Ταξιδιωτικαί σημειώσεις
()
About this ebook
Ο Μιχαήλ Μητσάκης, Έλληνας δημοσιογράφος και πεζογράφος, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Ανέλαβε πολλές δημοσιογραφικές αποστολές και κατέγραψε τις ταξιδιωτικές του εμπειρίες.
Related to Ταξιδιωτικαί σημειώσεις
Related ebooks
Έργα Ποιήματα - Πεζά Τόμος Δεύτερος Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΛυκυλείβης Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsAfetiries: Mikres Istories, Makrines Diadromes Rating: 5 out of 5 stars5/5Το μεγάλο παιδί Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΕιδύλλια Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΛυρικά αφιερώματα (Γιταντζάλι) Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΜοσκιές - Διηγήματα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΑιχμάλωτος των γαλάζιων κουάξ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤΗΣ ΕΡΗΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΚΟΤΟΥΣ: ΠΟΙΗΣΗ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο τάξιμον Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΕξωτικά Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΟ μέτριος βίος τού Αλέξανδρου Βαλέτα Rating: 4 out of 5 stars4/5Ασπόνδυλη Διαλεκτική/ASPONDYLI DIALEKTIKI: ΠΟΙΗΜΑΤΑ / GREEK POETRY Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ φλογέρα του Βασιλιά Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΝουρανός Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΣτιγμες Αποσιωπητικες Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΑσπόνδυλη Διαλεκτική: ΠΟΙΗΜΑΤΑ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ Καρδιά του Ανέμου: Φοίνιξ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΠεζοί Ρυθμοί Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΟ Φονιάς του Ολύμπου Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΔέησις Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΙλάσθητι Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤαξίδι Μιας Ρίζας Στα Συννεφα Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΗ αγάπη (Τριλογία) Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΔιηγήματα, Τόμος Γ Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΙσάξιες Προσευχής Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΔιηγήματα, Τόμος Α Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΤο Μεγάλο Και Θαυμαστό Ταξίδι Του Άστρου- Έλιδους Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΑπλοί Τρόποι Rating: 0 out of 5 stars0 ratingsΜύθοι και Θρύλοι: Ιστορίες της Εράνα Rating: 0 out of 5 stars0 ratings
Reviews for Ταξιδιωτικαί σημειώσεις
0 ratings0 reviews
Book preview
Ταξιδιωτικαί σημειώσεις - Μιχαήλ Μητσάκης
1. ΗΜΕΡΑΣ ΔΥΣΙΣ
