Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Επισκέπτης
Επισκέπτης
Επισκέπτης
Ebook93 pages1 hour

Επισκέπτης

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Παράλιο Άστρος. Σε αυτό το ήσυχο χωριό έχει πάρει μετάθεση από την πολύβουη Αθήνα ο αστυνομικός Λεωνίδας Αναγνωστόπουλος για να βρει την ηρεμία του, μετά από μια αστυνομική ζωή γεμάτη δράση και επικινδυνότητα. Πάσχει, όμως, από σοβαρή έλλειψη ύπνου που τον αποδυναμώνει και, τις λίγες ώρες που καταφέρνει να κοιμηθεί, βλέπει τρομερούς εφιάλτες. Εφιάλτες για ένα πλάσμα, έναν επισκέπτη. Τι θα γίνει αν αυτός ο επισκέπτης καταφέρει να βρεθεί από τον κόσμο των ονείρων στους άδειους δρόμους του Άστρους;

LanguageΕλληνικά
Release dateJul 14, 2013
ISBN9781310845048
Επισκέπτης
Author

Α.Ν. Triantafyllou

I was born in 1988 in London, but I grew up and live in Athens.I have been working in the field of Marketing and Digital Design since 2011. In 2015 I started the Anime Monogatari page, active in the field of reviews, with original articles and ideas, and also with interviews with the most important personalities in the field in Greece and not only. In 2017 I started the Facebook art team, Monogatari ArtWorld, from which several original projects started.For as long as I can remember, I have always loved reading and writing and I try to do as much as I can with my time at every opportunity. I have written many short stories and at the same time, I am working on the completion of my first novel._________________________________________________________________________Γεννήθηκα το 1988 στο Λονδίνο Αγγλίας, αλλά μεγάλωσα και ζω στην Αθήνα.Ασχολούμαι και εργάζομαι στον χώρο του Marketing και του Digital Design από το 2011. Το 2015 ξεκίνησα τη σελίδα Anime Monogatari, ενεργή στον χώρο των reviews, με πρωτότυπα άρθρα και ιδέες, αλλά και με συνεντεύξεις από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες του χώρου στην Ελλάδα και όχι μόνο. Από το 2017 ξεκίνησα την καλλιτεχνική ομάδα του Facebook, Monogatari ArtWorld, από την οποία ξεκίνησαν αρκετά πρωτότυπα project.Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα μου άρεσε το διάβασμα και το γράψιμο και προσπαθώ να ασχολούμαι με αυτά όσο μου επιτρέπει ο χρόνος μου σε κάθε ευκαιρία. Έχω γράψει πολλά διηγήματα και ταυτόχρονα ασχολούμαι και με την ολοκλήρωση του μυθιστορήματος μου.

Read more from α.ν. Triantafyllou

Related to Επισκέπτης

Related ebooks

Related categories

Reviews for Επισκέπτης

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Επισκέπτης - Α.Ν. Triantafyllou

    ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ

    ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ-ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

    Copyright 2013 A.N. Triantafyllou

    Smashwords Edition

    Διαβάστε επίσης:

    Δεν φοβόμουν πάντα το σκοτάδι (https://www.smashwords.com/books/view/336364)

    Ξενοδοχείο Άβελιν (https://www.smashwords.com/books/view/336402)

    Το blog (https://www.smashwords.com/books/view/336409)

    Επικοινωνία:

    https://www.smashwords.com/profile/view/distantworlds

    https://www.facebook.com/pages/Αναστάσιος-Νικόλαος-Τριανταφύλλου/144194522452164

    thedistantworlds@yahoo.gr

    Ήταν όνειρο. Ήξερε ότι ήταν όνειρο.

    Μάλλον αυτό ήταν που τον τρόμαζε περισσότερο. Ότι ήταν όνειρο αλλά αισθανόταν σαν να είναι αληθινό, σαν να το νοιώθει πραγματικά εκείνη την στιγμή. Δεν έβλεπε όνειρο, ένιωθε όνειρο. Αυτό που έβλεπε ήταν κάτι τόσο ακανόνιστο, κάτι εντελώς ασαφές. Αυτό που ένιωθε, όμως, ήταν πολύ συγκεκριμένο.

