Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου
Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου
Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου
Ebook440 pages4 hours

Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Ο άγιος Αυγουστίνος, επίσκοπος Ιππώνος, αναζητώντας την αλήθεια στα χρόνια της νεότητός του, και διατελών μέσα στο σκότος της άγνοιας πέρασε από αιρέσεις, έζησε βίο αμαρτωλό και έκδοτο στα πάθη. Ώσπου ήλθε η ώρα της χάριτος. Συνάντησε τον άγιο επίσκοπο Μεδιολάνων Αμβρόσιο και δόθηκε με θέρμη και ζήλο στον Χριστό και στο άγιο Ευαγγέλιό του. Προικισμένος δε με βάθος ψυχής και έξοχα διανοητικά χαρίσματα αφιέρωσε τα τάλαντά του στην διακονία της Εκκλησίας και του ποιμνίου της.
Συνέγραψε ποικίλου περιεχομένου εκκλησιαστικά συγγράμματα, που είναι μέχρι σήμερα αντικείμενο μελέτης των ειδικών. Ανάμεσα στα συγγράμματα του ιερού πατρός είναι και το ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ. Στη λέξη αυτή συμπεριλήφθηκαν τέσσερα βιβλία του με κοινό περιεχόμενο. Αυτά είναι: α) Οι Μελέτες, β) Τα Μονολόγια, γ) Περί της του Χριστού Θεωρίας, και δ) Περί συντριβής της καρδίας.
Το περιεχόμενό τους, που αποδόθηκε με τη λέξη ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ από τον Ψαλμό 140,1 «Κύριε, εκέκραξα πρὸς σέ...», είναι η εκ βάθους ψυχής προσευχή. Είναι κραυγή, δέησι, ικεσία, ευχαριστία, δοξολογία, ύμνος και ξέσπασμα καρδιάς. Είναι τέλος νυγμός, πόθος και υπέραγνος πνευματικός έρωτας της ψυχής προς το άκρως εφετόν, τον αγαπώμενο Κύριο.
LanguageΕλληνικά
Release dateMay 8, 2018
ISBN9788828320500
Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου

Read more from Αρχιμανδρίτης Νικηφόρος Μανάδης

Related to Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου

Related ebooks

Reviews for Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Το Κεκραγάριο του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου - Αρχιμανδρίτης Νικηφόρος Μανάδης

    ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

    Ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, ἐπίσκοπος Ἱππῶνος, ἀναζητώντας τὴν ἀλήθεια στὰ χρόνια τῆς νεότητός του, καὶ διατελῶν μέσα στὸ σκότος τῆς ἄγνοιας πέρασε ἀπὸ αἱρέσεις, ἔζησε βίο ἁμαρτωλὸ καὶ ἔκδοτο στὰ πάθη. Ὥσπου ἦλθε ἡ ὥρα τῆς χάριτος. Συνάντησε τὸν ἅγιο ἐπίσκοπο Μεδιολάνων Ἀμβρόσιο καὶ ἄλλαξε ζωὴ γενόμενος χριστιανός, ἀλλὰ χωρὶς ἐκπτώσεις. Δόθηκε μὲ θέρμη καὶ ζῆλο στὸν Χριστὸ καὶ στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό του. Προικισμένος δὲ μὲ βάθος ψυχῆς καὶ ἔξοχα διανοητικὰ χαρίσματα ἀφιέρωσε τὰ τάλαντά του, ὡς πρεσβύτερος καὶ ἐπίσκοπος Ἱππῶνος, στὴν διακονία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ποιμνίου της.

    Ἕνας ἀπὸ τοὺς τρόπους τῆς διακονίας του ἦταν καὶ ἡ χρῆσι τῆς πολυτάλαντης γραφῖδος του. Συνέγραψε ποικίλου περιεχομένου ἐκκλησιαστικὰ συγγράμματα, ποὺ εἶναι μέχρι σήμερα ἀντικείμενο μελέτης τῶν εἰδικῶν. Ἀνάμεσα στὰ συγγράμματα τοῦ ἱεροῦ πατρὸς εἶναι καὶ τὸ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ. Στὴ λέξι αὐτὴ συμπεριλήφθηκαν τέσσερα βιβλία του μὲ κοινὸ περιεχόμενο. Αὐτὰ εἶναι: α) Οἱ Μελέτες, β) Τὰ Μονολόγια, γ) Περὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ Θεωρίας, καὶ δ) Περὶ συντριβῆς τῆς καρδίας.

    Τὸ περιεχόμενό τους, ποὺ ἀποδόθηκε μὲ τὴ λέξι ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ ἀπὸ τὸν Ψαλμὸ 140,1 «Κύριε, ἐκέκραξα πρὸς σέ...», εἶναι ἡ ἐκ βάθους ψυχῆς προσευχή. Εἶναι κραυγή, δέησι, ἱκεσία, εὐχαριστία, δοξολογία, ὕμνος καὶ ξέσπασμα καρδιᾶς. Εἶναι τέλος νυγμός, πόθος καὶ ὑπέραγνος πνευματικὸς ἔρωτας τῆς ψυχῆς του πρὸς τὸ ἄκρως ἐφετόν, τὸν ἀγαπώμενο Κύριο. Πρὸς αὐτὸν ποὺ δὲν ἀπαξίωσε νὰ κατέλθη στὴ γῆ καὶ νὰ φθάση μέχρι τὴν Σταυρικὴ θυσία γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Ἀπολαμβάνοντας αὐτὸ τὸ βάθος καὶ τὸ ὕψος τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος ἀπορεῖ καὶ μαλλώνει τὸν ἑαυτό του, ἐπειδὴ εἶχε σπαταλήσει τόσα χρόνια στὸ σκότος μακρὰν τοῦ ἀγαπωμένου πλέον Κυρίου του. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁμολογεῖ, «Ὀψὲ ἠγάπηκά σε, τὸ κάλλος τὸ οὕτως ἀρχαῖον καὶ νέον. Ὀψὲ ἠγάπηκά σε. Φεῦ τοῦ χρόνου ἐκείνου, ὅτε σε ὁ δείλαιος οὐκ ἠγάπων!».

    Αὐτὸ τὸ ἁγιασμένο ἄρωμα τῆς φλεγομένης ἀπὸ θεῖον ἔρωτα ψυχῆς τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου, κάτι ἀνάλογο μὲ τὸ ἐξαίσιο ποίημα Ἆσμα Ἀσμάτων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μᾶς μεταφέρει σὲ ἁπλῆ γλῶσσα ὁ ἀρχιμ. Νικηφόρος Μανάδης, Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος Ἑορδαίας καὶ Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Ἀρδάσσης.

