως οι Αυστραλοί και οι Σκανδιναβοί, ένα από τα λίγα κράτη δικαίου, πρόνοιας και τάξης, όπου όλοι απολαμβάνουν ισότιμα τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αληθινή δημοκρατία.

    Λατρεύουν τα σπορ, όπως το σκι, το χόκεϊ στον πάγο, το ποδόσφαιρο, τις εκδρομές στη φύση και το καλό φαγητό.

    Αυτό που καθορίζει τη ζωή τους είναι ο καιρός, καθώς έχουν βαρύ κρύο και σκοτάδι για 14-19 ώρες κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Γι’ αυτό έχουν δημιουργήσει άψογες εγκαταστάσεις και ζουν καλά κάτω από αυτές τις συνθήκες, περιμένοντας με λαχτάρα το καλοκαίρι για να χαρούν τον ήλιο, τη φύση και τις μεγάλες μέρες.

    Ένα γλυκό καλοκαιρινό πρωινό, με απευθείας πτήση της Ολυμπιακής, προσγειώνομαι στο πανέμορφο Μόντρεαλ (Montreal). Φορώντας ανοιξιάτικα ρούχα λόγω χαμηλότερων θερμοκρασιών, ξεχύνομαι στην ασφαλέστατη και σχετικά μαζεμένη πόλη, που μου θυμίζει το Παρίσι.

    Από το λόφο Ρουαγιάλ (Mount Royal) θαυμάζω το τεράστιο δάσος (Parc du Mont Royal) του ομώνυμου λόφου, το στάδιο των Ολυμπιακών αγώνων του 1976 (Stade Olympique) και το γαλάζιο ποταμό Σαν Λόρενς (St. Lawrence), που αγκαλιάζουν ευλαβικά την ανθρώπινη αυτή πόλη με την απίστευτη υποδομή και τους αργούς ρυθμούς. Στο κέντρο της πόλης, γύρω από τις πλατείες (Place des Armes, Place des Arts, Place Jacques-Cartier, Place Royale), παλιά ανακαινισμένα τούβλινα τριώροφα κτίρια που φιλοξενούν μοντέρνες καφετέριες και εστιατόρια εναλλάσσονται με επιβλητικά ιστορικά μέγαρα, τα οποία φιλοξενούν δημόσιες υπηρεσίες (Hotel de Ville, Chateau de Ramezay), φημισμένα πανεπιστήμια (Mc Gill University), οργανωμένες βιβλιοθήκες, μουσεία (Musée des Beaux Arts, Musée d’ Art Contemporain) και λιγοστές εκκλησίες (Basilique Notre Dame). Περπατώντας μέχρι το γραφικό λιμάνι (Promenade de Vieux Port), κάνω ευχάριστες στάσεις σε τουριστικά μαγαζάκια και καφετέριες που λειτουργούν στις ανακαινισμένες τούβλινες αποθήκες. Στην υπόγεια πόλη (Underground City), με τα καταστήματα, τους σταθμούς του μετρό και τα κέντρα διασκέδασης, παίρνω μια γεύση από τον τρόπο ζωής των Καναδών κατά τη διάρκεια του μεγάλου, σκοτεινού και κρύου χειμώνα.

    Τα βράδια απολαμβάνω τη γαστρονομική τελειότητα στα πάντα γεμάτα, υπέροχα εστιατόρια των Ελλήνων, των Ιταλών, των Γάλλων και των Καναδών, όπως το Toque και το Newton στην κοσμική γειτονιά Plateau, στη γειτονιά Quartier Latin με τον έντονο γαλλικό χαρακτήρα και στην κομψή Mile End, πριν καταλήξω για ξεκούραση στο μπουτίκ ξενοδοχείο του 18ου αιώνα Auberge Les Passants du Sans Soucy. Μακάρι να ερχόμουν και στο διάσημο Διεθνές Φεστιβάλ Τζαζ που συγκεντρώνει τους σπουδαιότερους μουσικούς για δέκα μέρες, από το τέλος του Ιουνίου μέχρι τις αρχές του Ιουλίου, ή στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Κινηματογράφου που διεξάγεται στο τέλος Αυγούστου.

    Την επόμενη μέρα, διασχίζοντας για 3 περίπου ώρες μια ατελείωτη βελουδένια καταπράσινη πεδιάδα και ένα πυκνό δάσος από ψηλά πεύκα και κέδρους κάτω από έναν καταγάλανο καθαρό ουρανό, φτάνω στην πρωτεύουσα Οτάβα (Ottawa). Η πόλη, χτισμένη στις όχθες του ομώνυμου ποταμού με το διάσημο για τις παγοδρομίες κανάλι (Rideau Canal) κατά τη διάρκεια του χειμώνα, έχει αχανή περιποιημένα πάρκα όπως το Catineau Park και πολύ όμορφα κτίσματα. Η απλωσιά της, τα θαυμάσια αγγλικού στιλ πέτρινα μέγαρα -όπως το Κοινοβούλιο (Parliament), τα υπουργεία, τα σπουδαία μουσεία (Canadian Museum of Civilisation)- οι αγορές (ByWard Market), αλλά και η καθαριότητα που επικρατεί παντού, μου δημιουργούν την εντύπωση μιας αραιοκατοικημένης καινούργιας πόλης με αρχοντικά κτίρια του 20ού αιώνα. Κι εδώ τα εστιατόρια προσφέρουν (σε τιμές Ελλάδας) υψηλότατη ποιότητα με βάση το κρέας, το σολομό και τις πατάτες που έχουν σε αφθονία, ενώ ξενοδοχεία σαν το Château Laurier προσφέρουν απίστευτη χλιδή σε σκηνικό κάστρου.

    Η μεγαλύτερη έκπληξη έρχεται από το γαλλόφωνο Κεμπέκ (Quebec), που το επισκέπτομαι σε ολοήμερη εκδρομή πάλι από το Μόντρεαλ. Η παλιά, περίκλειστη από τείχη γραφική πόλη μου θυμίζει αυτές που βρίσκονται στον ποταμό Λίγηρα της Γαλλίας.

    Τα πέτρινα χαμηλά σπιτάκια με τις επικλινείς κεραμιδένιες στέγες και τα παράθυρα στις σοφίτες, τα πλακόστρωτα σοκάκια, τα πέτρινα τείχη, το κάστρο του λόφου (La Citadelle), οι εκκλησίες με τις μυτερές σκεπές (Basilique Notre Dame), οι πλατείες (Place Royale και Parc des Champs de Bataille), τα μουσεία (Musée National des Beaux Arts du Quebec και Musée de la Civilisation), τα μικρά καφέ με τα γαλλικά κρουασάν, οι μπουτίκ με τους ευγενικούς πωλητές, τα επιβλητικά γαλλικού στιλ αρχοντικά και ξενοδοχεία σαν το Chateau Frontenac στην άνω (Haute Ville) και στην κάτω παλιά πόλη (Basse Ville), με μεταφέρουν στην Ευρώπη του 19ου αιώνα.

