Discover millions of ebooks, audiobooks, and so much more with a free trial

Only $11.99/month after trial. Cancel anytime.

Προσωπική Υπόθεση
Προσωπική Υπόθεση
Προσωπική Υπόθεση
Ebook340 pages7 hours

Προσωπική Υπόθεση

Rating: 0 out of 5 stars

()

Read preview

About this ebook

Ο αστυνόμος Μάριο Ρόσσι πρέπει να εισχωρήσει στα αδιαφανή μονοπάτια της ανθρώπινης ψυχής αν θέλει να φτάσει στη λύση μιας υπόθεσης που μοιάζει να είναι ''προσωπική υπόθεση''. Είναι άραγε πράγματι προσωπική μας υπόθεση οι επιλογές μας;

LanguageΕλληνικά
Release dateOct 4, 2018
ISBN9781912322886
Προσωπική Υπόθεση

Related to Προσωπική Υπόθεση

Related ebooks

Reviews for Προσωπική Υπόθεση

Rating: 0 out of 5 stars
0 ratings

0 ratings0 reviews

What did you think?

Tap to rate

Review must be at least 10 words

    Book preview

    Προσωπική Υπόθεση - Στέλλα Σελήνη

    Θεοδώρα

    Τσάγεζι...

    «Τη συμπάθησε. Δεν ήξερε γιατί τού θύμιζε εκείνη. Δεν έμοιαζαν. Η κοπέλα είχε σπαστά κόκκινα μαλλιά. Δεν είχε το λαμπερό βλέμμα της. Τα μπλε σαν του ωκεανού μάτια της, κρατούσαν στοχασμούς στους βυθούς τους. Όμως αυτές οι αδιόρατες πινελιές στον τρόπο που χαμογελούσε, που έγερνε ελαφρά το κεφάλι στο πλάι όταν σκεφτόταν πριν μιλήσει, τη θύμιζαν έντονα. Κι ο νεαρός ήταν συμπαθητικός. Κι έδειχνε πολύ ερωτευμένος μαζί της. Γιατί ένα τόσο νεαρό ζευγάρι ήθελε να απομονωθεί σε αυτή την ερημιά…»

    Το τζιπ άφησε πίσω του τον παραλιακό δρόμο και πήρε τη δημοσιά που ανέβαινε την κατάφυτη από καστανιές κι οξιές πλαγιά του βουνού. Μετά από έξι χιλιόμετρα συνεχόμενες κλειστές στροφές σταμάτησε σε ένα ξέφωτο όπου διασταυρώνονταν δυο δρόμοι. Η θέα άνοιγε. Ένα κομμάτι στεριάς στο βάθος εισχωρούσε στο καθαρό μπλε της θάλασσας. Το αυτοκίνητο συνέχισε την πορεία του σύρριζα στα πευκόφυτα γκρεμνά και κατηφόρισε απότομα προς την ακτή. Δυο χιλιόμετρα μετά σταματούσε στο πλάτωμα του κάβου. Tο σπίτι στο ακρωτήρι στεκόταν στην άκρη του βράχου. Κάτασπρος γλάρος έτοιμος να πετάξει πάνω από τα κύματα. Το ζευγάρι απέμεινε να το κοιτάζει.

    -Ελπίζω η γυναίκα που έστειλε το γραφείο ευρέσεως εργασίας να καθάρισε καλά το σπίτι, είπε η Σάνα, που αντέδρασε πρώτη.

    -Είναι επαγγελματίες. Έπειτα μετά από τις εξαντλητικές οδηγίες που έδωσες από το τηλέφωνο, αμφιβάλλω αν θα μπορούσε να κάνει κι αλλιώς. Μην ανησυχείς. Δεν θα βρούμε κανέναν κροκόδειλο στην μπανιέρα.

    -Πιστεύω να θυμήθηκε να ψωνίσει και να υπάρχει κάτι στο ψυγείο για να μαγειρέψουμε απόψε.

    -Θυμήθηκε. Όλα όσα ζήτησες τα θυμήθηκε. Μας έστειλαν το τιμολόγιο με email.

    -Τα κλειδιά… Δεν έχουμε τα κλειδιά…

    Η Σάνα έψαξε πανικόβλητη την τσάντα της. Ο Μάριο έδειξε τα κλειδιά στο μπρελόκ που έβγαλε από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου.

    -Έχουμε τα πάντα.