    Μέχρι σήμερα χρησιμοποιούσαμε μετ’ ἐμποδίων τὸ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ μὲ τὴν πρὸ διακοσίων ἐτῶν μετάφρασι ἀπὸ τὰ λατινικὰ τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως μὲ τὶς δυσκολίες ποὺ ἔχει ἡ γλῶσσα του, σὰν νὰ εἶναι ἀρχαῖο καὶ μάλιστα σὲ πολλὰ σημεῖα δυσνόητο κείμενο, ὅπως σημειώνει καὶ ὁ ἅγιος Νεκτάριος στὸν πρόλογο τῆς ἐκδόσεώς του. Εἴθε μὲ τούτην τὴν ἔκδοσι τοῦ ἱεροῦ κειμένου νὰ κατανοῆται καλλίτερα πλέον καὶ τὸ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ τοῦ ἁγίου Αὐγουστίνου.

    Χαίρομαι δὲ καὶ συγκινοῦμαι, διότι ὁ μεταφραστὴς ἀφιέρωσε τὴν παροῦσα ἐργασία του στὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ μακαριστοῦ προκατόχου καὶ ἁγίου Γέροντός μας ἐπισκόπου Φλωρίνης κυροῦ Αὐγουστίνου (1907-28.8.2010, ἐκοιμήθη τὴν ἴδια ἡμέρα καὶ ὁ Γέρων μετὰ τοῦ ἀγαπωμένου του ἁγίου Αὐγουστίνου!). Ὁ ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος, ἐκτιμῶν ὅλως ἰδιαίτατα τὸν ἅγιο Αὐγουστῖνο, συνετέλεσε τὰ μέγιστα κατὰ τὰ ἔτη τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας του, νὰ διαδοθῆ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἅγιο, τοῦ ὁποίου ἔφερε «ἀναξίως» τὸ ὄνομα, ὅπως συνήθιζε νὰ λέγη ὁ ἴδιος, καὶ ἐπαξίως συμπληρώνουμε ἐμεῖς. Εἴθε νὰ συναγάλλονται πλέον ἐν οὐρανοῖς στὴν εὐλογημένη Βασιλεία τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποία ἀγάπησαν, διακόνησαν καὶ κήρυξαν μὲ τὴν ἴδια ζέσι καὶ φλόγα καὶ οἱ δύο ἐπίσκοποι Αὐγουστῖνοι, Ἱππῶνος καὶ Φλωρίνης, καὶ νὰ εὐλογοῦν τὸ πλήρωμα τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Ὅσο γιὰ τοὺς ἐπικριτάς των, ἂς ξεφυλλίσουν πρῶτα τὸν βίο καὶ τὰ ἔργα τῶν Αὐγουστίνων, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, κι ὕστερα ἂς ζυγίσουν τὰ λόγια τους.

    Μετ’ ἐγκαρδίων εὐχῶν

    ὁ Μητροπολίτης

    +Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν καὶ Ἑορδαίας

    ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ

    ἀφιερώνεται

    στὴν Ἱερὴ Μνήμη τοῦ μακαριστοῦ

    Γέροντος ἐπισκόπου Φλωρίνης, Πρεσπῶν καὶ Ἑορδαίας

    Αὐγουστίνου 1907 – +28.8.2010

    α. Βίος Ἁγίου Αὐγουστίνου ὑπὸ ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου.

    Ἅγιος Αὐγουστῖνος Ἐπίσκοπος Ἱππῶνος

    «Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Παναγιώτατος καὶ Σοφώτατος οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κύριος κύριος Νεόφυτος (ὁ Ζ΄ 1799-1801) ...

    Εἶτα οὕτως ἐμοὶ τῶ ἐλαχίστῳ πάντων τὴν διακονίαν τῆς ἐκλογῆς τῶν εὐχῶν, δὸς δ’ εἰπεῖν καὶ συλλογῆς καὶ διορθώσεως ἐπετρέψατο.

    Ἀναγνοὺς δὲ καὶ τὰς τοῦ Μακαρίου, Σοφωτάτου τε καὶ Θεολογικωτάτου Αὐγουστίνου Θεωρητικὰς Εὐχάς, καὶ τῷ γλυκερῷ βέλει τοῦ ἐν αὐταῖς θείου πόθου καὶ ἔρωτος βληθεὶς τὴν ψυχήν, ἀντιγραφῆναι δὴ καὶ ταύτας καὶ διορθωθῆναι προσέταξεν...».

    Ἔρωτι φλεχθεὶς τοῦ Θεοῦ, Αὐγουστῖνε,

    Φωστὴρ ἐδείχθης παμφαέστατος μάκαρ.

    «Ὁ θεῖος καὶ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ὁ καὶ Αὐρήλιος ὀνομαζόμενος, ἐν Ταγάστῃ τῆς ἐν Καρθαγένῃ, ἤτοι τῷ νῦν Τουνεζίῳ, Νουμιδίας, υἱὸς Πατρικίου καὶ Μονίκκης, ἐγεννήθη τῇ 13ῃ Νοεμβρίου 354, ἐπὶ τοῦ μεγάλου Θεοδοσίου, διαρκέσας καὶ ἕως τῶν χρόνων Ἀρκαδίου καὶ Ὀνωρίου τῶν υἱῶν αὐτοῦ τῶν ἡγεμόνων, γέρων γενόμενος. Σπουδάσας δὲ τὰ ἑλληνικὰ μαθήματα, προθυμότερον ὅμως σπουδάσας τὰ λατινικά, ἐμπειρότατος ἐγένετο εἰς τὴν φιλοσοφίαν, καὶ μάλιστα εἰς τὴν ρητορικὴν καὶ διαλεκτικήν. Ὥστε οἱ τοῦ τότε καιροῦ ἄνθρωποι κοινὴν ἔφερον ἐπὶ στόματος τὴν εὐχὴν ταύτην, «ρύσαιτο ἡμᾶς ὁ Θεὸς τῆς Αὐγουστίνου διαλεκτικῆς», ὡς μαρτυρεῖ Γεννάδιος ὁ Σχολάριος ἐν τοῖς περὶ τῆς Ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος λόγοις.

    Γενόμενος δὲ τριάκοντα ἐτῶν, ὄχι μόνον ἀπὸ τὸ πῦρ τῶν σαρκικῶν παθῶν περιεφλέχθη, γεννήσας ἤδη ἐκ παλλακίδος υἱόν, Ἀδεοδᾶτον (=ἀπὸ τὸ Θεὸ δοσμένος) καλούμενον, ὡς μαρτυρεῖ ὁ Μελέτιος (τόμος β΄ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας σελ. 19), ἀλλὰ καὶ Μανιχαῖος γέγονεν ἔτη ἐννέα. Ἀπελθὼν δὲ εἰς Ῥώμην καὶ τὰ Μεδιόλανα, διὰ νὰ διδάξῃ ἐκεῖ τὴν Ρητορικήν, καὶ γνωρισθεὶς μὲ τὸν θεῖον Ἀμβρόσιον τῇ ἐκείνου διδασκαλίᾳ τῆς πλάνης ἐλευθερώθη καὶ ἐβαπτίσθη ὑπὸ τοῦ Ἀμβροσίου αὐτός τε καὶ ὁ υἱὸς αὐτοῦ.

    Μετανοήσας δὲ ἐπὶ τοῖς πεπραγμένοις παρ’ αὐτοῦ πρότερον, τοσοῦτον πλούσιον ἔλαβε παρὰ Θεοῦ τὸ τῆς κατανύξεως χάρισμα, ὥστε εὐκολώτερον ἦτον νὰ στήσῃ τινὰς τὰ νάματα τῶν πηγῶν παρὰ νὰ στήσῃ τὰ ἐκείνου ἀείῤῥοα δάκρυα. Διὰ τὰ ὁποῖα καὶ θείας ἐλλάμψεως καὶ φωτισμοῦ ὁ τρισμακάριστος ἠξιώθη καὶ τὴν τῆς θεολογίας χάριν ἄφθονον καὶ δαψιλῆ παρὰ Θεοῦ ἐκομίσατο.

    Ἐπίσκοπος δὲ Ἱππῶνος χειροτονηθείς, τῆς ἐν Καρθαγένῃ, παρῆν τῇ Συνόδῳ τῇ ἐν Καρθαγένῃ συγκροτηθείσῃ. Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν Μέγας Διδάσκαλος καὶ Θεολόγος περιφανέστατος τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἀνεδείχθη, πάμπολλα συγγράμματα καταλιπὼν ἐν αὐτῇ, ἅπερ πάντα Λατινιστὶ μόνον εἰσὶ γεγραμμένα, τὸ ὁποῖον τῇ ἀληθείᾳ εἶναι πολλῆς λύπης ἄξιον τὸ νὰ ὑστερώμεθα ἡμεῖς, δηλαδὴ οἱ Γραικοί, τοιούτου πλούτου πνευματικοῦ. Ἐκ τῶν συγγραμμάτων δὲ αὐτοῦ ὀλίγά τινα φέρονται μεταφρασμένα εἰς γλῶσσαν Ἑλληνικήν. Ἐξ ὧν εἰσι τά τε δεκαπέντε βιβλία, ἤτοι λόγοι, τὰ περὶ Τριάδος διαλαμβάνοντα, ὑπὸ Μαξίμου τοῦ Πλανούδη μεταφρασθέντα ἐν ἑνὶ τόμῳ περιεχόμενα καὶ σωζόμενα ἐν τῇ κατὰ τὸν Ἄθω Ἱερᾷ καὶ βασιλικῇ Μονῇ τοῦ Βατοπαιδίου, (ἃ καὶ εἴθε νὰ εὑρεθῇ τινὰς φιλόχριστος διὰ νὰ τὰ ἐκδώση).

    Καὶ αἱ παροῦσαι εὐχαί, δηλαδὴ τὰ Μονολόγια τοῦ Κεκραγαρίου, αἱ παρὰ Δημητρίου τοῦ Κυδώνη τοῦ ἀποστατήσαντος μὲν ἐκ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καὶ πρὸς τὴν Λατινίδα αὐτομολήσαντος, σοφοῦ δὲ κατὰ τὰ ἄλλα ἀνδρὸς καὶ μᾶλλον ἐν ταῖς ἀναλογίαις τῶν ἀριθμῶν καὶ ἐν τῇ προσφυεστάτῃ μεθερμηνεύσει ἀπὸ τῆς Λατινικῆς γλώσσης εἰς τὴν Ἑλληνικὴν ὡς μαρτυρεῖ ὁ σοφὸς Βρυέννιος ἐν τῇ πρὸς αὐτὸν ἐπιστολῇ κειμένῃ ἐν τῷ γ’ τόμῳ αὐτοῦ. Ὅρα περὶ τούτου καὶ τὸν Μελέτιον τόμῳ γ’ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας».

    Ἀλλὰ καὶ τὸ νῦν ἐκδοθὲν Κεκραγάριον, τὸ περιέχον τὰς Μελέτας, τὰ Μονολόγια, τὸ Ἐγχειρίδιον περὶ τῆς Χριστοῦ Θεωρίας καὶ τὸ Περὶ Συντριβῆς τῆς καρδίας, τὰ ὁποῖα μετεγλωττίσθησαν ὑπὸ τοῦ κυροῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως, ἂν καὶ τὰ Μονολόγια ἦσαν προτοῦ μεταγλωττισμένα ὑπὸ Δημητρίου τοῦ Κυδώνη, ἃ καὶ ἐξεδόθησαν ἐν τῷ νεοτυπώτῳ συναθροίσματι τῶν διαφόρων εὐχῶν. Ὁμοίως καὶ τὸ Περὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ Θεωρίας, καὶ αὐτὸ ἦν μεταγλωττισμένον καὶ ἐκδεδομένον. Ἐπειδὴ δέ, ὡς λέγει ὁ Δοσίθεος, τὰ συγγράμματα τοῦ ἱεροῦ τούτου Αὐγουστίνου ἐνοθεύθησαν ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, διὰ τοῦτο καὶ οἱ ὀρθόδοξοι Ἀνατολικοὶ δὲν δέχονται ταῦτα ἁπλῶς καὶ ὡς ἔτυχεν. Ἀλλ’ ὅσα συμφωνοῦσι μὲ τὴν κοινὴν δόξαν τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

    Ἀσθενήσας δὲ ὁ ἅγιος καὶ λυπηθεὶς διὰ τὴν ἅλωσιν τὴν ὁποίαν ἔκαμον οἱ Ἀρειανισταὶ Βάνδαλοι εἰς τὴν Ἀφρικὴν ὑπὸ τῶν ὁποίων καὶ ἡ Ἱππὼν κατεκάη καὶ ὅλος εὑρισκόμενος εἰς τὴν προσευχήν, ἐν εἰρήνῃ τῷ Θεῷ τὸ πνεῦμα παρέδωκεν τῇ 28 Αὐγούστου 430 ἔτους. Ἡ μνήμη του τελεῖται τῇ 15ῃ Ἰουνίου.

    β. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει γιὰ τὸ Κεκραγάριο.

    Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης

    «Εἰς δὲ τὰς εὐχὰς τοῦ θείου καὶ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου, ὢ πόσα ὑψηλά, καὶ θεολογικὰ νοήματα θέλετε εὕρετε! Ὢ πόσα βέλη καὶ κέντρα θείας ἀγάπης θέλετε λάβετε εἰς τὰς ψυχάς σας! Ὢ πόσην κατάνυξιν θέλετε ἀποκτήσετε εἰς τὰς καρδίας σας! Πλήρεις γὰρ εἰσὶν αὗται θεοσοφίας, πλήρεις ἔρωτος, πλήρεις ἱερᾶς κατανύξεως.

    Ὅθεν, ὅποιος ἀναγινώσκει ταύτας μὲ τὴν πρέπουσαν προσοχήν, καὶ τρωθῇ μίαν φορὰν ἀπὸ τὸν ἐν αὐταῖς ἀναβλύζοντα θεῖον ἔρωτα, αὐτὸς θέλει γένῃ ὄχι μόνον ἔξω πάντων τῶν αἰσθητῶν κτισμάτων, ὄχι μόνον ἔξω τῶν νοητῶν, ἀλλὰ καὶ ἔξω τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ ὅλος δι’ ὅλου θέλει προσκολληθῇ, καὶ γένῃ ἕνα μὲ τὸν ἀγαπητόν του καὶ ἐρωμένον Θεόν. Ἐπειδὴ κατὰ τὸ πετεινὸν τοῦ Οὐρανοῦ, τὸν ἀρεοπαγίτην λέγω Διονύσιον, «ἐκστατικός ἐστιν ὁ θεῖος ἔρως οὐκ ἐῶν ἑαυτῶν εἶναι τοὺς ἐραστάς, ἀλλὰ τῶν ἐρωμένων» (Περὶ θείων ὀνομάτων κεφ. Δ΄).