    Με την εικόνα του παραμυθένιου Κεμπέκ, ταξιδεύω νοτιότερα στην επαρχία Οντάριο (Ontario) για να επισκεφθώ τη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, το Τορόντο (Toronto). Διασχίζοντας την τεράστια λίμνη Οντάριο, θα μπορούσα να φτάσω σε λίγες ώρες στη Νέα Υόρκη. Το Τορόντο, ίσως λόγω εγγύτητας με την Αμερική, μου θυμίζει αμερικάνικη μεγαλούπολη, με τους ουρανοξύστες, τα εστιατόρια με διεθνή κουζίνα, όπως το Trules (στην κομψή γειτονιά Yorkville), τα αριστοκρατικά ξενοδοχεία όπως το Four Seasons Toronto και τη γραφική κινέζικη γειτονιά (Chinatown). Ο χαρακτηριστικός πύργος της τηλεόρασης (CN Tower), ένα από τα ψηλότερα κτίρια του κόσμου με το μεγαλύτερο περιστρεφόμενο εστιατόριο, το κάστρο πάνω στο λόφο (Casa Loma), ο ζωολογικός κήπος (Toronto Zoo), μια από τις ωραιότερες γκαλερί στη Βόρεια Αμερική (Art Gallery of Ontario), η πολύβουη εμπορική οδός Yonge street, το Harbourfront center με τις παλιές ανακαινισμένες αποθήκες στο λιμάνι, τα τριώροφα τούβλινα κτίρια, τα κόκκινα ταξί και λεωφορεία με το φύλλο σφενδάμου (σαν τη σημαία τους) μου τονίζουν ότι βρίσκομαι ακόμη στον Καναδά. Η πιο ζωντανή αλλά και λιγότερο όμορφη πόλη της χώρας αποτελεί τη βάση για την επίσκεψη στους Καταρράκτες του Νιαγάρα (Niagara Falls).

    Οι καταρράκτες δημιουργούνται από τα νερά της λίμνης Έρι (Eri), που χύνονται 100 μέτρα χαμηλότερα στη λίμνη Οντάριο (Ontario), πάνω στην οποία βρίσκεται η ομώνυμη πόλη. Έχοντας το μεγαλύτερο όγκο νερού, είναι πολύ εντυπωσιακοί, αν και δεν είναι ωραιότεροι από τους καταπράσινους καταρράκτες του Ιγουασού στα σύνορα Βραζιλίας-Αργεντινής ή τους καταρράκτες της Βικτόρια στη Ζιμπάμπουε.

    Πλησιάζω με το σκάφος Maid of the Mist ως το σημείο που πέφτουν τα νερά των καταρρακτών. Για μια διαφορετική αλλά επίσης υγρή θέα, φορώντας κίτρινη νιτσεράδα (αδιάβροχο) και ειδικά πάνινα καλύμματα πάνω από τα παπούτσια, περπατώ στις ξύλινες εξέδρες κοντά στη μεγαλύτερη κουρτίνα νερού στον κόσμο, για να με πλημμυρίσει ο άγριος βρυχηθμός που καλύπτει τα πάντα. Το νερό πέφτει με τέτοια δύναμη που οι σταγόνες απλώνονται σαν σπρέι δεκάδες μέτρα μακριά.

    Επιστρέφω στην Ελλάδα στενοχωρημένη που δεν είχα το χρόνο να επισκεφθώ το δυτικό κομμάτι του Καναδά, που εκτείνεται μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού, με το Βανκούβερ (Vancouver) και τα Βραχώδη όρη (Rocky Mountains). Παίρνω τουλάχιστον μαζί μου την πολύ τρυφερή γεύση από μία από τις τρεις χώρες που θα ήθελα να ζω -αν άντεχα το κρύο που επικρατεί το χειμώνα- εκτιμώντας πολύ τους Καναδούς και το κράτος που έχουν δημιουργήσει, το αντίθετο της Ελλάδας. Εμείς έχουμε τουλάχιστον το τέλειο κλίμα...

    Καναδάς: Πανέµορφες και οργανωµένες πόλεις αγκαλιασµένες από απέραντα δάση

    ~~~~~

    ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ (UNITED STATES)

    Στην Αμερική των 10 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων και των 306 εκατομμυρίων λευκών, Λατίνων, μαύρων και Ασιατών, πήγα για πρώτη φορά στην ηλικία των 14 ετών. Από τότε πέρασα αρκετούς καλοκαιρινούς μήνες στις μεγαλύτερες πόλεις της ανατολικής και δυτικής ακτής, αποκτώντας εξοικείωση με τη γλώσσα και με τον τρόπο ζωής.

    Φτάνοντας στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης (New York), με σοκάρουν οι ταμπέλες που βρίσκονται παντού γύρω από τον έλεγχο των διαβατηρίων. Τις διαβάζω ξανά και ξανά: «Σε περίπτωση που κάποιος προσβάλλει ή θεωρηθεί πως προσβάλλει αστυνομικό, κινδυνεύει με πρόστιμο 100.000 δολαρίων». Μετά από αυτό το καλωσόρισμα, υπομένω παγωμένη στη φιδωτή σειρά τον έλεγχο βίζας, ματιού και δακτυλικών αποτυπωμάτων. Αποφασισμένη να περάσω καλά στην πόλη που δεν κοιμάται, απομονώνω το «καλωσόρισμα» που μου θυμίζει την αντιπάθεια του κορυφαίου Αμερικανού ποιητή Έντγκαρ Άλαν Πόε για την πόλη, στην οποία έγραψε το αριστουργηματικό Κοράκι.

    Πλησιάζοντας στη Νέα Υόρκη αποκαλύπτονται οι πανέμορφες σιδερένιες γέφυρες που περνούν πάνω από τον ποταμό Ιστ (East) και καταλήγουν σ’ ένα δάσος από ουρανοξύστες στριμωγμένους στη χερσόνησο του Μανχάταν (Manhattan). Μέσα στην κυκλοφοριακή κίνηση και στους ανθρώπους που τρέχουν μιλώντας στο κινητό τους, περπατώ από άκρη σε άκρη στο Μεγάλο Μήλο - έτσι αποκαλούν με υπερηφάνεια τη Νέα Υόρκη οι Αμερικανοί, καθώς όλοι θα ήθελαν μια γεύση από αυτό.