    Πόνος. Ένιωθε πόνο σε όλο του το σώμα, από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Τον ένιωθε να πηγάζει από μέσα του, από κάθε κύτταρο του σώματος του. Και ήταν επιθανάτιος πόνος. Ήταν πόνος που ανακοίνωνε τον ερχομό του θανάτου πολύ σύντομα. Ήταν το τελευταίο συναίσθημα που θα μπορούσε να νιώσει κανείς πριν πεθάνει αφού πρώτα είχε χτυπηθεί πολύ σοβαρά. Δεν μπορούσε να καταλάβει σε ποιο σημείο του σώματος του είχε χτυπηθεί, ούτε από τι είχε χτυπηθεί. Απλά, ολόκληρο το σώμα του υπέφερε.

    Μέσα στην σκοτεινιά του ονείρου του, το κορμί του ούρλιαζε και το κεφάλι του κόντευε να εκραγεί. Οι ακανόνιστες εικόνες που άστραφταν μπροστά στα μάτια του έκαναν την κατάσταση ακόμη χειρότερη. Μέσα στις λάμψεις, είδε μια φιγούρα, μια πολύ λεπτή φιγούρα. Μια την έβλεπε και μέσα σε κλάσματα την έχανε ξανά μέσα στην μαυρίλα. Μετά ερχόταν ξανά. Εκείνος ήταν πεσμένος στο έδαφος και η φιγούρα όρθια μπροστά του. Όλοι οι μύες στο σώμα του τεντώθηκαν και συσφίχτηκαν και το δέρμα του ήταν υγρό από ιδρώτα. Ανάμεσα στις λάμψεις που έβλεπε κατάλαβε ότι η φιγούρα τον πλησίαζε αργά όσο τα ουρλιαχτά στο κεφάλι του δυνάμωναν.

    Τότε κατάλαβε ότι δεν ήταν μόνος με την άγνωστη, περίεργη φιγούρα. Ήταν και κάποιος άλλος μαζί του, κάποιος άλλος πεσμένος στο έδαφος σχεδόν δίπλα του. Τουλάχιστον αυτό κατάλαβε. Τότε, ξεκαθάρισαν όλα.

    Ο πόνος που ένιωθε δεν ήταν δικός του. Μπορεί να τον ένιωθε, αλλά δεν του άνηκε. Ο πόνος που ένιωθε ήταν απλωμένος παντού στον αέρα. Μπορούσε να τον δει τώρα. Ήταν απλωμένος στον αέρα και η πηγή ήταν ο άλλος που βρισκόταν μαζί του πεσμένος. Ο πόνος ερχόταν από εκείνον και ήταν τόσο πολύς, που είχε γεμίσει την ατμόσφαιρα γύρω τους. Είχε χρώμα. Ο πόνος είχε χρώμα κίτρινο. Έβλεπε μια θολή, κίτρινη μάζα αέρα γύρω του σαν μια δίνη άμμου να τους είχε περικυκλώσει όπου οι κόκκοι της περιστρέφονταν κυκλικά και κάθε φορά που ακουγόντουσαν οι κραυγές, οι κόκκοι περιστρέφονταν ακόμα πιο γρήγορα, σχεδόν απειλητικά. Όλο το χρώμα και ο πόνος προερχόταν από τον τύπο που ήταν δίπλα του. Το τοπίο γύρω του, τουλάχιστον αυτό που το όνειρο του επέτρεπε να διακρίνει, δεν θύμιζε σε τίποτα μέρος αυτού του κόσμου που γνωρίζουμε.

    Ξαφνικά, το μυαλό του γέμισε κραυγές προερχόμενες από την κόλαση και λιποθύμησε. Την ίδια στιγμή που λιποθύμησε, το πραγματικό του κορμί ξύπνησε και ανακάθισε με φόρα στο κρεβάτι του, στον γήινο κόσμο. Ήταν μέσα Ιουλίου και ο καύσωνας σκεφτόταν να μείνει στην περιοχή για λίγες μέρες ακόμη. Ήταν κάθιδρος λόγω της ζέστης και του ονείρου. Κολλούσε ολόκληρος, παρότι κοιμόταν μόνο με τα εσώρουχα. Το σεντόνι, αντίθετα με τον καύσωνα, είχε πάει ένα μακρύ ταξίδι νότια, προς τα πόδια του. Δεν το χρειαζόταν, άλλωστε.