    - Ἁγίου Νικοδήμου, ΕΠΙΤΟΜΗ ἐκ τῶν Προφητανακτοδαβιτικῶν Ψαλμῶν ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ Διαφόρων κατανυκτικῶν Εὐχῶν. Περιέχον καὶ τὰς Θεολογικὰς καὶ πρὸς Θεῖον ἔρωτα θεωρητικὰς Εὐχὰς τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου ἐπισκόπου Ἱππῶνος, σελίδες 11-13, 16-17 καὶ 192-254. Ἐν τῷ τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως τυπογραφείῳ ἔτει 1799.

    - Ὡς καὶ εἰς τὸν Συναξαριστήν του τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ τῇ 15ῃ Ἰουνίου.

    γ. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος, Μητροπολίτης Πενταπόλεως, γράφει γιὰ τὸ Κεκραγάριο.

    Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

    Ἀναγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ἔκδοσιν τοῦ Κεκραγαρίου τοῦ θείου καὶ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου Ἐπισκόπου Ἱππῶνος, ἤτοι τῶν τεσσάρων βιβλίων τῶν ἐξομολογήσεων, ἐν οἷς περιέχονται αἰνέσεις τε καὶ δεήσεις καὶ εὐχαριστίαι θερμόταται, ἃς ὁ θεσπέσιος πατὴρ πρὸς Θεὸν ἀναπέμπων ἐκέκραγεν.

    Τὰ βιβλία ταῦτά εἰσιν. Α’ αἱ Μελέται. Β’ τὰ Μονολόγια. Γ’ τὸ Περὶ τῆς τοῦ Χριστοῦ θεωρίας. Δ’ τὸ Περὶ συντριβῆς τῆς καρδίας.

    Τὰ Βιβλία ταῦτα, συγγράμματα ἀνδρὸς τετρωμένου ὑπὸ τῆς θείας ἀγάπης καὶ τοῦ ἐνθέου ἔρωτος, εἰσὶν ὑπαγορεύσεις καρδίας ἐνθουσιώσης καὶ λατρευούσης τὸ θεῖον πάσαις ταῖς δυνάμεσιν αὑτῆς, καὶ ἔκφρασις τοῦ θείου πόθου τοῦ ἀνυψοῦντος νοῦν καὶ καρδίαν πρὸς τὸν θεῖον Δημιουργὸν τοῦ σύμπαντος πρὸς ὃν σπεύδει νὰ προσπελάσῃ αἰρομένη ἀπὸ τῶν γηΐνων καὶ ὑψωθῇ μέχρι τοῦ ἀπροσπελάστου θρόνου τοῦ θείου μεγαλείου καὶ ἴδῃ καὶ χορτασθῇ. Ἐν αὐτοῖς διαλάμπει τὸ ὑπὸ τοῦ θείου φωτὸς καταυγασθὲν πνεῦμα τοῦ ἱεροῦ συγγραφέως, ὁ μέγας αὐτοῦ καὶ καθαρὸς νοῦς, ἡ εὔστροφος αὐτοῦ διάνοια καὶ ἡ ζέουσα τῆς καρδίας αὐτοῦ ἀγάπη πρὸς τὸν ποιητὴν καὶ πλάστην αὐτοῦ, τὸν Σωτῆρα καὶ λυτρωτὴν αὐτοῦ καὶ τῆς ἀνθρωπότητος ἁπάσης, τὸν ἀγαθόν, τὸν οἰκτίρμονα, τὸν πολυέλεον, τὸν παροχέα πάντων τῶν ἀγαθῶν, τὸν ἰθύνοντα τὸν κόσμον εἰς ἀγαθὸν καὶ λελογισμένον τέλος, τὸν ἁγιάζοντα καὶ δοξάζοντα τὸν ἄνθρωπον καὶ εἰκόνα ἑαυτοῦ ἀναδεικνύοντα, τὸν θεοῦντα αὐτόν, τὸν ἀπαθανατίζοντα αὐτόν, τὸν εἰσάγοντα εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, τὸν χαριζόμενον ἀθανασίαν καὶ ζωὴν αἰώνιον.

    Τὸ Κεκραγάριον, καίτοι ἐν πεζῷ λόγῳ γεγραμμένον δύναται νὰ θεωρηθῇ ποίημα ὑψηλόν, διότι ἐστὶν ἀληθὴς ποίησις. Τὸ ὅλον περιεχόμενον τῶν πνευματεμφόρων τούτων συγγραμμάτων μαρτυρεῖ θεῖον ἐνθουσιασμὸν καὶ ἔνθεον ποιητικὴν ἔξαρσιν, δι’ ὧν ὁ ἱερὸς θεοφόρος συγγραφεὺς μεταρσιοῦται καὶ ἀνάγεται ἀπὸ τῶν ἐπιγείων πρὸς τὰ οὐράνια καὶ καθίσταται Οὐρανοπολίτης.

    Τὸ θαυμάσιον τοῦτο Ἱερὸν Βιβλίον καὶ Ἱερὸν Κεκραγάριον ἀναγνώσαντες καὶ ἀγαπήσαντες καὶ ἑλκυσθέντες ἔκ τε τῶν θείων νοημάτων καὶ τοῦ ποιητικοῦ αὐτοῦ ὕφους ἐπεποθήσαμεν νὰ ἀναγάγωμεν αὐτὸ ἀπὸ τοῦ πεζοῦ λόγου εἰς τὸν ἔμμετρον καὶ νὰ περιβάλωμεν τὸ πεζὸν διὰ ποιητικοῦ περιβολαίου, ποιήσωμεν δὲ τελείως καταφανῆ τὴν ποίησιν, καὶ ἀποδῶμεν τῷ Βιβλίῳ τὴν μᾶλλον ἁρμόζουσαν αὐτῷ περιβολήν.

    Τὴν ἐπιποθίαν ἡμῶν ταύτην θείᾳ συνάρσει ἠγάγομεν εἰς πέρας καὶ τὸ λαμπρὸν Κεκραγάριον τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου περιεβλήθη τὴν ποιητικὴν περιβολὴν καὶ ἐποχεῖται ἤδη ἐπὶ ποιητικοῦ ἅρματος.