Ἀγριεμμένη, ἡ θάλασσα ρουχνᾷ. Σπρωχνόμενα ἀπὸ τὸν δυνατὸν ἄνεμον, τὰ κύματα ἔρχονται ἀπὸ τὴν ἀπέναντι στε-ρειάν, μεγάλα καὶ ὀγκώδη, ἀπότομα κυλοῦν, προβάλλουν τὰ πλατειά των στήθια, βίαια, σφοδρά, τινάσσον-ται, βογγοῦν, ὁρμοῦν πρὸς τὴν παραλίαν, ὡς εἰς ἔφοδον στρατός, συναντοῦν τὸ φράσσον τὸν λιμένα πρόχωμα, τὸ ἄσπρον καὶ τὸ μακρόν, ἀνακόπτοντ’ ἔκπληκτα, συντρίβον-ται ὀργίλα, ἀφροκοποῦν γύρω του, λευκὰ ἐπὶ τῆς λευκῆς πέτρας. Ἀλλὰ ἀποπίσω, ἀλλὰ δίπλα των, ἀλλ’ ἀπὸ τὰ βάθη τοῦ πελάγους, τοῦ ἀνοιχτοῦ, ἐκεῖθε-κάτου, ὅπου ὁ τραχὺς κάβος ὀρθόνει τὰ ἄξεστα πλευρά του, ἀκόμη κάτου, ὅπου τῶν νησιῶν ἡ τεφρὰ γραμμή, μαλακὴ χαράσσει τὸν ὁρίζοντα, ἀλλ’ ἀπὸ παντοῦ, ἄλλα καταφθάνουν, ὀγκωδέστερα, βαρύτερα, ἐπιτίθεντ’ ἐναντίον των, συγκρούονται, παλεύουν, τὰ ἐξωθοῦν πρὸς τὰ ἔσω τοῦ λιμένος, εἰσβάλλουν ἀπ’ τὰ πλάγια εἰς αὐτόν, χτυποῦν μετὰ θυμοῦ τῶν μώλων τὰς στενὰς λωρίδας, συντα-ράσσονται, κοχλάζουν, πλήττουν τῆς προκυμαίας τὴν λιθίνην ἔκτασιν, δονοῦν τῶν καραβιῶν τοὺς εὐσείστους ὄγκους, δέρ-νουν τῶν βαποριῶν τὰς μαύρας κατατομάς, ρουφοῦν κ’ ἐξεμοῦν τῶν βαρκῶν τὰ ἐλαφρὰ τσόφλια, φυσομανοῦν, βοΐ-ζουν, προχωροῦν εἰς τὸν μυχὸν τοῦ κόλπου, καὶ ἐκεῖ, συμπιε-ζόμενα στενῶς, ἀνάμεσα εἰς τὴς δύο ξηρές, λυσσάζουν, ἀναβράζουν. Ὅλη ἡ εὑρεῖα τοῦ νεροῦ λεκάνη, ὡσὰν νὰ τὴν κουνοῦν μανιωδῶς, ἀποκάτω, τερατώδη ὑποχθόνια χέρια, σαλεύεται δεινῶς, πάλλεται, σκιρτᾶ, ἀναπηδᾶ, κυρτόνεται, κλονεῖται, τρέμει, βρέμει, πρίσκεται, θραύεται, παφλάζει, βοᾷ, ἀγκομαχᾷ, ξερνᾷ, λωλὴ καὶ πελιδνή, ὡς ὕβρεως σίελον θολόν. Καὶ ἀπὸ τὴ μίαν ἄκρη ὡς τὴν ἄλλη, καὶ ἐντὸς τῶν μυχῶν τοῦ κόλπου, καὶ ἀνὰ τὸν περιφρούρητον χῶρον τοῦ λιμανιοῦ, καὶ μεταξὺ τῆς ἀντιμετώπου γῆς, καὶ κατὰ τὸ ἀνοιχτὸν πέλαγος, καὶ τὸν τραχὺν κάβον, καὶ πέραν ἔτι, ἕως ἐκεῖ κάτου, ὅπου περὶ τῶν νησιῶν ἡ τεφρὰ γραμμὴ χαράσσει τὸν ὁρίζοντα, ὡσὰν χιλιάδες φουστανέλλες ἀνεμίζουν, ὡσὰν μυριάδες ἵππων, χαῖτες φρίσσουν, ὡσὰν ἀστραπὲς σπαθιῶν περνοῦν, λάμψεις καὶ ἤχοι ἄγριοι, εἰς κλύδωνα σκληρόν. Χαμηλή, ἁλιτενής, λεία, φυτεμμένη, γεμάτη ἀπὸ σπίτια, ἀπὸ ἐπαύλεις, ἀπὸ ἀγροικίες, ἀπὸ δέντρα, ἡ ἀπὸ δῶ ξηρὰ ἁπλόνεται, βαίνουσα εὐθεῖα, κάμπος καὶ πόλις καὶ δρόμος καὶ κῆπος καὶ χωράφι κ’ ἐξοχή· καὶ ξεφεύγοντ’ ἀπομέσα της, τὰ δύο μπράτσα τοῦ λιμένος της, βουτοῦν μέσα εἰς τὸ νερό, προτείνονται· παράλληλος μ’ αὐτὴν μονάχος του ριχμένος, ἀπάνου εἰς τὸ κῦμα, ἀντιτιθέμενος πρὸς τ’ ἄκρα των, ὁ ἐρημικὸς κυματοθραύστης, κόβει κατὰ μῆκος τὰ βαθέα ὕδατα· ὀξὺς ὑπέρκειται ὁ φάρος· καὶ ἀναμέσῳ των, ὡσὰ τρελλὸν χορεύει τὸ πλῆθος τῶν καραβιῶν, ἀνατραντάζεται τὸ μέγεθος τῶν βαποριῶν, τῶν λέμβων ὁ σωρὸς κατρακυλᾷ. Γυμνὴ ἡ ἄλλη, ἡ ἀντίκρυ, ὄρθια, ὑπεράνω τοῦ ἀφροῦ, ἐγείρει τῶν βράχων της τὸ στέρνον, προσδείχνει τῶν κρημνῶν της τὴν ἀκτήν, φύσις παρθένος καὶ κλειστή, ζευγάρι ἀδελφῶν βουνῶν, δίδυμοι κῶνοι καὶ κοφτοί, ταιριαστοὶ αἰρόμενοι, πλάϊ-πλάϊ ἀνεβαίνοντες, ὑψονόμενοι ἐγγύτατα, φρουροῦντες τὴν εἴσοδον τοῦ κόλπου, φύλακες ἐρυθροβαμμένοι καὶ ἀχνίζοντες. Ξάστερος ἀποπάνω, καταξάστερος, ὁ μέγας οὐρανός, καμπυλόνει τὸ καταγάλανό του κρύσταλλο, ἐλεύθερος, διαυγής, εὐρύς, στιλπνός, φεγγοβολῶν, ὡσὰν γυαλισμένος ἀπ’ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀέρος. Πέρα-πέρα, ἐκεῖθε πέρα, πέρα καὶ πέρα, ὀπίσωθ’ ἀπὸ ράχες, κάμπους, δάση, ὄρη και λαγκάδια, ξεκινᾷ, τραβᾷ, τραβᾷ, ξαπλόνεται, τεντώ-νεται, στρογγυλόνεται, διπλόνεται, σκεπάζει τὸν κοσμάκη, γελαστός, καλός, καὶ χάνετ’ ἐκεῖ κάτου, ἐκεῖ κάτου, ἐκεῖ κά-του, πέρα-πέρα, ἐκεῖθε-πέρα, πέρα καὶ πέρα, ὀπίσωθ’ ἀπὸ ἄλλες ράχες, κάμπους, δάση κι’ ὄρη καὶ λαγκάδια καὶ βουνὰ καὶ πέλαγα. Καὶ ξάστερος γελᾶ καὶ καλὸς λάμπει, καὶ κα-θάριος φέγγει, καὶ ἀνοίγεται πλατύς, καὶ κυττᾶ, ἀκίνητος. Καὶ τὴν ἀπόλυτήν του τὴν διαύγειαν, καὶ τὴν βαθεῖαν ξαστε-ριά του, ἀπὸ πέρα ὡς πέρα, τίποτε δὲ θολόνει· οὔτ’ ἀχνοῦ πνοή, οὔτε ἴσκιου πέρασμα. Μονάχα δύο τρία συννεφάκια, ὁλοντυμένα εἰς τὰ κάτασπρα, μικρούτσικα τρελλούτσικα καὶ ὠμορφούτσικα, γυρίζουν-τριγυρίζουν, παιγνιδίζουν ἀρμενίζουν, ὡς χαμένα εἰς τὸ πλάτος του. Καὶ μόνον ἐκεῖ κάτου, ἐκεῖ-κάτου, ἐκεῖ-κάτου, ἀποπάν’ ἀπ’ τὰ νησιά, ἕνα μαῦρο σύγνεφο,, παμμέγεθες, κάστρο ἐναέριον, κάθεται θρο-νισμένο, φουσκωμένο καὶ ἀκλόνητο, θεριεμένο καὶ ἀτάραχο, ὑπερήφανο, βαρύ, πυργόνει τὰ μπροστά του, ὀγκόνει τὰ πλευρά του, καρτερεῖ, ἀγριωπόν. Κ’ ἐπάνω εἰς τὸν ὁλοφωτισμένον οὐρανό του, κυριάρχης του καὶ ἀφέντης του, δεσπότης του καὶ ἐξουσιαστής του, στολίδι του καὶ γκόλφι καὶ καμάρι του, καὶ μοναχό, ἀστραφτερός, μεγάλος, στρογ-γυλός, λαμπρός, ὁ ἥλιος κατεβαίνει, ἥσυχος, ἀργός, χρυσὸς καὶ θαυμαστός, ἀπάν’ ἀπὸ τὸ βράζον κῦμα, ἀπὸ τὴν βομβοῦσαν πόλιν, ἀπὸ τὸν δουλευτὴν ἀγρόν, ἀπ’ τὸν πνέοντ’ ἄνεμον ἀπ’ τ’ ἀχνίζοντα βουνά, ψηλὰ-ψηλά, ἄφθαστος, ἀνέγγιχτος, ἀδιάφορος, ὑπέρτερος, σιωπηλός, βασιλικός.
Πέτρινος σωρὸς μεγάλων οἴκων, μαζεμμένος εἰς τὴν ἄκρη τοῦ γιαλοῦ, ὑπὸ τὸ φῶς τὸ περιβάλλον, τὸ ὑδρογεῖτον ἄστυ, κινεῖται ἐργαζόμενον, ἀναδίδει δυσδιάκριτην, τὴν πολυσύν-θετην πνοήν του. Σύμφυρτη ἡ μάζα τῶν σπιτιῶν του, ἀρχίζουσ’ ἀπ’ τὰ πόδια τοῦ παλαιοῦ κάστρου, ἀνώμαλη, γε-μίζει πρῶτα τῶν ὑψωμάτων του τὰ πλάγια, κατέρχετ’ ἀπ’ αὐτὰ κλιμακωτή, προχωρεῖ συμ-πιεσμένη, συσφιγμένη, μικρὰ σπίτια, κολλημένα ὡσὰν στρείδια, γύρω-γύρω, ἐπάνω εἰς τὸν γήλοφον, δρομάκοι στενοὶ καὶ σκολιοί, μόλις διακρι-νόμενοι, ἀναμεσον εἰς αὐτά. Ἔπειτα, ἀφοῦ φτάσ’ εἰς τὰ χει-λώματα, πέφτει κάτου, διαμιᾶς, εἰς τὸ ἴσιο ἔδαφος, τὸ ὡς τεναγῶδες, προβαίνει ἀποδῶ καὶ ἀποκεῖ, εἰς ἅπλωμα εὐρύ, χῶρον ἄνετον, μέχρι τῆς θαλάσσης. Καὶ τακτικὰ πλέον, καὶ κανονικά,