    Ξεκινώ από το νοτιότερο άκρο της πόλης, από το πάρκο Μπάτερι (Battery park), απ’ όπου ο ουρανός φαίνεται περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στη Νέα Υόρκη. Μετά από εξαντλητικούς ελέγχους χειραποσκευών, επιβιβάζομαι στο καραβάκι που θα με φέρει σε απόσταση αναπνοής από το άγαλμα της Ελευθερίας (Statue of Liberty) αλλά και στο νησί Έλις (Ellis Island). Σ’ αυτό το μικροσκοπικό νησί απέναντι από το Μανχάταν, επισκέπτομαι το κόκκινο παλιό τούβλινο κτίριο όπου πρωτόφταναν οι μετανάστες και το οποίο λειτουργεί πια ως Μουσείο της Μετανάστευσης (Ellis Island Immigration Museum). Η θέα από το σκάφος συγκλονίζει, καθώς οι όμορφοι ουρανοξύστες λάμπουν ανάμεσα στους δύο ποταμούς (Hudson και East) και στις γέφυρες (Brooklyn Bridge, Manhattan Bridge, Williamsburg Bridge).

    Επιστρέφοντας στη στεριά, περνάω από τη Γουόλ στριτ (Wall street), όπου βρίσκεται το χρηματιστήριο που καθορίζει σχεδόν όλα τα χρηματιστήρια στον κόσμο, καθώς και την τύχη του 60% των Αμερικανών, που παίζουν σε αυτό τις οικονομίες τους. Παρατηρώ τον ισοπεδωμένο πια χώρο των Δίδυμων Πύργων, το αποκαλούμενο σημείο μηδέν, και τα έργα που έχουν ξεκινήσει. Πιο κάτω, πάνω στο ποτάμι, συναντώ το επιβλητικότατο κτίριο των Ηνωμένων Εθνών με τις εκατοντάδες σημαίες των κρατών-μελών.

    Στην περιοχή Γκρίνουιτς Βίλατζ (Greenwich village), ξαφνιάζομαι από τα πολλά αρχοντικά διοικητικά κτίρια και το όμορφο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ενώ απολαμβάνω τις μποέμικες γειτονιές Σόχο (Soho) και Μικρή Ιταλία (Little Italy) με τις μπουτίκ, τα καφέ, τα τζαζ μπαρ και τις ρετρό χαμηλές πολυκατοικίες.

    Ανεβαίνω στο φημισμένο ουρανοξύστη Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ (Empire State Building) για την πανοραμική θέα της πολύβουης και όχι τόσο καθαρής πόλης, βγάζω την απαραίτητη φωτογραφία στο κτιριακό συγκρότημα γραφείων του Ροκφέλερ (Rockefeller Center) με τα χρυσά αγάλματα, το στολισμένο δέντρο και το παγοδρόμιο (τις μέρες των Χριστουγέννων), δοκιμάζω τα διάσημα στρείδια σε ένα από τα υπέροχα εστιατόρια του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού (Grand Central Terminal) με τα αγάλματα, τους ζωγραφισμένους θόλους και τους αψιδωτούς διαδρόμους, περνώ από την κεντρική πλατεία Τάιμς Σκουέρ (Times Square), όπου κυκλοφορούν εκατοντάδες άνθρωποι με παραγεμισμένες σακούλες από τα ψώνια, παρακολουθώ ποιοτικές υπερπαραγωγές στα θέατρα του Μπρόντγουεϊ (Broadway), δειπνώ σ’ ένα από τα πολλά καλά διεθνή εστιατόρια (Blue Ribbon, Chanterelle, Del Posto, Gramercy Tavern, WD-50, Molyvos) και ακούω τζαζ στο θρυλικό και παρηκμασμένο Cotton Club.

    Αφιερώνω την Κυριακή στο γεμάτο κόσμο πάρκο, το Σέντραλ Παρκ (Central Park), που βρίσκεται στην καρδιά της πόλης. Στην τεράστια, καταπράσινη όαση με τα εστιατόρια, το καρουζέλ, τις λίμνες, το χώρο συναυλιών, το γκαζόν για ηλιοθεραπεία και τα περιποιημένα μονοπάτια, βλέπω πολλούς να τρέχουν και να περνούν την ημέρα τους στη φύση και ξεχνάω ότι είμαι στη μητρόπολη της Νέας Υόρκης με τα 8 εκατομμύρια κατοίκους.

    Γύρω από το τεράστιο πάρκο, στην 5η λεωφόρο (5th Avenue), θαυμάζω τα ωραιότερα πολυκαταστήματα, τις πιο αρχοντικές πολυκατοικίες και τα σημαντικότερα μουσεία, όπως το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας (National History Museum), το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (Moma), το Μητροπολιτικό Μουσείο (Metropolitan Museum of Art) και το Μουσείο Γκούγκενχαϊμ (Guggenheim Museum) με το φουτουριστικό κτίριο.

    Ταξιδεύω στη μαύρη Αμερική ακούγοντας τις μελωδικές φωνές της χορωδίας σε μια από τις εκκλησίες Βαπτιστών του υποβαθμισμένου Χάρλεμ (Harlem) με τις ταλαιπωρημένες χαμηλές πολυκατοικίες και τους περισσότερους υπέρβαρους - αν και η Αμερική έχει πάρα πολλούς γενικότερα, λόγω των επεξεργασμένων και μεταλλαγμένων τροφών που καταναλώνουν. Παίρνω μια εικόνα από μεγαλοαστική διασκέδαση στο εντυπωσιακό μαρμάρινο κέντρο Λίνκολν (Lincoln Center) ακούγοντας τη διάσημη φιλαρμονική ορχήστρα της πόλης. Αγγίζω την ψυχή του απόδημου Ελληνισμού στη γειτονιά Αστόρια (Astoria). Χορεύω σάλσα στο κορυφαίο κλαμπ-εστιατόριο Hacia de Cuba πριν καταλήξω στο αγαπημένο μου κεντρικό ξενοδοχείο Plaza Athénée.

    Κλείνω την εβδομαδιαία επίσκεψη στη Νέα Υόρκη με μια σύντομη πτήση με ελικόπτερο γύρω από το Μανχάταν (Manhattan). (Πριν από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν επιτρεπόταν η πτήση πάνω από τους ουρανοξύστες, το θέαμα ήταν πιο εντυπωσιακό.) Ακολουθεί η απαραίτητη καταναλωτική εκτόνωση στο Woodburry Common Outlet in New Jersey, ένα από τα άουτλετ εμπορικά κέντρα εκτός πόλης με προϊόντα της προηγούμενης σεζόν σε πολύ χαμηλές τιμές.

    Συνεχίζω για την πιο φιλική και όμορφη πόλη της βόρειας ανατολικής ακτής, το Σικάγο (Chicago). Η πόλη είναι διάσημη για την αρχιτεκτονική της, για το πανεπιστήμιο της, για την μουσική μπλουζ, για τον πρόεδρο Ομπάμα και ανυπομονώ να την γνωρίσω!