    Κατὰ τὴν ἔντασιν τοῦ κειμένου εἴχομεν ὑπ’ ὄψει τὴν μετάφρασιν τοῦ Ἱεροῦ Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως. Ἐπιθυμοῦντες νὰ μὴ ἀλλοιώσωμεν τὸ κείμενον καὶ μὴ ἀπομακρυνθῶμέν πως διὰ τῆς παραφράσεως ἀπὸ τῶν νοημάτων, ἐτηρήσαμεν ἐν οἷς ἦτο δυνατὸν τὸ ὕφος τοῦ λόγου τοῦ Εὐγενίου, ἀλλ’ οἷς τὸ ποίημα δυσκόλως κατενοεῖτο καθίσταμεν αὐτὸ διὰ καταλλήλου τῶν λέξεων ἐναλλαγῆς εὔληπτον καὶ κατανοητόν...

    Ἐν Αἰγίνῃ ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Παναγίας Τριάδος 1910

    +ὁ Πενταπόλεως ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ

    δ. Ὁ Γέρων Πορφύριος γράφει γιὰ τὸ Κεκραγάριο. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος ἔχει πλουτίσει μὲ τὴν Ἁγία Γραφή.

    Ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης

    - Νὰ διαβάζετε μὲ ἔρωτα τὶς Ἐξομολογήσεις τοῦ Αὐγουστίνου καὶ τὸ Κεκραγάριον. Ὅταν τὰ αἰσθάνεσαι αὐτὰ ποὺ διαβάζεις, καλλιεργεῖς τὸ θεῖο ἔρωτα. Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει ἡ μελέτη. Διαβάστε τὸ Κεκραγάριον, ποὺ εἶναι ὅλο θεῖο ἔρωτα. Τὸ διαβάζω καὶ κλαίω. Τὶ λόγια ὡραῖα καὶ βαθιὰ ποὺ ἔχει! Αὐτὰ νὰ διαβάζετε, σαὐτὰ νὰ ἐντρυφᾶτε. Ἔτσι θ’ ἀποκτήσετε τὸ θεῖο ἔρωτα. Φέρτε μου τὸ Κεκραγάριο νὰ μοῦ διαβάσετε. – «Ὢ τὸ ἀθέατο φῶς, ...».

    Ὅπως ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, ἔτσι κι ἐσεῖς νὰ σκέπτεσθε τὸν Παντοδύναμο Θεό, ποὺ ἐπεφέρετο ὑπεράνω τοῦ σκότους καὶ εἶπε: «Γενηθήτω φῶς. Καὶ ἐγένετο φῶς»...

    Διαβάστε μου τώρα τὶ λέει ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος γιὰ τὴν θεία χάρι.

    - βλέπω καλά, ὅτι τὸ καθετὶ εἶναι δικό σου δῶρο...

    - Εἴδατε πῶς τὰ αἰσθάνεται ὅσα γράφει; Μὴ νομίσετε ὅτι αὐτὰ εἶναι φιλολογίες ἢ κενά, χωρὶς περιεχόμενο λόγια. Βγαίνουν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του. Εἴδατε πόση μετάνοια ἔχει καὶ πόσο ταπεινώνεται; Τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος μὲ τὴ μετάνοια. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ...».

    Ὅσα λέγει ὁ Αὐγουστῖνος δὲν εἶναι δικά του. Εἶναι τῆς θείας χάριτος. Εἶναι ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή. Γι' αὐτὸ ὁ Αὐγουστῖνος ἔχει τόσο μεγάλο πλοῦτο. Ἔχει χωνέψει τὴν Ἁγία Γραφή. Ὅ,τι λέγει, τὸ λέγει ἀπὸ κεῖ. Πεῖτε μου τὰ περιεχόμενα. Θὰ μοῦ διαβάσετε τὸ «Περὶ θείας ἐξυμνήσεως»;

    - «Δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ σὲ ὑμνοῦμε, ἀλλὰ ἐσὺ ἐσένα, διὰ σοῦ καὶ διὰ σέ...».

    - Τὶ ὡραῖα τὰ λέει ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος! Σύ, ὁ ἄνθρωπος, δὲν μπορεῖς. Ὁ Θεὸς σοῦ τὰ λέγει, ἐκεῖνος βάζει στὴν καρδιά σου τοὺς ὕμνους καὶ τὶς δοξολογίες κι ἔπειτα τὶς ἀπευθύνεις σὲ Ἐκεῖνον.

    Γέροντος Πορφυρίου Βίος καὶ Λόγοι

    Ἱ. Μ. Χρυσοπηγῆς Χανίων 2009 ἔκδ. Ι’, σελ. 566-569

    ε. Ἀπὸ τὸ Προλόγισμα ὑπὸ τοῦ καθηγητοῦ πανεπιστημίου πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, 6.11.2002 στὴν Γ΄ ἔκδοσι τῆς μεταφράσεως τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως.

    Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός.

    ... «Τὸ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟ ὅμως, ὅπως ὀρθὰ λέγεται στὸν Πρόλογο τοῦ ἐκδότου (π. Πορφυρίου, μοναχοῦ Ἁγιορείτου), δὲν εἶναι κάποιο δογματικὸ κείμενο τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, μὲ τὴν αὐστηρὰ σημασία τοῦ ὅρου, ἀλλὰ προσευχητικό, καὶ γιαὐτὸ ἀδεῶς μπορεῖ νὰ γίνει κτῆμα κάθε πιστοῦ, ὡς ἀφορμὴ καὶ εὐλογημένη παρότρυνση στὴν προσευχὴ καὶ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Γιαὐτὸ καὶ θεωρῶ τὸ βιβλίο πολὺ χρήσιμο καὶ πνευματικὰ ὠφέλιμο γιὰ κάθε πιστό»...

    στ. Μεταφράσεις - Ἐκδόσεις Κεκραγαρίου

    1. Δημητρίου Κυδώνη, Soliloquia-Μονολόγια 1324-1398.

    2. Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ΕΠΙΤΟΜΗ – ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ- ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ..., Ἐν τῷ τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως Τυπογραφείῳ ἔτει 1799.

    3. Εὐγενίου Βουλγάρεως (1716-1806), ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟΝ Β΄ἔκδοσις ἐν Μόσχᾳ 1824.

    4. Ἁγίου Νεκταρίου Μητρ. Πενταπόλεως ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟΝ, τ. Α΄-Β΄, ἐκ τοῦ Τυπογραφείου ΠΑΡ. ΛΕΩΝΗ ἐν Ἀθήναις 1910.

    5. Παπαδημητρακόπουλου, Κεκραγάριο, Θεσσαλονίκη 1973.

    6. Ἁγίου Νικοδήμου ΕΠΙΤΟΜΗ-ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ-ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ, Φωτοστατικὴ ἀνατύπωσις, Ἱ. Σταυροπηγιακὴ καὶ Πατριαρχικὴ Μονὴ προφήτου Ἠλιοῦ Θήρας, ἐκδόσεις ΘΕΣΒΙΤΗΣ 2000.

    7. Πορφυρίου μοναχοῦ, ΤΟ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟΝ τοῦ Θείου καὶ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου, ἀκριβὴς ἐπανέκδοσις ἐκ τῆς ἐν Μόσχᾳ Β΄ 1824 ἐκδόσεως τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως, 2002.

    8. Καὶ ἡ παροῦσα ἔκδοσι.

