Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός
Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός
Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός
Ebook200 pages2 hours

Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός

Rating: 5 out of 5 stars

5/5

()

Read preview

About this ebook

Το βιβλίο αυτό, μέσα από απλά γεγονότα, διαλόγους, προβληματισμούς, περιγράφει την πάλη του ανθρώπου να αποκαλύψει το πρόσωπο του Θεού εκεί που το σκεπάζει η λογική αυτού του κόσμου, η φυσική αντίληψη των πραγμάτων και η υπεροπτική απαίτηση της ανθρώπινης μικρότητος. Είναι γεμάτο απαιτητικά ερωτήματα και έντονο προβληματισμό, που πολύ φυσιολογικά απασχολούν, ζαλίζουν και ενίοτε σκανδαλίζουν την ανθρώπινη ψυχή.
LanguageΕλληνικά
Release dateJan 11, 2018
ISBN9788827549414
Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός

Read more from Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος

Related to Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός

Related ebooks

Reviews for Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός

Rating: 5 out of 5 stars
5/5

2 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος

    ἐπιλόγου

    Προλογικὸ Σημείωμα

    Ὁ κόσμος στὸν ὁποῖο ζοῦμε ὀνομάζεται «κοιλάδα κλαυθμῶνος», «τόπος δακρύων». Ἴσως δικαιολογημένα. Ὅπου νὰ γυρίσεις ἀντικρύζεις πόνο, θλίψη, ἀδικία, θάνατο, ἁμαρτία. «Ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου»,¹ «κοσμοκράτωρ»² εἶναι ὁ διάβολος. Αὐτὸς διαρκῶς φαίνεται.

    Ὁ Θεός, ποὺ τὸ ὄνομά Του εἶναι «ὁ Ὤν», δηλαδὴ Αὐτὸς ποὺ εἶναι καὶ ἀπὸ τὸν Ὁποῖον ἔρχεται στὴν ὕπαρξη τὸ κάθε τι, δὲν φαίνεται. «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε».³ Γι΄ αὐτὸ καὶ ἀμφισβητεῖται, ἀκόμη καὶ ἡ ὕπαρξή Του. Αὐτὸς ὅμως «φανερώνει ἑαυτόν»⁴ καὶ σὲ ὅποιον τηρεῖ τὶς ἐντολές Του καὶ Τὸν ἀγαπᾶ ὑπόσχεται ὅτι θὰ τοῦ ἐμφανίσει τὸν ἑαυτό Του· «ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν».⁵

    Τὸ βιβλίο αὐτό, μέσα ἀπὸ ἁπλὰ γεγονότα, διαλόγους, προβληματισμούς, περιγράφει τὴν πάλη τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀποκαλύψει τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ ἐκεῖ ποὺ τὸ σκεπάζει ἡ λογικὴ αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἡ φυσικὴ ἀντίληψη τῶν πραγμάτων καὶ ἡ ὑπεροπτικὴ ἀπαίτηση τῆς ἀνθρώπινης μικρότητος. Εἶναι γεμάτο ἀπαιτητικὰ ἐρωτήματα καὶ ἔντονο προβληματισμό, ποὺ πολὺ φυσιολογικὰ ἀπασχολοῦν, ζαλίζουν καὶ ἐνίοτε σκανδαλίζουν τὴν ἀνθρώπινη ψυχή. Δὲν δίνει ὅμως καμία ἄμεση ἀπάντηση οὔτε προσπαθεῖ νὰ πείσει μὲ λογικὸ τρόπο καὶ ἐντυπωσιακὲς ἐπιχειρηματολογίες. Ἐπιδιώκει νὰ δώσει τὴ λεπτὴ αἴσθηση τῆς διακριτικῆς ἀλλὰ πειστικῆς παρουσίας τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἐκεῖ ποὺ Αὐτὸς δὲν διακρίνεται, μέσα στὸν πόνο, στὴν ἀναπηρία, στὴν τραγικότητα τῆς ζωῆς, στὸν ἀδυσώπητο θάνατο, ὅπως αὐτὴ προβάλλεται σὲ ἀληθινὰ γεγονότα καὶ ἀντανακλᾶται στὴ ζωὴ αὐθεντικῶν ἀνθρώπων.