    Αντικρίστηκαν με ξάφνιασμα. Το τζιπ κατηφόρισε την πετρόστρωτη ράμπα και στάθμευσε στην πλατωσιά που έμοιαζε η πίσω αυλή. Η Σάνα μπήκε στο σπίτι πρώτη. Έτρεξε κι άνοιξε τα παντζούρια της μπαλκονόπορτας. Στο απέραντο μπλε ζωγράφιζαν οι τριανταφυλλένιες αποχρώσεις του δειλινού. Η φαρδιά ξύλινη εξέδρα με την προστατευτική κουπαστή προεκτεινόταν πάνω από τον κολπίσκο. Την περπάτησε μέχρι την άκρη της. Μια ξύλινη σκάλα κατέβαινε κάθετα με τον βράχο στην αμμουδιά με τα λευκά βότσαλα. Δεξιά όσο έφτανε το μάτι συνέχιζε η ανάγλυφη βραχώδης ακτή. Ένας πλάτανος που οι ρίζες του μπλέκονταν με την πέτρα και το χώμα σκίαζε τη γωνιά με το στρογγυλό μαρμάρινο τραπέζι και τις ψάθινες πολυθρόνες του. Διάσπαρτα νεαρά πευκάκια έγερναν τα κλαδιά τους μέχρι το νερό σαν να το ασπάζονταν. Το λευκό εικονοστάσι στον βράχο ατένιζε γαλήνια το πέλαγος. Αριστερά άπλωνε η αμμουδερή παραλία με τον φάρο της, και πιο πέρα φέγγριζαν τα πρώτα φώτα του χωριού στο δέλτα του ποταμού. Οι τράτες με αναμμένα τα πυροφάνια έβγαιναν από το μικρό λιμανάκι και ξανοίγονταν στο σούρουπο. Η Σάνα στράφηκε στον άντρα της.

    -Αν δεν ήμουν βέβαιη για το αντίθετο, θα έλεγα ότι έχω ξανάρθει εδώ.

    Ο Μάριο έπιασε μια άκρη από τα μακριά μαλλιά της. Την έμπλεξε στα δάχτυλά του. Είχαν μια βαθυκόκκινη απόχρωση, όπως το αίμα του περιστεριού.

    -Ίσως σε μια προηγούμενη ζωή, με κάποιον άλλον.

    Η Σάνα έγειρε ελαφρά το κεφάλι στο πλάι.

    -Είναι βέβαιο; Ακούω έναν ορθολογιστή;

    Ο Μάριο γέλασε. Έδεσε τα χέρια του γύρω από τη μέση της.

    -Πώς σκέφτεσαι να περάσουμε το υπόλοιπο της ημέρας;

    Η Σάνα έκανε πως σκέφτεται.

    -Θα κουβαλήσουμε τις βαλίτσες, θα μαγειρέψουμε κάτι να φάμε, θα δούμε μια ταινία στον υπολογιστή, θα πάμε στο κρεβάτι μας, και θα κοιμηθούμε μέχρι αύριο το πρωί.

    -Απαραίτητα με αυτή τη σειρά;

    Έριξε τα γυμνά μπράτσα της γύρω από τον λαιμό του. Τα δάχτυλά της χάιδεψαν τον αυχένα του.

    -Όχι απαραίτητα…

    Την ξύπνησε η μυρωδιά του καφέ που γέμιζε ευχάριστα το υπνοδωμάτιο. Ο Μάριο δίπλα της, την παρατηρούσε στηριγμένος στον αγκώνα του. Έφερε το πρόσωπό του κοντά στο δικό της.

    -Καλημέρα, κυρία Ρόσσι. Ετοίμασα πρωινό. Ομελέτα φούρνου, και μια καφετιέρα καφέ.

    Η Σάνα χάιδεψε το αξύριστο πιγούνι του.

    -Χμ…Νομίζω πως παντρεύτηκα τον τέλειο άντρα.

    -Μόνο νομίζεις; Δεν είσαι σίγουρη;

    -Είμαι…

    Τα χείλη τους ένωσαν στο φιλί τους.

    Τεντώθηκε σαν γάτα στην αγκαλιά του.

    -Τι θα ήθελες να κάνουμε σήμερα;

    Την έφερε μαλακά ολόκληρη πάνω του.