    ζ. Μιχαὴλ Κριτοπούλου ἢ Κριτοβούλου τοῦ Ἰμβρίου 15ος αἰών

    Στίχοι εἰς τὸν θεῖον καὶ Ἱερὸν Αὐγουστῖνον

    Δωδεκασύλλαβοι μέν, ἄμετροι δέ.

    Ὅστις ἔρωτα, Θεοῦ ἔσχεν ἐμφρόνως,

    καὶ πῦρ ἀνῆψεν, ἀγάπης ἐν καρδίᾳ,

    ἁλοὺς ὅλως τε, τῷ πόθῳ τοῦ Δεσπότου,

    καὶ κατοχὴν δέ, ἐμπνευσθεὶς θειοτέραν,

    τὸν ἄνδρα τοῦτον, ἐκτόπως θαυμαζέτω.

    Τὸν θεῖον ὄντως καὶ σεπτὸν Αὐγουστῖνον.

    Τοῦ διακαοῦς, ἔρωτος καὶ τοῦ πάθους

    καὶ τῆς ἐνθέου κατοχῆς τε καὶ ξένης

    ὅλην γὰρ ἐξέχεε, τὴν ψυχὴν ὧδε

    πρὸς τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ τε καὶ πλάστου

    ἔκφρων γεγονὼς ὅλος ἠλλοιωμένος

    τὴν θείαν ὄντως ἀλλοίωσιν καὶ ξένην

    τὸ δὲ βιβλίον συνεχῶς γε ἐπίτω

    ἀεὶ μελετῶν καὶ προσλαλῶν τῷ Κτίστῃ

    καὶ φῶς νοερὸν εἰσάγων ἐν καρδίᾳ

    ὁδὸς γάρ ἐστι τοῦτο τῆς μετανοίας

    καὶ θύρα ζωῆς πρὸς σωτηρίαν ἄγον.

    Ψηφιδωτὸ τῆς Cappella Palatina,Palermo,13ος αἰών.

    Α´. ΜΕΛΕΤΕΣ

    1. Ἡ ψυχὴ ἐπικαλεῖται τὸν παντοδύναμο Κύριο, γιὰ νὰ διορθώση τὸν χαρακτῆρα καὶ τὴ ζωή της.

    Κύριε καὶ Θεέ μου. Χάρισέ μου νὰ ποθῶ ἐσένα μὲ ὅλη μου τὴν καρδιά. Ποθώντας σε δὲ νὰ σὲ ἀναζητῶ. Ἀναζητώντας σε νὰ σὲ βρίσκω. Εὑρίσκοντάς σε νὰ σὲ ἀγαπῶ. Ἀφοῦ δὲ σὲ ἀγαπήσω, νὰ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ τὸ κακὸ ποὺ ἔχω μέσα μου. Καὶ ἀφοῦ ἀπαλλαγῶ, νὰ μὴν ἐπιστρέψω πάλι στὰ ἴδια.

    Κύριε καὶ Θεέ μου. Δῶσε μετάνοια στὴν ψυχή μου, κατάνυξι στὴν καρδιά μου, πηγὴ δακρύων στὰ μάτια μου καὶ πλούσια ἐλεημοσύνη στὰ χέρια μου.

    Βασιλιᾶ μου. Σβῦσε τὶς σαρκικὲς ὀρέξεις, ποὺ ἀνάβουν μέσα μου καὶ ἄναψε τὴν φωτιὰ τῆς ἀγάπης σου.

    Λυτρωτῆ μου. Διῶξε μακριά μου τὸ δαιμόνιο τῆς ὑπερηφανείας καὶ χάρισέ μου τὸν πλοῦτο τῆς καλωσύνης σου.

    Σωτῆρα μου. Ἀπομάκρυνε ἀπὸ μένα τὸν θυμὸ τῆς ὀργῆς σου καὶ μὲ τοὺς οἰκτιρμούς σου ἀσφάλισέ με μὲ τὴν ὁλόσωμη ἀσπίδα τῆς ὑπομονῆς.

    Πλάστη μου. Ἀπόξυσε ἀπὸ τὴν ψυχή μου κάθε φαρμακερὴ σαπίλα καὶ ἐγκατάστησε στὴ διάνοιά μου ὡς κυβερνήτη τὴν γλυκύτητα τῆς καλωσύνης σου.

    Πατέρα τῆς συμπάθειας καὶ τοῦ ἐλέους. Δώρησέ μου πίστι ἀκλόνητη, ἐλπίδα βεβαιότατη καὶ ἀγάπη μόνιμη.

    Καθοδηγητή μου. Ἀπόστρεψε ἀπὸ μένα τὴν ματαιότητα, τὴν ἀκαταστασία τοῦ λογισμοῦ, τὴν περιπλάνησι τῆς καρδιᾶς, τὴν πολυλογία τοῦ στόματος, τὴν ἔπαρσι τῶν ὀφθαλμῶν, τὴν ἀχορτασία τῆς κοιλίας, τὸν ἐξευτελισμὸ τοῦ πλησίον, τὴν πονηρὴ καταλαλιά, τὴν λιχουδιὰ τῆς περιέργειας, τὴν ὄρεξι τοῦ πλουτισμοῦ, τὴν μεγαλομανία τῆς ἐξουσίας, τὴν τάσι τῆς κενοδοξίας, τὴν πονηριὰ τῆς ὑποκρισίας, τὴν ὕπουλη κολακεία, τὴν παραμέλησι τῶν πενήτων, τὴν καταπίεσι τῶν ἀδυνάτων, τὴν πυρκαϊὰ τῆς φιλαργυρίας, τὸ μικρόβιο τῆς ζήλειας καὶ τὴν θανάσιμη βλασφημία.

    Πλάστη μου. Διῶξε ἀπὸ μένα τὴν ἀναισθησία, τὴν ἀγνωμοσύνη, τὸ πεῖσμα, τὴν ἀνησυχία, τὴν ὀκνηρία, τὴ νύστα, τὴν ἀφροντισιά, τὴ νάρκωσι τοῦ λογισμοῦ, τὴν πώρωσι τῆς καρδιᾶς, τὸ ἀναίσχυντο μυαλό, τὴν ἀγριότητα καὶ τὴν ὠμότητα τῶν τρόπων. Διῶξε ἀπὸ πάνω μου τὴν δυσκολία νὰ ἀκολουθήσω τὸ καλό, τὴν ἀπείθειά μου στὶς συμβουλές, τὴν ἀχαλίνωτη γλῶσσα, τὴν διαρπαγὴ τῶν πτωχῶν, τὴν διαβολὴ ἐναντίον τῶν ἀθώων, τὴν ἀμέλεια πρὸς τοὺς ὑφισταμένους μου, τὴν σκληρότητα πρὸς τοὺς ὑπηρέτες, τὴν ἀστοργία πρὸς τοὺς οἰκείους καὶ τὴν σκληρότητα πρὸς τοὺς πλησίον μου.