    Συνειδητοποίησε ότι το στήθος του ανεβοκατέβαινε απότομα. Λαχάνιαζε σαν να είχε μόλις σταματήσει να τρέχει σε αγώνα εκατό μέτρων και η ίδια του η ζωή εξαρτιόταν από το αν θα νικούσε. Τουλάχιστον, η γυναίκα του, η Βέρα, κοιμόταν ακόμη. Την κοίταξε που κοιμόταν ήσυχη με γυρισμένη την πλάτη. Μπορεί να μην ξύπναγε εύκολα αλλά δεν θα του άρεσε αν το κατάφερνε εξ’ αιτίας του εφιάλτη που έβλεπε. Είδε ότι η ώρα ήταν τέσσερις και μισή.

    Αναστέναξε ανακουφισμένος που απελευθερώθηκε από αυτό το απαίσιο συναίσθημα στο οποίο ήταν παγιδευμένος. Ξάπλωσε πίσω στο μαξιλάρι του που ήταν και αυτό μούσκεμα. Δεν τον ένοιαξε. Οι εφιάλτες είχαν γίνει σχεδόν καθημερινοί. Δεν άντεχε άλλο. Αλλά τι περιμένεις, αν είσαι για τα περασμένα 25 χρόνια αστυνομικός και το μόνο που έχεις γνωρίσει είναι τον εφιάλτη και την μιζέρια της πρωτεύουσας;

    ***

    «Αναγνωστόπουλος» είπε στο τηλέφωνο.

    «Καλημέρα, Λεωνίδα» απάντησε με φανερό κέφι η Αξιωματικός Υπηρεσίας που είχε ξυπνήσει από τις πέντε το πρωί και φυσικά είχε απολαύσει τον βραδινό της ύπνο. Μέχρι τις δέκα η ώρα που ήταν τώρα έχει σίγουρα τελειώσει τον πρώτο της καφέ και έχει συνέλθει από το πρωινό ξύπνημα, νιώθοντας μια ευχάριστη διάθεση και ζωντάνια, πράγματα που έλειπαν από τον Λεωνίδα και δεν είχε καμία διάθεση να τα διακρίνει πάνω στους άλλους. Το αντίθετο, μάλιστα. Κάθε φορά που ξύπναγε το πρωί μετά από μια δύσκολη νύχτα, νευρίαζε όταν έβλεπε τους άλλους γεμάτους κέφι και φρεσκάδα.

    Το κεφάλι του ακόμη πονούσε από την έλλειψη ύπνου και από τον εφιάλτη που είχε το περασμένο βράδυ. Ένιωθε τα βλέφαρα του να ζυγίζουν σαράντα τόνους. Το ίδιο βαρύ του φαινόταν ότι ήταν και το ακουστικό του τηλεφώνου στο χέρι του. Η Βέρα είχε ξυπνήσει και εκείνη, από τις οχτώ, και έκανε κάποιες εργασίες στην κουζίνα. Άκουγε τους ήχους από τα ντουλάπια και το ψυγείο και κατάλαβε ότι κάτι ευχάριστο προετοίμαζε.

    «Καλημέρα» απάντησε και εκείνος απρόθυμα στο τηλέφωνο. Είχε πάρει τηλέφωνο στο αστυνομικό τμήμα του Άστρους Κυνουρίας όπου δούλευε για να ενημερωθεί για την ώρα που είχε υπηρεσία εκείνη την ημέρα, αν και ήξερε ότι κατά πάσα πιθανότητα θα δούλευε την απογευματινή βάρδια. Την προηγούμενη ημέρα είχε δουλέψει την πρωινή βάρδια, άρα μάλλον εκείνη την ημέρα θα έπαιρνε την απογευματινή και την επόμενη θα έκανε την βραδινή. Αυτό λεγόταν «κυλιόμενες βάρδιες». Έτσι πήγαινε συνήθως, αν και μερικές φορές δεν είχαν την δυνατότητα να το τηρήσουν και έπρεπε να πάρουν τηλέφωνο για να σιγουρευτούν. «Μπορείς να μου πεις τι βάρδια έχω σήμερα;»

    Στο τηλέφωνο, στο πόστο του Αξιωματικού Υπηρεσίας ήταν η Ανθυπαστυνόμος Ναταλία Σακά, μια αστυνομικός από την κοντινή Τρίπολη όπου πάντα έκανε χρέη Αξιωματικού Υπηρεσίας. Ποτέ δεν είχε δώσει δικαιώματα σε κανέναν και ήταν συμπαθής σε όλους, αλλά η σαρανταπεντάχρονη Ναταλία ήταν η κλασική περίπτωση ανθρώπου που ήθελε να πάρει μετάθεση σε κάποιο χωριό κοντά στο σπίτι της στην Τρίπολη για να περάσει όσο πιο ήσυχα και

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1