    -Αυτό που κάνουμε…

    Η Σάνα δάγκωσε το κουλουράκι βρόμης, κι έπιασε από το ντουλάπι το βάζο με την καστανή ζάχαρη. Έριξε δύο γεμάτες κουταλιές στο ένα φλυτζάνι. Δεν την πείραζαν άδικα οι φίλες της πως έπινε ζάχαρη με καφέ. Έφερε τους καφέδες τους στον εξώστη. Ο Μάριο μπροστά στο laptop του, διάβαζε τα νέα της ημέρας στις ηλεκτρονικές εφημερίδες. Δίπλωσε τα πόδια της στην πολυθρόνα, και ήπιε αργά μια γουλιά από τον καφέ της. Στον ορίζοντα ένα ταχύπλοο έσκιζε με θόρυβο τη θάλασσα, αφήνοντας πίσω του μια αφρισμένη λευκή λουρίδα που έσβηνε όσο εκείνο ξεμάκραινε. Ο χαρακτηριστικός ήχος στο κινητό της, την ειδοποιούσε πως έλαβε μήνυμα. Η ματιά της καρφώθηκε στη συσκευή πάνω στο τραπέζι.

    -Δεν θα διαβάσεις το μήνυμα; ρώτησε ο Μάριο, δίχως να πάρει το βλέμμα του από την οθόνη του υπολογιστή του.

    -Είμαι σε διακοπές. Τι γίνεται σήμερα στον κόσμο;

    -Μάλλον τίποτα το διαφορετικό από εχθές και προχθές. Ο κόσμος έγινε μια γειτονιά μέσα από τις συσκευές μακρινής επικοινωνίας, δίχως να έγινε και πιο φιλικός. Η εποχή μας θυμίζει έντονα την περίοδο πριν από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Από ότι φαίνεται η ανθρωπότητα δεν διδάχθηκε τίποτα από το παρελθόν της. Μετά από δύο καταστροφικούς παγκοσμίους πολέμους, οδεύει στα τυφλά προς έναν τρίτο. Για να μην πω ότι βλέπω να είναι η συνέχεια εκείνων των πολέμων.

    -Πώς είναι δυνατόν να γίνει ένας τρίτος παγκόσμιος;

    -Δυνατόν είναι. Να το πιστέψουμε δυσκολευόμαστε. Αν κοιτάξεις γύρω σου θα δεις ότι συμβαίνει τώρα. Η Μέση Ανατολή φλέγεται. Σε αυτόν τον πόλεμο τα πεδία των μαχών δεν θα βρίσκονται στην ηπειρωτική Ευρώπη, αλλά γύρω από την κόκκινη θάλασσα.

    -Κόκκινη θάλασσα… Κοίτα σύμπτωση. Έτσι αποκάλεσε μια φίλη μου τη Μεσόγειο. Τα τελευταία καλοκαίρια δεν κάνει θαλασσινά μπάνια. Της είναι αδύνατον, όταν σκέφτεται πόσοι άνθρωποι χάθηκαν στον βυθό της. Πρόσφυγες, που τους έδιωξε από την πατρίδα τους ο πόλεμος.

    -Αν κι εγώ αναφερόμουν στο πετρέλαιο, θα συμφωνήσω με τη φίλη σου.

    Ο Μάριο έγνεψε στη Σάνα να έρθει πιο κοντά, κι έστρεψε την οθόνη του laptop προς το μέρος της.

    -Δες αυτή τη φωτογραφία.

    -Είναι ασπρόμαυρη και ξεθωριασμένη. Πρέπει να είναι πολύ παλιά. Πού τη βρήκες;

    -Από τις αναζητήσεις μου στα βάθη του διαδικτύου. Σου θυμίζει κάτι;

    -Δεν μπορώ να πω. Τα κλαδιά του δέντρου κρύβουν σχεδόν ολόκληρη την όψη του σπιτιού.

    -Φαντάσου την εικόνα χωρίς τα κλαδιά.

    Η Σάνα τον κοίταξε με έκπληξη.

    -Λες ότι είναι αυτό το σπίτι;

    -Ακριβώς. Είναι φωτογραφία του 1917. Δεν υπάρχει η κουπαστή και η σκάλα. Η θάλασσα έφτανε μέχρι τον βράχο, και η στάθμη της ήταν πολύ πιο ψηλά. Σχεδόν θα άγγιζε την εξέδρα.