    Θεέ μου, εἶσαι τὸ ἔλεός μου. Σὲ σένα προσπίπτω μὲ τὴν μεσιτεία τοῦ ἀγαπητοῦ Υἱοῦ σου καὶ ἱκετεύω νὰ μοῦ δώσης ἔργα ἐλεημοσύνης. Νὰ συμπεριφέρομαι σὲ ὅλους εὐγενῶς καὶ μὲ καλωσυνᾶτο τρόπο. Νὰ συμπάσχω μὲ τοὺς θλιβομένους. Νὰ συμβουλεύω τὰ πρέποντα, σὲ ὅσους ἀπατήθηκαν. Νὰ βοηθῶ ὅσους ταλαιπωροῦνται. Νὰ φροντίζω ὅσους βρίσκονται σὲ φτώχεια καὶ νὰ παρηγορῶ τοὺς θλιμμένους. Νὰ ἐλαφρύνω τὸ φορτίο τῶν καταπιεσμένων. Νὰ στηρίζω τοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ δροσίζω τοὺς δακρυσμένους. Νὰ ξεχρεώνω, ὅσους μὲ χρωστοῦν καὶ νὰ συγχωρῶ, ὅσους ἁμάρτησαν σὲ μένα. Νὰ ἀγαπῶ ὅσους μὲ μισοῦν καὶ ἀντὶ γιὰ κακὸ νὰ σχεδιάζω ἀγαθὰ γιὰ ἀνταπόδοσι. Νὰ μὴν καταφρονῶ κανένα καὶ νὰ τοὺς τιμῶ ὅλους. Νὰ μιμοῦμαι τοὺς καλωσυνάτους καὶ νὰ ἀποφεύγω τοὺς πονηρούς. Νὰ ζῶ ἐνάρετα καὶ νὰ ἀπέχω ἀπὸ τὴν μοχθηρία. Ὅταν παθαίνω συμφορὲς νὰ ἔχω ὑπομονὴ καὶ ὅταν εὐτυχῶ νὰ ἔχω σωφροσύνη. «Κύριε, βάλε φράχτη στὸ στόμα μου καὶ αὐλόπορτα γύρω ἀπὸ τὰ χείλη μου» (Ψαλμὸς 140,3). Δῶσε μου, Κύριε, νὰ περιφρονῶ ὅσα ἔχει ἡ γῆ, καὶ νὰ διψῶ ὅσα ἔχει ὁ Οὐρανός.

    2. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατήγορος τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ συνιστᾶ θερμῶς στὸν ἑαυτό του τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

    Πλάστη μου, πρόσεξε. Ζήτησα πολλά, ἐνῶ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ λάβω οὔτε καὶ λίγα. Ὁμολογῶ, ἀλλοίμονο! Ὁμολογῶ, ὄχι μόνο ὅτι εἶμαι ἀνάξιος τῶν χαρίτων ποὺ ζητῶ, ἀλλὰ ἀντίθετα, ὅτι εἶμαι ὑπεύθυνος γιὰ πολλὲς καὶ φοβερὲς τιμωρίες. Ὅμως μὲ στηρίζουν στὸ νὰ ἔχω θάρρος οἱ τελῶνες, οἱ πόρνες καὶ οἱ λησταί. Διότι αὐτοὶ ἀποσπάσθηκαν μέσα ἀπὸ τὸν φάρυγγα τοῦ ἐχθροῦ καὶ ὁδηγήθηκαν μέσα στὴ μάνδρα τοῦ ποιμνίου. Διότι ἐσύ, ποὺ εἶσαι ὁ Θεὸς καὶ Δημιουργὸς τῶν πάντων, ὁ θαυμαστὸς σὲ ὅλα τὰ ἔργα σου, εἶσαι θαυμαστότερος, ὅταν δίνης ἔλεος. Ἐσὺ εἶπες γιὰ τὸν ἑαυτό σου μὲ τὸν λόγο κάποιου ἀπὸ τοὺς θεράποντές σου, ὅτι «οἱ οἰκτιρμοί του πάνω σὲ ὅλα τὰ ἔργα του» (Ψαλμὸς 144,9). Ἐσὺ πάλι εἶπες γιὰ τὸν ἕνα ἁμαρτωλό, καὶ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι τὸ εἶπες γιὰ ὅλον τὸ λαό σου, ὅτι «τὸ ἔλεός μου δὲν θὰ τὸ πάρω ἀπ’ αὐτόν» (Ψαλμὸς 17,50), (Α’ Βασιλειῶν 17,13). Δὲν περιφρονεῖς κανένα. Δὲν διώχνεις κανένα. Δὲν ἀποστρέφεσαι κανένα, παρὰ μόνο αὐτὸν ποὺ ἀποστρέφεται ἐσένα μὲ τὴν ἀφροσύνη του.

    Ὥστε λοιπόν, ὄχι μόνο δὲν τιμωρεῖς ἀμέσως ἐξοργιζόμενος, ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς ποὺ σὲ ἐξοργίζουν, τοὺς δίνεις δωρεές, ἐὰν κάποτε σοῦ τὸ ζητήσουν. Θεέ μου! Εἶσαι ἡ δύναμι τῆς σωτηρίας μου! Εἶσαι ὁ βοηθός μου! Ἐνῶ ἐγὼ ὁ ταλαίπωρος σὲ ἐξόργισα. «Ἐγὼ ἔπραξα ἐνώπιόν σου τὸ πονηρό» (Ψαλμὸς 50,6), ἐρέθισα τὴν ὀργή σου καὶ ἀξίζω τὴν ὀργή σου. Ἁμάρτησα καὶ μ’ ἀνέχθηκες. Ἀνόμησα κι ἀκόμα μακροθυμεῖς. Ἐὰν μετανοήσω, μὲ λυπᾶσαι. Ἐὰν ἐπιστρέψω, μὲ πλησιάζεις. Ἀκόμη δὲ περισσότερο κι ὅταν ἀναβάλω, ἐσὺ μὲ περιμένεις. Ὅταν περιπλανῶμαι, μὲ ἐπαναφέρεις. Ὅταν ἀντιδρῶ, μὲ προσκαλεῖς μὲ ἐπίτασι. Ὅταν βαρυέμαι, μὲ περιμένεις. Ὅταν ἐπιστρέφω μὲ ἀγκαλιάζεις. Ὅταν ἐνεργῶ ἀσύνετα, μὲ διδάσκεις. Ὅταν εἶμαι σὲ ἀθυμία, μὲ γλυκαίνεις. Ὅταν πέφτω, μὲ ἀνορθώνεις. Ὅταν τραυματισθῶ, μὲ φορτώνεσαι. Ὅταν ζητῶ, δωρίζεις. «Ὅταν σὲ ζητῶ, ἀμέσως παρουσιάζεσαι» (Ἡσαΐας 58,9). Ὅταν κρούω τὴν πόρτα σου, ἀμέσως ἀνοίγεις. Νά, Κύριε καὶ Θεὲ Σωτῆρα μου. Δὲν ξέρω τὶ νὰ βάλω ὡς ἀντιστάθμισμα. Δὲν ξέρω, τὶ νὰ ἀπαντήσω. Ἐσένα δὲν σοῦ ξεφεύγει τίποτα. Δὲν μπορῶ νὰ κρυφθῶ πουθενὰ ἀπὸ σένα. Βεβαίως ἐσὺ μοῦ ὑπέδειξες τὸν δρόμο τῆς ἁγίας ζωῆς καὶ μὲ δίδαξες, πῶς πρέπει νὰ τὸν περπατῶ. Προκαταβολικὰ μὲ ἀπείλησες μὲ τὴν Κόλασι καὶ παράλληλα μοῦ ὑποσχέθηκες τὴν ἀπόλαυσι στὸν Παράδεισο.