    Ἡ ὅλη παρουσίαση χωρίζεται σὲ δύο μέρη. Τὸ πρῶτο μέρος προσπαθεῖ νὰ δείξει τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴν πρόκληση τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀπειλῆς τοῦ θανάτου. Παρουσιάζει μία πραγματικότητα καὶ μία λογικὴ πολὺ διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴν τῆς καθημερινότητος καὶ τοῦ ὀρθολογισμοῦ. Στὸ πρῶτο κεφάλαιο σχολιάζεται ἡ φαινομενικὴ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀκόμη καὶ μέσα σὲ ἕνα θαῦμα Του. Τὰ ἑπόμενα δύο Τὸν δείχνουν νὰ ἐπεμβαίνει τὴν τελευταία στιγμή, τότε ποὺ ἐξαφανίζεται καὶ ἡ τελευταία ἐλπίδα. Στὰ κεφάλαια ποὺ ἀκολουθοῦν, ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται μὲ ἕνα παράξενο πρόσωπο, κατοπτριζόμενος στὸν μυστικὸ κόσμο ἀτόμων μὲ νοητικὴ ὑστέρηση καὶ στὴ ζωὴ καὶ τὸ μεγαλεῖο νέων κυρίως ἀνθρώπων μὲ μεγάλης ἔκτασης ἀναπηρίες. Τὸ τελευταῖο κεφάλαιο τοῦ πρώτου μέρους δίνει τὸ περίγραμμα τῆς θεϊκῆς παρουσίας μέσα ἀπὸ τὸ δράμα τοῦ γονιοῦ ποὺ ἀντικρύζει τὸ παιδί του νὰ παλεύει μὲ τὸν καρκίνο καὶ νὰ ἔρχεται ἀντιμέτωπο μὲ τὴν ἀπειλὴ τοῦ θανάτου.

    Στὸ δεύτερο μέρος ἐπιχειρεῖται ἕνας διάλογος ἀμφισβητήσεως καὶ πίστεως ποὺ προξενεῖ ἡ πρόκληση τοῦ θανάτου. Ἐδῶ ὁ θάνατος δὲν ἀποτελεῖ φοβερὸ ἐνδεχόμενο, ἀλλὰ δεδομένο συμβάν. Ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ Θεοῦ ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ εἰλικρινῆ ἐρωτήματα καὶ λογικὰ ἐπιχειρήματα, ἐνῶ ἡ ἀλήθεια τῆς παρουσίας Του μέσα ἀπὸ αὐθεντικὰ γεγονότα. Στὸ πρῶτο κεφάλαιο περιγράφεται ἡ συμπαράσταση τῶν τελευταίων στιγμῶν ὡς πράξη κοινωνικῆς ἀγάπης ἀλλὰ καὶ ὡς κίνηση μετάγγισης πίστεως στὴν αἰώνια προοπτικὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι τέλος. Εἶναι πέρασμα στὴν κατάσταση τῆς ὄντως ζωῆς, «ἔνθα οὔκ ἐστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος». Οἱ περιγραφὲς ποὺ ἀκολουθοῦν στὰ ἑπόμενα κεφάλαια σταδιακὰ ὁδηγοῦν στὴν αἴσθηση τῆς αἰωνίου ἀναστάσεως, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται στὶς καρδιὲς ἀνθρώπων ποὺ ἔζησαν τὴν τραγικότητα τοῦ θανάτου τῶν παιδιῶν τους ἢ ὅπως ἀποτυπώνεται στὸ βαθύτερο εἶναι συνανθρώπων μας ποὺ μεταμόρφωσαν τὴν προσμονὴ τοῦ δικοῦ τους θανάτου σὲ προσδοκία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

    Ὅλα τὰ περιστατικὰ ποὺ παρατίθενται εἶναι ἀπολύτως ἀληθινά. Ἁπλά, στὰ περισσότερα, ὅπου αὐτὸ κρίθηκε ἀναγκαῖο, ἔχουν γίνει μικρὲς ἀλλαγὲς σὲ ὀνόματα, τοποθεσίες ἢ λεπτομέρειες, προκειμένου νὰ μὴν ἀποκαλυφθεῖ βάναυσα ἡ ταυτότητα τῶν προσώπων. Ἐπίσης, συνειδητὰ ἀποφεύχθηκε κάθε προσπάθεια ὡραιοποίησης τῶν πραγμάτων ὥστε νὰ μὴν τραυματισθεῖ ἡ αὐθεντικότητα καὶ ἡ ἀλήθεια τῶν περιγραφομένων νοημάτων. Ὁρισμένες περιγραφὲς ἀποτελοῦν συγχώνευση δύο περιστατικῶν σὲ ἕνα. Σκοπός μας δὲν εἶναι νὰ γράψουμε μὲ ἀκρίβεια ἱστορίες ἢ γεγονότα, ἀλλὰ νὰ δείξουμε ὅσο πιὸ καθαρὰ μποροῦμε τὴν ἀλήθεια τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς καὶ κυρίως τὴ μεγάλη ἀλήθεια τῆς θεϊκῆς παρουσίας μέσα στὴν καθημερινότητα, μέσα στὸν ἀνθρώπινο κόσμο, κυρίως «ἐκεῖ ποὺ δὲν φαίνεται ὁ Θεός»…