    Προσγειώνομαι μετά από 1 ώρα στο τεράστιο αεροδρόμιο O Hare. Παρατηρώ πως οι περισσότεροι είναι ευγενείς πέρα από έγχρωμοι. Η πόλη θεωρείται προοδευτική και πολύ πολιτισμική, όπου ισότιμα έγχρωμοι, Έλληνες, Ιταλοί, Πολωνοί, Κινέζοι απολαμβάνουν ασφάλεια και υψηλό βιοτικό επίπεδο .

    Το κόσμημα της αρχιτεκτονικής στην Αμερική είναι χτισμένο στη νοτιοδυτική ακτή της τεράστιας σαν θάλασσα λίμνης Μίσιγκαν (Lake Michigan). Διασχίζω τους φαρδείς δρόμους που διατρέχουν σε ευθείες της πόλης για να φτάσω στο Chicago Hilton Hotel. Από εκεί κατευθύνομαι στην καρδιά της πόλης στο πιο όμορφο πάρκο Μιλένιουμ (Millennium Park). Φωτογραφίζομαι στο διάσημο φασόλι στο οποίο καθρεφτίζονται υπέροχα οι ουρανοξύστες του κέντρου και στα σιντριβάνια (Crown Fountain) όπου προβάλλονται χαμογελαστά πρόσωπα κατοίκων. Επισκέπτομαι το κορυφαίο Ινστιτούτο τέχνης του Σικάγο (Art Institute of Chicago) και κατευθυνόμενη βόρεια φτάνω στον ποταμό Σικάγο. Από εδώ ξεκινώ την κρουαζιέρα (Chicago Architecture Foundation River Cruise) που μου αποκαλύπτει τα σπουδαία αρχιτεκτονήματα της πόλης. Οι εικόνες κτιρίων με αρχαιοελληνικές κίονες στην πρόσοψη και γυάλινες και σιδερένιες μοντέρνες κατασκευές σβήνουν από την ακόμα πιο συγκλονιστική εικόνα που αποκτώ από το μπαρ του ουρανοξύστη (John Hancock Center). Από τον 95ο όροφο η θέα μου κόβει την ανάσα. Το γλυκό φως του ηλιοβασιλέματος λούζει ένα απέραντο δάσος από μοντέρνους ουρανοξύστες που στέκονται υπερήφανα δίπλα στο βαθύ γαλάζιο της λίμνης.

    Ενώ η ημέρα θα κλείσει εδώ, η νύχτα θα ξεκινήσει με το καλύτερο ιταλικό φαγητό στο εστιατόριο Piccolo Sogno και θα ολοκληρωθεί με μουσική Blues στο κέντρο Buddy Guy’s Legends.

    Tην επόμενη ημέρα περπατώντας στο ιστορικό κέντρο της πόλης (loop), νιώθω ακόμη πιο έντονα πως βρίσκομαι σε ένα υπαίθριο μουσείο αρχιτεκτονικής. Κάνω μια απαραίτητη στάση στο Giordanno’s για την γνωστή πλούσια σε γεύση και υλικά πίτσα του Σικάγο (Chicago deep dish pizza) που μοιάζει περισσότερο με σουφλέ.

    Αφού ευχαρίστησα τον ουρανίσκο μου, περνάω με περισσή υπερηφάνεια από την ακμάζουσα ελληνική γειτονιά (Greektown) και καταλήγω να θαυμάζω βιτρίνες στον ωραιότερο δρόμο Magnificent Mile, τμήμα της λεωφόρου Michigan. Κάνω ένα πολιτιστικό διάλειμμα στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (Museum of Contemporary Art) και καλύπτω την πείνα μου στο εξαιρετικό εστιατόριο Lawry’s, πριν απολαύσω μουσική τζαζ στο κέντρο Jazz Showcase.

    Την τρίτη ημέρα περνώ από την ενδιαφέρουσα κινέζικη γειτονιά πριν θαυμάσω το διάσημο μουσείο Φυσικής Ιστορίας (Field Museum of Natural History) και το μοναδικό πλανητάριο (Adler Planetarium & Astronomy Museum). Μετά από ένα ακόμη μαγευτικό ηλιοβασίλεμα στις όχθες της λίμνης Μίσιγκαν, παρακολουθώ μια άψογη παράσταση μιούζικαλ σε ένα από τα πολλά ιστορικά θέατρα του Σικάγο και γιορτάζω γαστρονομικά στο βραζιλιάνικο εστιατόριο Texas de brazil μα και μουσικά στο κέντρο Blues Incorporated.

    Την τελευταία ημέρα εκτονώνω την καταναλωτική μου μανία στο εκπτωτικό εμπορικό κέντρο Aurora, το οποίο βρίσκεται μία ώρα εκτός πόλης. Επιστρέφοντας, διασχίζω άλλη μια φορά την λεωφόρο Μίσιγκαν για να αποχαιρετήσω το αγαπημένο Σικάγο.

    Σε άλλο ταξίδι στην Αμερική, εντυπωσιάζομαι από την απλωσιά και τα μαρμάρινα κτίρια ελληνικού κλασικού ρυθμού στην καλοσχεδιασμένη, όμορφη και καταπράσινη πρωτεύουσα Ουάσινγκτον (Washington D.C.). Η πόλη δεν έχει την κίνηση της Νέας Υόρκης ούτε τους ουρανοξύστες και τους γρήγορους ρυθμούς της.

    Περπατώντας, βλέπω σε τρεις ημέρες τα σημαντικότερα μνημεία και μουσεία, που βρίσκονται πάνω σε μια καταπράσινη ευθυγραμμισμένη έκταση που ονομάζεται Μολ (Mall). Από τη μια μεριά δεσπόζει το ολόλευκο μνημείο του Λίνκολν (Lincoln Monument), με το μαρμάρινο μνημείο που μοιάζει με ελληνικό ναό και το τεράστιο άγαλμά του, που καθρεφτίζεται σε μια μακρόστενη τεράστια πισίνα. Θαυμάζω το μαύρο γρανιτένιο τοίχο σε σχήμα V με τα χιλιάδες ονόματα των νεκρών στρατιωτών των πολέμων του Βιετνάμ και της Κορέας (Vietnam Monument). Στη μέση αυτής της μεγάλης πράσινης μακρόστενης πλατείας υψώνεται μοναχικός ο πανύψηλος γκρίζος οβελίσκος προς τιμήν του Ουάσινγκτον (Washington Monument). Μέσα από τις κερασιές ξεχωρίζει διακριτικά το μνημείο του Τζέφερσον (Jefferson Monument) με το χάλκινο άγαλμά του, και το μνημείο του Ρούζβελτ (Roosevelt Monument) με τα τέσσερα μικρά τούβλινα κτίρια και τα αγάλματα του ιδίου, της γυναίκας του και του σκύλου του.