    Η φωτογραφία τραβήχτηκε από το πέλαγος. Για αυτό και πιστεύω πως η λήψη έγινε από το κατάστρωμα κάποιου πολεμικού, πιθανότατα κατασκοπευτικού, που περιπολούσε στα ανοιχτά. Ιταλικό, Γερμανικό ή Βρετανικό.

    -Εκατό χρόνια πίσω…

    Ο Μάριο έδειξε αριστερά της φωτογραφίας.

    -Κοίταξε εδώ. Δεν είναι παράξενο;

    -Διακρίνονται τα μέρη ενός ανοίγματος. Θα το έλεγα μεγάλο παράθυρο. Αλλά δεν βλέπω το παράξενο. Το σπίτι ανακαινίστηκε. Λογικό να έγιναν και αλλαγές στις όψεις του.

    -Τότε πρέπει να συμφωνήσουμε ότι έγιναν ριζικές αλλαγές. Γιατί αν προσέξεις θα δεις ότι η προέκταση του σπιτιού αριστερά, στην πραγματικότητα των τριών διαστάσεων δεν υπάρχει.

    Έκλεισε το laptop και την κοίταξε.

    -Πάμε για μια βουτιά; Η θάλασσα τούτη την ώρα είναι ήρεμη και ζεστή σαν πισίνα.

    -Πάμε. Και μετά θα με ταΐσεις αστακομακαρονάδα σε ένα ταβερνάκι δίπλα στο κύμα.

    Ο Μάριο ανασηκώθηκε και τη φίλησε στα χείλη. Γελώντας.

    Ήταν οι μοναδικοί πελάτες στο ορεινό ταβερνάκι. Επέλεξαν ένα τραπέζι στην άκρη της περιποιημένης αυλής. Στον νυχτερινό ορίζοντα διακρίνονταν αχνά τα φώτα των μικρών πολιτειών της περιοχής. Η Σάνα μάσησε απολαυστικά το καλοψημένο παϊδάκι από αρνάκι γάλακτος, κι έριξε με στυλ το λεπτό κοκαλάκι στο πιάτο της. Ο Μάριο την παρατηρούσε πίνοντας αργά το κρασί του. Χαμογέλασε αδιόρατα.

    -Θα έλεγα να ξεχάσουμε το σουφλέ σοκολάτας.

    -Μάλλον θα συμφωνήσω. Δυο μπάλες παγωτό είναι αρκετές.

    Ο Μάριο έσκασε στα γέλια.

    -Γιαούρτι με μέλι. Το καλύτερο χωνευτικό.

    Ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας, ένας συμπαθητικός πενηντάρης, ακούμπησε το πιάτο και τα κουταλάκια στο τραπέζι μαζί με δυο σφηνάκια ρακόμελο.

    -Αυτά κέρασμα από μένα. Σας άρεσε το φαγητό παιδιά;

    -Πολύ, είπαν και οι δύο με ένα στόμα. Τα ρακόμελα έγιναν τρία.

    -Είστε πολύ ωραία εδώ, είπε η Σάνα.

    -Να έρθετε μέρα. Όταν ο ορίζοντας είναι καθαρός φαίνονται οι ορεινοί όγκοι της Κασσάνδρας.

    Ο Γιάννης κέρασε και χαλβαδάκι.

    -Ήρθατε για διακοπές ή για δουλειές, παιδιά;

    -Και για διακοπές. Είμαστε νιόπαντροι. Στον «μήνα του μέλιτος», είπε ο Μάριο.

    -Τα συγχαρητήριά μου. Είστε από τα ζευγάρια που παντρεύονται ακόμα. Τι δουλειά κάνετε παιδιά;

    -Εγώ είμαι δημόσιος υπάλληλος. Η γυναίκα μου έμεινε πρόσφατα άνεργη.

    -Α…

    Ο Μάριο θέλησε να μάθει πώς κι ο Γιάννης μιλούσε τόσο καλά τα Ιταλικά.