    Ὁ Θεὸς εἶναι «ἕτερος», ἄλλου εἴδους, κατὰ τὴ μορφή, «ξένος», ἀσυνήθης, κατὰ τὴ συνάντηση, «καινὸς» κατὰ τὴ μέλλουσα ἐμφάνιση. Σκοπὸς αὐτοῦ τοῦ βιβλίου εἶναι νὰ προκαλέσει ἑτερότητα λογικῆς, «καινότητα ζωῆς», «ξένωσιν» ἐκ τοῦ κόσμου καὶ νὰ ὁδηγήσει ἔτσι στὴ θέα τῶν μειζόνων,⁶ στὴν πίστη τῶν μὴ νοουμένων καὶ στὴν «ὑπόσταση τῶν ἐλπιζομένων».⁷ Μόνον ἔτσι μπορεῖ ὁ πονεμένος ἀπὸ πρόσωπα καὶ γεγονότα ἄνθρωπος, ὁ πενθῶν γιὰ τὴ φύση του καὶ ἀπογοητευμένος ἀπὸ τὴ λογική του νὰ ἀντικρύζει τὸ φῶς, νὰ «στήκει ἐν τῇ πίστει, νὰ κραταιοῦται»⁸ καὶ νὰ «ἐνδυναμοῦται ἐν Κυρίῳ»⁹ «χαίρων ἐν τοῖς παθήμασί του»,¹⁰ καὶ παραμυθούμενος ὑπὸ τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος.


    1 (Ἰω. ιβ΄ 31)

    2 (Ἐφ. στ΄ 12)

    3 (Ἰω. α΄ 18)

    4 (Ἰω. κα΄ 1)

    5 (Ἰω. ιδ΄ 21)

    6 (Ἰω. α΄ 51)

    7 (Ἑβρ. ια΄ 1)

    8 (Α΄ Κορ. ιστ΄ 13)

    9 (Ἐφ. στ΄ 10)

    10 (Κολ. α΄ 24)

    ΜΕΡΟΣ Α΄

    «Διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος...

    εἰς ἀναψυχὴν»

    Θεραπεία τοῦ παραλύτου τῆς Βηθεσδᾶ

    «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»

    Τί φοβερὸς ποὺ εἶναι ὁ κόσμος ποὺ ζοῦμε! Ὅπου στρέψεις τὸ βλέμμα σου ἀντικρύζεις πόνο, ἀδικία, κακότητα, ἔνταση, ἁμαρτία, βία, πολέμους, δυστυχία. Γιατί ἆραγε; Καὶ γιατί ὅλα αὐτὰ νὰ συνυπάρχουν μὲ φυσικὴ ὀμορφιά, μὲ ἀπαράμιλλη καλωσύνη, μὲ ἀνθρώπινο μεγαλεῖο; Γιατί νὰ ἐναλλάσσεται τὸ καλὸ μὲ τὸ κακό; Γιατί νὰ διαπλέκεται ἡ δυστυχία μὲ τὴν εὐτυχία; Γιατί νὰ ἀντιπαλεύει ἀδιάκοπα τὸ προκλητικὸ ἐρώτημα τῆς θεϊκῆς ἀπουσίας ἢ καὶ ἀνυπαρξίας μὲ τὴ μυστικὴ ὑποψία τῆς θεϊκῆς παρουσίας;

    Ὁ κόσμος αὐτὸς δὲν παραπέμπει σὲ ἐμφανῆ Θεό, ποὺ ψηλαφεῖται αἰσθητὰ ἢ ἀνιχνεύεται λογικά. Αὐτὸν τὸν θεὸ μᾶλλον τὸν διαγράφει. Ἡ λογικὴ θεώρησή του ὁδηγεῖ σὲ ἐπώδυνες ἀμφιβολίες. Μιὰ δυναμικὴ ζωῆς, χωρὶς ὅμως συνέχεια. Μιὰ ἀπέραντη ὀμορφιά, μὲ ἐπίλογο βέβαιου θανάτου. Ἕνα σφιχταγκάλιασμα τῆς ἀνάγκης τοῦ γιὰ πάντα μὲ τὴν ἀπέραντη ἀπογοήτευση τοῦ τώρα. Δυστυχία μηδενιστικῶν συμπερασμάτων!