    Τώρα ὅμως, Πατέρα τῶν οἰκτιρμῶν καὶ Θεὲ κάθε παρηγοριᾶς, «ἠρέμησε μὲ τὸ φόβο σου τὶς σάρκες μου» (Ψαλμὸς 118,120). Ὥστε ἀφοῦ φοβηθῶ, νὰ γλυτώσω ἀπὸ τὶς ἀπειλές σου. «Ἀπόδωσέ μου τὴν ἀγαλλίασι τῆς σωτηρίας σου» (Ψαλμὸς 50,12). Ὥστε νὰ ἀπολαύσω, ὅσα μοῦ ὑποσχέθηκες, στηριγμένος στὴν ἀγάπη σου. «Κύριε, εἶσαι ἡ δύναμί μου! Κύριε, εἶσαι τὸ θεμέλιό μου. Κύριε Θεέ μου, εἶσαι τὸ καταφύγιό μου καὶ ὁ ρύστης μου» (Ψαλμὸς 17,2). Φώτισέ με, τὶ πρέπει νὰ σκέφτομαι γιὰ σένα. Δίδαξέ με, μὲ ποιὰ λόγια πρέπει νὰ προσεύχομαι καὶ μὲ ποιὲς πράξεις νὰ σὲ εὐαρεστῶ. Γνωρίζω, ὅτι ἐσὺ εὔκολα ἐξευμενίζεσαι. Αὐτὸ γνωρίζω πρῶτο. Καὶ δεύτερο ὅτι δὲν περιφρονεῖς κανέναν. «Ἐσὺ θεωρεῖς ὡς θυσία τὸ κατανυγμένο καὶ καταπονεμένο πνεῦμα» (Ψαλμὸς 50,19). Πλησιάζεις τὴν καρδιά, ποὺ ἔχει συντριβὴ καὶ ταπείνωσι. Θεέ μου καὶ βοηθέ μου, μὲ αὐτὰ λοιπὸν τὰ χαρίσματα νὰ μὲ πλουτήσης. Μὲ αὐτὰ τὰ ὀχυρὰ νὰ μὲ περιφράξης ἐναντίον τοῦ ἐχθροῦ. Μὲ αὐτὴν τὴ δροσιὰ νὰ δροσίσης τὴν φλόγα τῶν ἁμαρτιῶν μου. Αὐτὸ τὸ καταφύγιο χτίσε γιὰ χάρι μου καὶ γιὰ τὶς ἐπιθέσεις τῶν ὀρέξεών μου.

    Κύριε, δύναμι τῆς σωτηρίας μου, κάμε ὥστε νὰ μὴ συγκαταλέγομαι στὸν ἀριθμὸ αὐτῶν ποὺ «σὲ πιστεύουν πρόσκαιρα καὶ ὅταν ἔρχεται ὁ πειρασμὸς δραπετεύουν» (Λουκᾶ 8,13). «Σκέπασε τὴν κεφαλή μου κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ πολέμου. Γίνε ἡ ἐλπίδα μου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς θλίψεως καὶ σωτηρία κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀνάγκης» (Ψαλμὸς 139,7).

    Νά, Κύριε, φῶς μου καὶ σωτῆρα μου. Ζήτησα αὐτὰ ποὺ ἔχω ἀνάγκη. Σοῦ φανέρωσα, ὅσα φοβοῦμαι. Μὲ δαγκώνη ὅμως κρυφὰ ἡ συνείδησι. Μὲ ἐλέγχουν, ὅσα εἶναι κρυμμένα στὴν καρδιά μου. Μὲ τρομοκρατεῖ ὁ φόβος, σὲ ὅσα μὲ προτρέπει ὁ πόθος. Ὁ μὲν ζῆλος μὲ παροτρύνει μπροστά, ἡ δὲ δειλία μὲ ἀπωθεῖ πρὸς τὰ πίσω. Τὰ μὲν ἔργα μὲ ἀπελπίζουν, ἐνῶ ἡ εὐσπλαγχνία σου μὲ προτρέπη νὰ ἔχω θάρρος. Ἡ καλωσύνη σου μὲ παρακινεῖ, ἀλλὰ ἡ φαυλότητα καὶ ἡ κακοήθειά μου μὲ καθιστοῦν ὀκνηρό. Τέλος δέ, γιὰ νὰ ὁμολογήσω αὐτὸ ποὺ συμβαίνει, ἐπιτίθενται στὴ μνήμη μου μερικὲς φανταστικὲς φαυλότητες, μὲ τὶς ὁποῖες ἐκδιώκεται τὸ θάρρος, ποὺ ἔχουν μέσα τους οἱ ψυχές.

    3. Ὁ ἄνθρωπος ἱκετεύει μὲ θρῆνο, διότι παρακούοντας, δὲν εἰσακούεται ἀπὸ τὸν Κύριο.

    Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἄξιος νὰ μισῆται, τάχα μὲ ποιὸ πρόσωπο μπορεῖ νὰ ζητῆ χάρι; Αὐτὸς πάλι ποὺ εἶναι ἔνοχος γιὰ τὴν κόλασι, τάχα μὲ πόση θρασύτητα ἀπαιτεῖ νὰ δοξασθῆ; Αὐτὸς εἶναι σὰν νὰ βρίζη τὸν δικαστή του. Διότι προτοῦ νὰ ξοφλήση τὸ χρέος τῶν ἁμαρτιῶν του, ἀξιώνει κιόλας νὰ βραβευθῆ. Ἐνῶ δὲ εἶναι ἀξιόποινος, ἐπεμβαίνει στὸν βασιλιᾶ καὶ ἀξιώνει ἐπὶ πλέον νὰ πάρη βραβεῖο, τὸ ὁποῖο μὲ κανένα τρόπο δὲν τοῦ τὸ ὀφείλουν.

    «Ὁ ἄμυαλος γιὸς ἐξοργίζει τὴν γλυκειὰ στοργὴ τοῦ πατέρα» (Παροιμίαι 17,25). Αὐτὸς ἀφοῦ ἐξάντλησε ὅλες τὶς λοιδορίες ἐναντίον τοῦ πατέρα, καὶ χωρὶς νὰ μετανοήση οὔτε ἐλάχιστο, ἔρχεται ἀπαιτώντας μερίδιο στὴν κληρονομία.

    Ὦ Πατέρα μου, ἐγὼ ὅμως θυμοῦμαι, ὅσα ἔπραξα. Γιὰ ὅλα

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1