    -Εργάστηκα για χρόνια ως μάγειρας, σε μια πετρελαϊκή εταιρεία ιταλικών συμφερόντων στη Λιβύη. Μάζευε προσωπικό από όλες τις γωνιές του κόσμου. Όμως κάποια πράγματα ήταν σταθερά. Στη δουλειά μιλούσαμε αγγλικά, στις μεταξύ μας συναναστροφές ιταλικά, και όλοι βρίζαμε ελληνικά. Όταν ξέσπασαν οι ταραχές το 2011, γύρισα πίσω. Είχα κάποια χρήματα από τη δουλειά μου, πήρα κι ένα δάνειο, και είπα να επενδύσω στη «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας. Τον τουρισμό. Έφτιαξα αυτόν τον μικρό ξενώνα και το ταβερνάκι. Διαθέτει και wi-fi. Jianis Kanallos, ο κωδικός. Με J και δύο ll. Τι τα θέλετε; Έπεσα πάνω στην «κρίση». Δεν άντεξα τον ανταγωνισμό των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων. Η επιχείρηση είναι υποθηκευμένη. Για να ξεχρεώσω αποφάσισα να την πουλήσω σε μια ρωσική αλυσίδα ξενοδοχείων μπανγκαλόους που δραστηριοποιείται στη βόρεια Ελλάδα. Θα είμαι τυχερός, αν με κρατήσουν υπάλληλο.

    Το χαμόγελο πρόδωσε μια πικρία.

    -Κρίμα. Είναι τόσο όμορφο συγκρότημα, είπε η Σάνα.

    -Εγώ προσπάθησα. Αυτό ξέρω, κι αυτό κρατώ. Ίσως να συμβαίνουν όλα αυτά για να μου υπενθυμίσει η ζωή πριν είναι αργά, πως προσπάθησα πολύ για λάθος λόγο. Δεν βαριέσαι. Λεφτά έχασα. Δεν έχασα την ψυχή μου. Για το μόνο που μετανιώνω είναι που κατεδάφισα το παλιό σπίτι. Ήταν το πατρικό του πατέρα μου. Δεν το συγχωρώ στον εαυτό μου, και δεν θα μού το συγχωρέσει κι εκείνος από εκεί που είναι. Τούτο το βουνό ήταν η ζωή του. Το έφερνε γύρα με κλειστά μάτια. Όταν δεν μπορούσε πια να ανεβαίνει, μαράζωσε. Εσείς πώς με βρήκατε εδώ πάνω παιδιά;

    Το ζευγάρι αντάλλαξε μια γρήγορη ματιά.

    -Στρίψαμε λάθος στη διασταύρωση. Όταν συνειδητοποιήσαμε πως ανεβαίνουμε το βουνό, είπαμε να συνεχίσουμε για να γνωρίσουμε το μέρος.

    Μίλησε ο Μάριο. Φυσικά δεν θα έλεγε πως οδηγούσε η Σάνα.

    -Αλήθεια, πού μένετε παιδιά;

    -Στο σπίτι στο ακρωτήρι.

    -Εκεί παλιά ζούσε ένας Ιταλός συγγραφέας. Ο Ρόι Ντιάζ. Το σπίτι έμεινε εγκαταλειμμένο για χρόνια. Είχε βγάλει τη φήμη πως ήταν στοιχειωμένο. Όσοι πέρασαν τη νύχτα τους εκεί, έλεγαν πως άκουσαν μια βουή να φτάνει από τη θάλασσα σαν να ήθελε να το καταπιεί. Πριν μια δεκαετία το αγόρασε μια μεγαλοκατασκευαστική του εξωτερικού. Το σπίτι ανακαινίστηκε και το ίδιο καλοκαίρι νοικιάστηκε σε ένα ζευγάρι Ιταλών. Η κοπέλα τρελάθηκε. Ένα πρωί πήδηξε στο κενό και σκοτώθηκε. Από τότε δεν είδαμε κανέναν. Φέτος την άνοιξη έμαθα πως πουλήθηκε…

    Ο Γιάννης έκοψε την κουβέντα του στη μέση, σαν να το συνειδητοποίησε εκείνη τη στιγμή.

    -Εσείς είστε οι νέοι ιδιοκτήτες;

    -Εμείς είμαστε, είπε ο Μάριο.

    -Τι δουλειά είπαμε πως κάνετε παιδιά;

    -Εγώ είμαι δημόσιος υπάλληλος. Η γυναίκα μου είναι αρχιτέκτονας. Έμεινε πρόσφατα άνεργη. Παραιτήθηκε από τη δουλειά της.

    -Α…

    -Τώρα ξέρω γιατί βρήκαμε το σπίτι σε τόσο χαμηλή τιμή…, είπε χαμηλόφωνα ο Μάριο στη Σάνα, όταν έμειναν μόνοι τους.