    Ὁ κόσμος χωρὶς Θεὸ ὅμως δὲν ἀντέχεται. Κάθε σκέψη ἀπουσίας Του προξενεῖ βαθειὰ ἀπογοήτευση, αἴσθηση κενοῦ, ἔλλειψη σκοποῦ, ἀσάφεια προορισμοῦ, ἀνυπαρξία λόγου καὶ αἰτίας ὕπαρξης. Διευκολύνει τὴν ἀσυδοσία τοῦ παρόντος, ταυτόχρονα ὅμως πνίγει τὴν προοπτικὴ τοῦ ἀτέρμονος μέλλοντος καὶ τὴν προσδοκία τῆς ἀνώτερης ζωῆς. Ἀντίθετα, ἡ διαπίστωση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ γεννᾶ ἐλπίδα, δίνει φῶς, προσφέρει κατεύθυνση. Τὸ Εὐαγγέλιο παρουσιάζει τὸν Θεὸ ζῶντα, ἐνεργοῦντα, παρεμβαίνοντα στὴν ἱστορία. Τὸ διαβάζουμε γιὰ νὰ φωτιστοῦμε καὶ νὰ παρηγορηθοῦμε. Τόσα καὶ τόσα περιστατικὰ φανερώνουν τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ! Τὰ θαύματα πιστοποιοῦν τὴ δύναμη καὶ τὴν ἀγάπη Του. Ἡ εἰλικρίνεια μὲ τὴν ὁποία εἶναι γραμμένο πείθει γιὰ τὴν αὐθεντικότητα τῶν λεγομένων Του. Τὸ διαβάζεις καὶ ἀναφωνεῖς: «μεθ΄ ἡμῶν ὁ Θεός. Γνῶτε ἔθνη καὶ ἡττᾶσθε ὅτι μεθ΄ ἡμῶν ὁ Θεός». Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας. Αὐτὴ ἡ πεποίθηση ἀποτελεῖ τὴν πηγὴ τῆς δύναμής μας. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν τὸ διαβάζουμε γιὰ νὰ πιστέψουμε. Τὸ ἀνοίγουμε ἐπειδὴ πιστεύουμε, μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ νὰ φωτισθοῦμε.

    Νά ὅμως ποὺ κάποτε ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου ξενίζει. Ἀντὶ νὰ στηρίζει, σκανδαλίζει· ἀντὶ νὰ οἰκοδομεῖ, γκρεμίζει· ἀντὶ νὰ ξεκαθαρίζει, σὲ ζαλίζει. Σοῦ φανερώνει ἀλήθειες ποὺ μόλις τὶς ἀκούσεις σὲ κάνουν νὰ θαυμάζεις, ὅταν ὅμως σκεφτεῖς, σὲ ὑποχρεώνουν νὰ ἐγκατασταθεῖς σὲ ἀσφυκτικὰ ἀδιέξοδα.

    Μιὰ πρώτη ματιὰ στὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλύτου τῆς Βηθεσδᾶ, ὅπως αὐτὴ περιγράφεται στὸ ε΄ κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου, ἐντυπωσιάζει γιὰ τὴ θεϊκὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Πράγματι, μὲ μόνο τὸν λόγο Του συντρίβει τὸ ἀναμενόμενο ἀλλὰ σπάνιο θαῦμα καὶ ἀνακουφίζει μὲ τὴν ἔκπληξη μιᾶς ἀπροσδόκητης θεραπείας μὲ ἐντελῶς πρωτοφανεῖς ὅρους. Μιὰ ὅμως προσεκτικότερη ἀνάγνωση τῶν συνθηκῶν τῆς περιγραφῆς ἀνατρέπει τὸ σκηνικό. Γεννᾶ ἐρωτήματα ποὺ βασανίζουν τοὺς μηχανισμοὺς τῆς πίστης. Προκαλεῖ τὸν ἄνθρωπο τοῦ ὀρθοῦ λόγου μὲ ἀδυσώπητο τρόπο· τὸν ἀναστατώνει.