    Απέναντι από τα μνημεία των σημαντικότερων προέδρων στέκεται το Καπιτώλιο (Capitol Hill) -σαν λευκή τούρτα με τρούλο- και τo καλόγουστo κόκκινo κτίριο -σαν μικρό κάστρο αγγλικού στιλ- το Ινστιτούτο Σμιθσόνιαν (Smithsonian Institute). Μετά από το Μουσείο του Διαστήματος (Air & Space Museum), το Μουσείο Αφρικανικής Τέχνης (National Museum of African Art), το Μουσείο Ασιατικού Πολιτισμού (Museum of Asian Art) και την Εθνική Πινακοθήκη (National Gallery), μπαίνω στο κέντρο της πόλης διασχίζοντας -προς μεγάλη μου έκπληξη- δρόμους με άκρως ταλαιπωρημένα οδοστρώματα. Ο Άρειος Πάγος (Supreme Court) και το κτίριο των Εθνικών Αρχείων (National Archives) εντυπωσιάζουν με τον κλασικό ελληνικό ρυθμό, ενώ ο Λευκός Οίκος (White House) και το παλιό ταχυδρομείο (Old Post Office) με τον πύργο του ρολογιού, ξεχωρίζουν για το αγγλικό τους στιλ. Συνεχίζω περπατώντας προς το γραφικό λιμάνι της πόλης, απολαμβάνοντας την ησυχία που έχει η πρωτεύουσα και που λείπει από τη Νέα Υόρκη.

    Σ’ ένα από τα πολλά και γεμάτα κόσμο εστιατόρια, που έχουν τραπεζάκια έξω με θέα στον ποταμό Πότομακ (Potomac), δοκιμάζω την «αδούλευτη» και γρήγορη κουζίνα τους. Μετά από μια ζουμερή μοσχαρίσια μπριζόλα με τηγανητές ροδέλες κρεμμυδιού, συνεχίζω την πεζοπορία ανάμεσα σε παλιά αλλά καλοδιατηρημένα τριώροφα τούβλινα σπίτια, εστιατόρια και όμορφα μικρά εμπορικά κέντρα. Επιστρέφοντας στο κέντρο της πόλης, πίνω ένα ποτό στο μπαρ του πολυτελέστατου ξενοδοχείου Hay Adams, απέναντι από το Λευκό Οίκο, πριν καταλήξω σε κάτι πιο προσιτό για διανυκτέρευση.

    Μετά την Ουάσινγκτον της απλωσιάς, του πράσινου και της ελληνικής κλασικής ομορφιάς, επισκέπτομαι στην Ανατολική Ακτή τη Φιλαδέλφεια (Philadelphia). Ως πρωτεύουσα πριν από την Ουάσινγκτον, έχει ένα γραφικό ιστορικό κέντρο γύρω από τον Πύργο της Ανεξαρτησίας (Independence Hall), στον οποίο υπογράφτηκε η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας από τους Άγγλους στις 4 Ιουλίου 1776. Το κτίριο μοιάζει με μεγάλο καμπαναριό και περιτριγυρίζεται από πολλά κτίσματα (Liberty Bell, Congress Hall), με κόκκινα τούβλα σε εμφανές αγγλικό στιλ. Η πόλη, πέρα από τα ιστορικά μνημεία, έχει ένα διάσημο πανεπιστήμιο (Philadelphia University) και καταπληκτική κουζίνα στα εστιατόρια Le Bar Lyonnais, Le Bec Fin, Brasserie Perrier, Pat’s King of Steaks και Jim’s Steaks. Εδώ, πέρα από τις νοστιμότατες μπριζόλες, δοκιμάζω το καλύτερο τσίζκεϊκ της χώρας, για το οποίο φημίζεται η πόλη, και διαπιστώνω πως τα εστιατόρια στην Αμερική κοστίζουν λιγότερο από ό,τι στην Ελλάδα, ενώ τα καλά κεντρικά ξενοδοχεία περισσότερο.

    Κατευθυνόμενη νοτιότερα, φτάνω στην πάντα καλοκαιρινή -και γεμάτη συνταξιούχους Αμερικανούς- Φλόριντα (Florida), όπου διανυκτερεύω στη φημισμένο -και νεανικό- Μαϊάμι Μπιτς (Miami Beach). Με μικρό σκάφος από το λιμάνι φωτογραφίζω βίλες -διασήμων και όχι μόνο- κρυμμένες από τις φοινικιές, ατελείωτες αμμουδιές, πελώρια εμπορικά κέντρα και νυχτερινά κέντρα από όπου ακούγεται λάτιν μουσική, μια που εδώ ζουν χιλιάδες άνθρωποι από την Κούβα, την Κολομβία, τη Νικαράγουα, το Πουέρτο Ρίκο και πολλές άλλες χώρες της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής. Εδώ όλα μου φαίνονται ψεύτικα, ακόμα και οι γυναίκες, μετά από τις πλαστικές επεμβάσεις που τόσο αγαπούν. Εδώ -περισσότερο ακόμα και από την Καλιφόρνια- η εμφάνιση είναι το παν.

    Αφού διασχίσω το μικρό οικονομικό κέντρο με τους ουρανοξύστες, περπατώ στο εμπορικό επίκεντρο της πόλης γύρω από την οδό Λίνκολν (Lincoln) και στη γειτονιά Εσπανιόλα (Espanola) -που μοιάζει με περιποιημένο ισπανικό χωριό- με τις γκαλερί, τα εστιατόρια, τα καφέ και τις υπαίθριες αγορές. Στην πανέμορφη παραλιακή λεωφόρο με τις φοινικιές (Ocean Drive) παρατηρώ τα πολύχρωμα χαμηλά ανακαινισμένα αρ ντεκό κτίρια που λειτουργούν ως ξενοδοχεία (όπως το διάσημο Delano), διαμερίσματα, εστιατόρια και καταστήματα. Σαν μια αναπαράσταση της ατμόσφαιρας της δεκαετίας του ’20 αλλά με κιτς στοιχεία, το θέαμα με εντυπωσιάζει χωρίς να το λατρέψω κιόλας. Παρακολουθώ την αδιάκοπη παρέλαση του κόσμου καθισμένη σ’ ένα από τα πολλά εστιατόρια που είναι γεμάτο με ανησυχητικά όμορφους ξανθούς νέους αλλά και πολλούς μελαχρινούς Λατίνους. Εδώ, δοκιμάζοντας το νοστιμότερο βουνό από καβούρια με συνοδεία από γλυκοπατάτες στο Joe’s Stone Crab restaurant, παρατηρώ πανάκριβα ανοιχτά αυτοκίνητα και στρατιές από μοτοσικλέτες που διασχίζουν το νότο, ενώ από πάνω μου πετούν μικρά αεροπλάνα με διαφημιστικές ουρές σ’ έναν ουρανό που δεν είναι τόσο γαλανός όσο θα περίμενα.