    Ἕνας ἄνθρωπος τριάντα ὀκτὼ χρόνια κατάκοιτος ξεχωρίζεται ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ θεραπεύεται μὲ ἐντυπωσιακὸ τρόπο. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μὲ χαρακτηριστικὴ συντομία παρουσιάζει τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία. Καὶ ἐνῶ τὸ ἀποτέλεσμα ἀναπαύει τὴν πίστη, οἱ λεπτομέρειες τὴν κλονίζουν.

    Μιὰ δεξαμενὴ μὲ νερὸ καὶ γύρω της, κατὰ τὴν περιγραφὴ τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, «πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν». Γύρω ἀπὸ τὴ δεξαμενὴ ἕνα τραγικὸ πλῆθος δύστυχων, δεινοπαθούντων ἀνθρώπων, ὁ καθένας τους μὲ πόνο καὶ ὅλοι μαζὶ μὲ μιὰ παράξενη, ἀνταγωνιστικὴ ἐλπίδα. Περιμένουν τὴν ξαφνικὴ ἔλευση ἑνὸς ἀγγέλου, προκειμένου νὰ ταράξει τὸ νερό της. Μόλις τὸ πάρουν εἴδηση, προσπαθοῦν ὅλοι αὐτοί, μὲ τὸ ἀπομεινάρι τῶν φυσικῶν δυνάμεών τους, μὲ τὴν τεράστια πίεση τῆς ἐσώτερης ἐπιθυμίας τους, νὰ συρθοῦν πρὸς τὴ δεξαμενή, διότι «ὁ πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι», αὐτὸς ποὺ θὰ καταφέρει νὰ βουτήξει μέσα πρῶτος θεραπεύεται ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀσθένεια ἔχει· μόνον ὁ πρῶτος.

    Ἀνάμεσα σὲ ὅλους καὶ ἕνας παράλυτος γιὰ τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια. «Τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον», τὸν βλέπει διερχόμενος ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδᾶ ὁ Κύριος, τὸν πλησιάζει καὶ τοῦ λέει: «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Τί ἁπλὴ ἐρώτηση! Καὶ ἐκεῖνος δὲν ἀπαντᾶ εὐθέως «φυσικά, θέλω», ἀλλὰ λέει «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν», δὲν ἔχω κάποιον ἄνθρωπο ὥστε μόλις ταραχθεῖ τὸ ὕδωρ νὰ μοῦ δώσει μιὰ σπρωξιὰ καὶ νὰ μπῶ ἐγὼ στὸ νερὸ πρῶτος. Ἐνῶ δὲ ἐγὼ πλησιάζω «ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει», κάποιος ἄλλος μὲ προλαβαίνει. Ὁ Κύριος δὲν τοῦ λέει τίποτε ἄλλο παρὰ μόνον «ἔγειραι, ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ περιπάτει». Καὶ μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο, μὲ ἕναν ἁπλούστατο, ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπ΄ ὅλο αὐτὸ τὸ σκηνικὸ τρόπο, ὁ Κύριος τοῦ δίνει τὴν ὑγεία του, τὸν σηκώνει ἀπὸ τὴν κλίνη τῆς ὀδύνης καὶ τῆς δοκιμασίας. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, τοῦ δίνει καὶ τὴ δύναμη νὰ σηκώσει καὶ τὸ κρεβάτι του καὶ νὰ πάει στὴν εὐχὴ τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς καμία κίνηση! Μὲ ἕναν μόνο λόγο! Ὕστερα ἀπὸ τριάντα ὀκτὼ χρόνια! Ὕστερα ἀπὸ μία ὁλόκληρη ζωή!

    Συνήθως μένουμε στὸ δεύτερο μέρος, στὸν ἐντυπωσιασμὸ τοῦ θαύματος, καὶ ὁμολογοῦμε τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ, τὴ δυνατότητά Του νὰ ὑπερβαίνει καὶ τὶς θαυματουργικὲς δυνάμεις μὲ αἰφνιδιασμοὺς μειζόνων ἐνεργειῶν, ποὺ σοφὰ θεραπεύουν μαζὶ μὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή. Ἂν ὅμως ἀφήσουμε τὴ σκέψη μας στὴν περιγραφὴ τῆς εἰσαγωγῆς τῆς περικοπῆς, τὰ ἐσωτερικά μας αἰσθήματα εἶναι πολὺ διαφορετικά.