    Δεν περπατώ στην παραλιακή, αφού οι αποστάσεις είναι τεράστιες, αλλά και γιατί τα πατίνια -κυρίως κοριτσιών- σφυρίζουν συνήθως απειλητικά. Στη θάλασσα δεν κολυμπώ, καθώς τα νερά δεν έχουν καμία διαύγεια, και τα κύματα σε συνδυασμό με τα ρεύματα και τα επιθετικά ψάρια μπαρακούντα με αποθαρρύνουν.

    Επισκέπτομαι σε ολοήμερη εκδρομή από το Μαϊάμι την πιο παλιά Ντίσνεϊλαντ (Walt Disney World) στο Ορλάντο, το ανυπέρβλητο διαστημικό κέντρο Kennedy στο Ακρωτήριο Κανάβεραλ (Cape Canaveral) και το μεγαλύτερο βαλτότοπο της Αμερικής, το Έβεργκλεϊντ (Everglades Park). Εδώ, σ’ έναν τεράστιο λαβύρινθο από φουντωτούς θάμνους και ρηχά υδάτινα κανάλια, περπατώ πάνω στις ειδικές ξύλινες ράμπες και χάνομαι στους ήχους των πουλιών και των εντόμων, ενώ παγώνω στην όψη ενός αλιγάτορα. Μετά από τη συνάντησή μου με το ερπετό, δεν ζηλεύω πια τα όμορφα εξοχικά της περιοχής.

    Μα η κορύφωση αυτού του ταξιδιού έρχεται από το νοτιότερο άκρο των Ηνωμένων Πολιτειών, από το μποέμικο Κίγουεστ (Key West). Κρεμασμένο στο τέλος ενός ατέλειωτου αυτοκινητόδρομου, με δεκάδες γέφυρες στον ωκεανό να συνδέουν τα μικρά νησάκια που το αποτελούν, αντικρίζει την Κούβα. Σ’ αυτό το χωνευτήρι της Καραϊβικής, της Λατινικής Αμερικής και των ΗΠΑ, πολλοί κάτοικοι ζουν σε ανακαινισμένα παστέλ βικτοριανά σπίτια επηρεασμένα από το στιλ των σπιτιών στις Μπαχάμες ή σε γραφικά αγροτόσπιτα με τις χαρακτηριστικές ξύλινες σκεπαστές βεράντες. Οι περισσότεροι κυκλοφορούν με ποδήλατο, με μοτοσικλέτα ή με τα πόδια, ειδικά στην κεντρική οδό Duval Street, αφού το νησί είναι ένας επίπεδος κοραλλιογενής βράχος. Περιδιαβαίνοντας τις μικρές γραφικές πλατείες, όπως τη Mallory square, τα χαριτωμένα μαγαζιά, τα δεκάδες μπαράκια (Sloppy Joe και Schooner Wharf) και τα διώροφα ξενοδοχεία χαμένα στις βουκαμβίλιες, όπως το Gardens Hotel, ρουφώ τη χαλαρή ατμόσφαιρα του νησιού. Η εκκεντρικά ανέμελη γεύση διακοπών ολοκληρώνεται πίνοντας μπίρες, μιλώντας για τατουάζ και μηχανές, και ακούγοντας σάλσα και ρέγκε.

    Σ’ ένα άλλο ταξίδι είκοσι ημερών, βλέπω την πανέμορφη Δυτική Ακτή με το αγαπημένο Σαν Φρανσίσκο, το κιτς Λας Βέγκας και το λαμπερό Λος Άντζελες, αλλά και την τουριστική Χαβάη.

    Σεργιανίζω το ηλιόλουστο Σαν Φρανσίσκο (San Francisco) με το χαρακτηριστικό τραμ που κινείται με αργές ταχύτητες πάνω στους λόφους (Nob Hill) της γραφικής πόλης. Από το πολυσύχναστο οικονομικό κέντρο (Union Square) με τους μοντέρνους ουρανοξύστες παίρνω το καφέ χαρούμενο βαγόνι. Διασχίζω την ανθρώπινης κλίμακας πόλη με τα γραφικά τετραώροφα σπίτια, την αριστοκρατική συνοικία με τα μικρά αρχοντικά μέγαρα βικτοριανής αρχιτεκτονικής και τα ξενοδοχεία σαν το Ritz Carlton και απολαμβάνω τη θέα που φτάνει μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού. Σε πολλά παράθυρα παρατηρώ σημαίες με τα χρώματα της ίριδας, σύμβολο αποδοχής της όποιας σεξουαλικότητας. Η πόλη, λόγω του ήπιου κλίματος, του κοσμοπολίτικου χαρακτήρα της, του πλούσιου και μποέμικου τρόπου ζωής και της φυσικής της ομορφιάς, έχει προσελκύσει μεταξύ άλλων και το μεγαλύτερο ποσοστό ομοφυλόφιλου πληθυσμού από κάθε άλλη στη συντηρητική Αμερική.

    Περπατώ στην πολύχρωμη κινέζικη γειτονιά (Chinatown) με τα μικρά καταστήματα με τα φρούτα και τα χιλιάδες μικροαντικείμενα, και απολαμβάνω το τσάι μου σ’ ένα από τα πολλά ξύλινα κόκκινα κτίρια με τις τσιγκελωτές στέγες, συνειδητοποιώντας πόσο πιο χαλαροί ρυθμοί και λιγότερο έντονοι θόρυβοι επικρατούν στη Δυτική Ακτή της Αμερικής.

    Φτάνοντας στην όμορφη προκυμαία (Fisherman’s Wharf) με τα καταστήματα και τα εστιατόρια, το καρουζέλ και την εορταστική ατμόσφαιρα, δοκιμάζω εξαιρετικά, «βρόμικα» χοτ ντογκ -ψωμάκια με λουκάνικο- από πλανόδιους Ινδούς πωλητές, μαγεύομαι από τη θέα του νησιού Αλκατράζ (Alcatraz), με την ομώνυμη πρώην φυλακή, και θαυμάζω την πανέμορφη κόκκινη σιδερένια γέφυρα (Golden Gate), κάτω από την οποία περνούν αμέτρητα εμπορικά πλοία. Έτσι έρχονται στη θύμησή μου ταινίες που έχω δει με φόντο αυτές τις εικόνες.

    Τα βράδια, πέρα από τα τζαζ μπαρ, διασκεδάζω σ’ ένα από τα πολλά κλαμπάκια με την περιστρεφόμενη μπάλα-καθρέφτη στο ταβάνι, παρακολουθώντας ζευγάρια να λικνίζονται στο ρυθμό του σουίνγκ.