    Ἡ εἰκόνα εἶναι φοβερή. Τὸ θέαμα ἀποκρουστικό. Τὰ ἐρωτήματα ἀδυσώπητα. Ὁ ἄγγελος ἀπροειδοποίητα, «κατὰ καιρόν», ταράσσει τὸ νερὸ καὶ μόνον «ὁ πρῶτος» βρίσκει ἴαση. Ἐδῶ τελειώνει τὸ θαῦμα, ἐδῶ ἐξαντλεῖται καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ ἀρχίζει τὸ δράμα τῆς σκέψης καὶ τῆς λογικῆς. Πόνος τεράστιος, ἀδικία ἀνεξήγητη, ἐρωτήματα ἀναπάντητα. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐλάχιστο, μόνο γιὰ τὸν ἕνα, γιὰ τὸν πρῶτο. Πῶς νὰ συμβαδίσει αὐτὸ μὲ τὴ λογική μας; Πῶς νὰ ἑρμηνεύσει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; τὴ δικαιοσύνη, τὴν ταπείνωσή Του; Πῶς νὰ πείσει γιὰ τὴν παρουσία Του; Μᾶλλον προκαλεῖ μὲ τὴν ἀπουσία Του.

    Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ πιστεύσει κανεὶς ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Θεὸς ἐπιλέγει νὰ δείξει τὴ θεότητά Του καὶ νὰ θεραπεύσει; Γιατὶ θὰ ἔπρεπε -ἂς φανταστοῦμε τὸ θέαμα- νὰ κατεβεῖ ὁ ἄγγελος, νὰ ταράξει τὸ νερὸ σὲ ἄγνωστη στιγμή, ὥστε δίχως καμία προετοιμασία, ξαφνικὰ αὐτοὶ οἱ δύστυχοι ἄνθρωποι, τυφλοί, χωλοί, ἄρρωστοι καὶ ἀνάπηροι, νὰ σέρνονται, νὰ ἀνταγωνίζονται μάλιστα ποιός θὰ μπεῖ πρῶτος γιὰ νὰ θεραπευτεῖ; Μόνο γιὰ ἕναν ὑπῆρχε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ; ὄχι γιὰ τὸν δεύτερο; Καὶ μὲ ποιό κριτήριο αὐτὸ προσφέρεται; τὴ φυσικὴ ἑτοιμότητα καὶ ἐπιδεξιότητα τῶν ἀναπήρων καὶ ὄχι τὴν ἀρετή; τὴν ἐπιτυχία στὴν ἀνταγωνιστικότητα καὶ ὄχι τὴν ταπείνωση καὶ τὸν πνευματικὸ ἀγώνα; Γιατί στὸν πρῶτο καὶ ὄχι στὸν καλύτερο; ὅλο αὐτὸ δὲν καταδεικνύει λίγη ἀγάπη καὶ καθόλου δικαιοσύνη;

    Ἐκτὸς τούτων, ποιός ἄγγελος τοῦ Θεοῦ θὰ μποροῦσε νὰ προκαλέσει αὐτὴν τὴν ταραχή, νὰ ἀντικρύσει αὐτὸ τὸ φαινόμενο καὶ στὴ συνέχεια νὰ ἐπιστρέψει ἀναπαυμένος ὅτι ἐξεπλήρωσε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Τελικά, τί ἔχει μεγαλύτερη σημασία; ἡ χαρὰ τῆς θεραπείας τοῦ ἑνὸς ἢ τὸ δράμα τῆς τραγωδίας τῶν πολλῶν; Καὶ πῶς ὁ ἕνας ποὺ θεραπεύθηκε, ἂν μάλιστα ἐπιβραβεύεται γιὰ τὴν πίστη του ἢ τὴν ἀρετή του, εἶναι δυνατὸν νὰ χαρεῖ τὴ θεραπεία του, ὅταν οἱ ὑπόλοιποι συνάνθρωποί του, οἱ συμπάσχοντες ὣς τώρα μαζί του, ὄχι μόνο δὲν λυτρώνονται, ἀλλὰ ἀντικρύζουν τὴν παράξενη αὐτὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ νὰ σκεπάζει τὸν ἕναν μόνο καὶ μάλιστα ὄχι τὸν πιὸ καλὸ ἢ τὸν πιὸ ἀσθενῆ ἀλλὰ τὸν πιὸ «τυχερό»; Δὲν προκαλεῖ αὐτό; Εἶναι δυνατὸν ὅλα αὐτὰ νὰ γίνονται κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ καὶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του;

    Εἶναι πολὺ ἀνθρώπινη ἡ ζήλεια, ὅταν θεραπεύεται

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1