    Έξω από την πόλη, ζηλεύω το -απλωμένο σε μια τεράστια καταπράσινη έκταση- φιλελεύθερο πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ (Berkley). Κοντά σ’ αυτό, στο διάσημο εστιατόριο Chez Panisse γεύομαι μερικά από τα νοστιμότερα πιάτα, αν και παντού στο νότο αυτής της χώρας έχω δοκιμάσει θαυμάσια φρέσκα θαλασσινά και στο βορρά εξαιρετικά κρέατα. Σε ολοήμερη εκδρομή, διασχίζω καταπράσινα βουνά για να φτάσω στην τεράστια κοιλάδα με τους περιποιημένους αμπελώνες και τα οπωροφόρα δέντρα, τα διάσπαρτα εστιατόρια και ξενοδοχεία. Δοκιμάζω τα εξαιρετικά κρασιά Νάπα (Napa Wines) -αν και τα Σονόμα (Sonoma) είναι πιο φημισμένα- σε δύο από τα εκατοντάδες οινοποιεία της περιοχής.

    Αφήνοντας την πόλη των διανοούμενων και της φιλελεύθερης σκέψης, πετάω 5 ώρες για να φτάσω στην πρωτεύουσα Χονολουλού (Honolulu) του νησιού Οάχου (Oahu), ενός από τα οκτώ μεγαλύτερα νησιά που αποτελούν τη Χαβάη (Hawaii) στον Ειρηνικό Ωκεανό. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτό που βλέπω είναι η Χαβάη, με την εικόνα της οποίας μεγάλωσα παρακολουθώντας το ομώνυμο σίριαλ. Πάνω σε μια παραλία με εκατοντάδες ηλιοκαμένα νιόπαντρα ζευγάρια Αμερικανών, υψώνεται ένα δάσος από ξενοδοχεία-ουρανοξύστες. Ανάμεσα στα μεγαθήρια βρίσκονται αμέτρητα ταχυφαγεία, τουριστικά μαγαζιά και μπαρ χωρίς κανένα χαρακτήρα. Βρίσκω την εικόνα του μαζικού τουρισμού στην παραλία Γουαϊκίκι (Waikiki) απωθητική και κατευθύνομαι προς το μικρό ιστορικό κέντρο της πόλης με τα λίγα αρχοντικά διοικητικά κτίρια, όπως το πρώην παλάτι (Iolani Palace), τη Βουλή (State Capitol), την επίσημη κυβερνητική κατοικία (Washington Place) και βέβαια την πρώην πολιτική έδρα των Χαβανέζων βασιλιάδων (Aliiolani Hale) πέρα από το μουσείο (Hawaii State Art Museum). Χαρούμενη από την απλωσιά που μου έλειψε στην παραλία, συνεχίζω σε μια από τις ήσυχες ακτές του νησιού, που φιλοξενεί το μνημείο του Περλ Χάρμπορ (Pearl Harbor). Με σκάφος από το λιμάνι, φτάνω στο λευκό πέτρινο μουσείο σε σχήμα πλοίου με κατάρτι την αμερικανική σημαία και βλέπω στα ρηχά νερά ολόγυρά του τα βυθισμένα σκάφη και τις φωτογραφίες από τους βομβαρδισμούς των Ιαπώνων.

    Ο γύρος με το αυτοκίνητο μου αποκαλύπτει ευχάριστα το σπουδαίο Πολυνησιακό Μουσείο (Bishop Museum), τους καταπράσινους λόφους, τους μαύρους κρατήρες των ηφαιστείων (Punchbowl) και την παγωμένη γκρίζα λάβα που έχει απλώσει νεκρώνοντας τη φύση ολόγυρά της. Περπατώντας πάνω στους ακανόνιστους όγκους που έβγαλε η θυμωμένη γη, νιώθω την καταστροφική δύναμη που έχει δημιουργήσει κάτι μοναδικό. Με θέα τις λευκές παραλίες με τα άγρια κύματα για σερφ, απομυθοποιώ τη Χαβάη που είχα στο μυαλό μου και την αποχαιρετώ κρατώντας το άγρια όμορφο κομμάτι της που δεν γνώριζα από τις ταινίες.

    Σε 6 ώρες με το αεροπλάνο φτάνω στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, το Λος Άντζελες (Los Angeles). Δεν βλέπω βέβαια πουθενά τους αστέρες του κινηματογράφου, αλλά στους λόφους έξω από την πόλη θαυμάζω τις πελώριες επαύλεις μέσα σε ψηλά τείχη και μεγάλους κήπους. Ξεκινώ από το νοσταλγικό ξενοδοχείο Bel Air που βρίσκεται στη φημισμένη περιοχή της πόλης, το Χόλιγουντ (Hollywood). Μετά από ένα καλό γεύμα στο εστιατόριο Ivy, φωτογραφίζω τη λεωφόρο Χόλιγουντ με τα αποτυπώματα χεριών και ποδιών διάσημων καλλιτεχνών, καθώς και το άσπρο, τετράγωνο μέγαρο των βραβείων Όσκαρ και περιηγούμαι στα στούντιο της Universal με τα σκηνικά από διάφορες ταινίες. Περπατώ στην αριστοκρατική γειτονιά Ρόντεο Ντράιβ (Rodeo Drive) με τα ακριβά καταστήματα και τα εξαιρετικά καφέ με τα τραπεζάκια έξω. Μετά από τη γειτονιά που μου θυμίζει την Πιάτσα ντι Σπάνια της Ρώμης, πάω στη γειτονιά Πουέμπλο (Pueblo) με τα λευκά κτίρια αποικιακού ισπανικού στιλ, διασχίζω την πανέμορφη παραλιακή λεωφόρο ως την πλούσια συνοικία Σάντα Μπάρμπαρα (Santa Barbara) και επισκέπτομαι το Μουσείο Γκετί (Getty Center), που φιλοξενεί μεγάλη συλλογή έργων από την Αναγέννηση έως τον Ιμπρεσιονισμό. Στους κήπους που περιβάλλουν το επιβλητικό κτίριο από λευκό μάρμαρο και γυαλί, απολαμβάνω ένα από τα καλύτερα γεύματα στην πόλη των πλούσιων και των διάσημων, με θέα τον ωκεανό. Βέβαια, η πόλη του Λος Άντζελες δεν είναι μόνο το Χόλιγουντ και οι αριστοκρατικές συνοικίες, αλλά και το πολύβουο κέντρο με τους άχαρους ουρανοξύστες και τις υποβαθμισμένες, πυκνοκατοικημένες περιοχές των Λατίνων και των μαύρων.

    Από την Πόλη των Αγγέλων, όπως αποκαλείται στα Ισπανικά, κατευθύνομαι οδικά στο Λας Βέγκας (Las Vegas) διασχίζοντας μια τεράστια έρημο, την Κοιλάδα του Θανάτου (Death Valley). Μετά από ολοήμερο ταξίδι με το αυτοκίνητο στην καψαλισμένη και άνυδρη πορτοκαλί γη που διακόπτεται από εντυπωσιακούς γυμνούς λόφους, ξεπηδούν σαν φαντασίωση τα κακόγουστα τεράστια φανταχτερά κτίρια του Λας Βέγκας. Η λεωφόρος Strip του Λας Βέγκας είναι στολισμένη με ξενοδοχεία μεγάλα σαν πόλεις, με παρεκκλήσια όπου γίνονται κυρίως γάμοι (με συνοπτικές διαδικασίες, χάρη στη νομοθεσία της πολιτείας της Νεβάδα, που κάνει το γάμο -και το διαζύγιο- μια υπόθεση στιγμής), φθηνά εστιατόρια, εμπορικά κέντρα και μάντρες αυτοκινήτων. Δεν κυκλοφορεί πολύς κόσμος, αφού οι περισσότεροι περνούν το χρόνο τους μέσα στα ξενοδοχεία που διαθέτουν καζίνο, πολλά εστιατόρια, μπαρ, καμπαρέ, πισίνες, γυμναστήρια και καταστήματα. Επισκέπτομαι μεγαλοπρεπέστατα ξενοδοχεία που θυμίζουν τα πιο επιβλητικά κτίρια της Βενετίας, του Παρισιού, της Αιγύπτου και της Αμερικής. Εκεί, παρατηρώντας κακοντυμένους γέρους να δοκιμάζουν παθιασμένα την τύχη τους αλλά και καλοζωισμένα ζευγάρια να δειπνούν σε πολυτελή εστιατόρια, σκέφτομαι με θλίψη ότι πολλοί από τους θαμώνες του καζίνο δεν βλέπουν τον ήλιο για μέρες και ότι οι περισσότεροι γάμοι γίνονται μετά από μεθύσι.

    Με τη γεύση από την ψεύτικη και λαμπερή πόλη, αναζητώ την αληθινή ομορφιά της φύσης. Πετώντας με αεροπλάνο για το εντυπωσιακό φαράγγι Γκραν Κάνιον (Grand Canyon) περνάω πάνω από το τεράστιο φράγμα Χούβερ (Hoover), μπαίνω στην έρημο της Αριζόνα (Arizona desert) και νιώθω την αγριάδα των απόκρημνων και λαξεμένων από το νερό και τον άνεμο βουνών. Το σχίσιμο χιλιομέτρων ανάμεσα στα κόκκινα, πορτοκαλί και κίτρινα βράχια, σαν να το έχει χαράξει με μίσος ένα υπερκόσμιο χέρι, είναι τόσο βαθύ που σχεδόν δεν διακρίνεται το μπλε του ορμητικού ποταμού Κολοράντο (Kolorado). Με την αίσθηση του δέους που μου προκαλεί αυτό το αριστούργημα της φύσης επιστρέφω στην Ελλάδα μετά από τρεις πολύωρες πτήσεις, διαβάζοντας την Ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών, του Χάουαρντ Ζιν.

    ΗΠΑ: Εδώ που όλα φαίνονται µεγάλα και λαµπερά…

    ------////////////////////------

    ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ (CΕNTRAL AMERICA)

    Ας πετάξω ένα μαγιό κι ένα αδιάβροχο στη βαλίτσα...

    ΜΕΞΙΚΟ (MEXICO)

    Η χώρα με τους πιο εντυπωσιακούς αρχαιολογικούς χώρους της Αμερικής, τις αποικιακές, αρχοντικές και πολύχρωμες πόλεις του 17ου αιώνα, τη ζούγκλα και την έρημο, τις λευκές παραλίες της Καραϊβικής, τη νόστιμη κουζίνα, την τεκίλα, τους μουσικούς μαριάτσι με τα πλατύγυρα σομπρέρο και τις κιθάρες, αλλά και τις μεγάλες κοινωνικές ανισότητες.

    Η πατρίδα του Ζαπάτα και των Ζαπατίστας, των ζωγράφων Φρίντα Κάλο και Ντιέγκο Ριβέρα, των λογοτεχνών Οκτάβιο Πας και Κάρλος Φουέντες, των 120 εκατομμυρίων χαμογελαστών ισπανόφωνων καθολικών κατοίκων με τα έντονα ινδιάνικα χαρακτηριστικά (αν και δεν θέλουν να είναι ούτε Ινδιάνοι ούτε Ισπανοί), έχει σύμβολό της έναν αετό μ’ ένα φίδι στο ράμφος, καθισμένο σ’ έναν κάκτο.

    Το Μεξικό, η μεγαλύτερη και ιστορικότερη χώρα της Κεντρικής Αμερικής, με έκταση 1,9 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα και με βαριά ιστορία από τους μεγάλους πολιτισμούς των Ολμέκων, Μάγιας, Τολτέκων και Αζτέκων, βρίσκεται νότια των Ηνωμένων Πολιτειών και βόρεια της Γουατεμάλας, ανάμεσα στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό.

    Επειδή το καλοκαίρι στην Κεντρική Αμερική είναι βροχερό και κάνει πολλή ζέστη (δύο απαγορευτικοί παράγοντες για να απολαύσω τα μνημεία στην ύπαιθρο και να ανέβω στις πυραμίδες), ταξιδεύω το Νοέμβριο. Ο βασικότερος λόγος που διαλέγω αυτή την εποχή, πέραν του κλίματος, είναι οι φημισμένες γιορτές των νεκρών. Οι Μεξικάνοι, έχοντας διατηρήσει πολλές παγανιστικές πεποιθήσεις και τελετές μέσα στην έντονη θρησκευτικότητά τους, στολίζουν τα νεκροταφεία, τις εκκλησίες και τα σπίτια τους με λουλούδια και νεκροκεφαλές. Τραγουδούν, λένε σαρκαστικά ανέκδοτα για το θάνατο, χορεύουν και κάνουν οικογενειακά εορταστικά τραπέζια, όπου πρωτοστατούν τα ψωμιά σε σχήμα οστών και τα ζαχαρωτά σε μορφή νεκροκεφαλών. Στις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου, ζω το πιο εορταστικό και χαρούμενο Ψυχοσάββατο και ξορκίζω μαζί με τους Μεξικάνους το θάνατο που μας χωρίζει από τα αγαπημένα πρόσωπα που έχουμε χάσει. Έτσι συνειδητοποιώ πόσο ο εύθυμος -αλλά και επιφυλακτικός, προς τους ξένους τουλάχιστον- αυτός λαός αγαπάει τα στολίδια, την ατημελησιά, την ανεμελιά, και ζει τα πάθη του και τις γιορτές πιο έντονα από πολλούς άλλους. Οι τόσες γιορτές

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1