    -Τι μπορεί να είναι…

    -Ένα τοπικό φυσικό φαινόμενο που χρίζει μελέτης…

    -Μα εμείς δεν ακούσαμε τίποτα…

    -Με τα χρόνια το φαινόμενο θα ατόνησε…

    -Ποια να ήταν…

    -Αυτό αναρωτιέμαι κι εγώ…

    Ο Γιάννης έφτασε με ένα βιβλίο στο χέρι. Το έδωσε στη Σάνα.

    -Είναι του συγγραφέα Ρόι Ντιάζ. Εμένα δεν μου χρειάζεται. Στο χαρίζω.

    Η Σάνα το πήρε λίγο σαστισμένη. Διάβασε τον τίτλο του.

    -«Παράλληλη σύγκλιση». Είναι η πρωτότυπη έκδοση. Πού το βρήκες;

    -Αν σας πω θα γελάσετε. Στην κατεδάφιση. Μέσα σε ένα μεταλλικό κουτί στο ταβάνι του σπιτιού. Ούτε και ξέρω πώς βρέθηκε εκεί. Ο πατέρας μου δεν ζούσε για να μου πει. Χαρά που έκανα στην αρχή. Πίστεψα πως βρήκα θησαυρό.

    -Ίσως και να είναι…, μίλησε σιγανά η Σάνα, όπως ξεφύλλιζε το βιβλίο.

    -Θα μείνετε καιρό στα μέρη μας παιδιά;

    -Όλο τον υπόλοιπο Αύγουστο, είπε ο Μάριο.

    -Ευκαιρία να γνωρίσετε τον τόπο μας. «Γαίης μεν πάσης το Πελασγικόν Άργος άμεινον», έλεγε ένας χρησμός του Μαντείου των Δελφών. Πήρε το όνομά της από τον Θετταλό, γιο του Αίμονα. Κατοικήθηκε από τις αρχές της Παλαιολιθικής εποχής κι έγινε το λίκνο των πρώτων ελληνικών φύλων. Οι Κένταυροι ήταν οι αυτόχθονες κάτοικοί της. Από τη μέση και πάνω άνθρωποι, από τη μέση και κάτω άλογα, τους θέλει ο μύθος. Φοβεροί ιππείς και άγριοι πολεμιστές, περνούσαν τη ζωή τους πάνω στα άτια τους. Νικήθηκαν από τους Λαπίθες, που αναφέρει στην Ιλιάδα του ο Όμηρος. Ένα από τα πρώτα ελληνικά φύλα που αναμετρήθηκε μαζί τους, στην πορεία του προς τον Νότο.

    Στα σπήλαια στην κορυφή του βουνού, στην αρχαιότητα λατρεύονταν οι Ορεάδες, οι νύμφες των όρεων. Μικρός είχα βρει ένα πήλινο θραύσμα με επώνυμη αφιέρωση στις νύμφες, πιθανώς από κάποιο αγγείο. «Ενπεδόκλεια Φιλοδαμεία υπέρ γενεάς». Πολύ αργά κατάλαβα τη μεγάλη αρχαιολογική αξία του.

    Θα δείτε υπολείμματα των θολωτών Μυκηναϊκών τάφων. Ένας βοσκός της περιοχής κάποτε έκανε λόγο για έναν ακέραιο, ασύλητο. Κανείς μέχρι και σήμερα δεν μπόρεσε να τον εντοπίσει.

    «Χηρεύον φέουδο» αποκαλούσαν τη Θεσσαλία τα χρυσόβουλα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Τους μίλησε για τους εισβολείς της. Την κυριαρχία των Ρωμαίων, των Φράγκων, των Λομβαρδών, των Λατίνων, των Καταλανών, των Αλβανών, των Σέρβων. Την οργανωμένη εποίκηση από τους Γιουρούκους στα 1389 με 1451, φιλοπόλεμες νομάδες Τουρκομάνων από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας, και την επικυριαρχία των Οθωμανών. Τους Δούκες και τους Κομνηνούς, τους βαρόνους και τους ιππότες, τους πασάδες και τους μπέηδες, τους δυνατούς και τους τσιφλικάδες, τους ορθόδοξους δεσποτάδες και τους καθολικούς επισκόπους, τους Δερβίσηδες και τους Μουφτήδες, όλους τους «Ταγούς» που «αυθέντεψαν» πάνω στον τόπο και στους ανθρώπους του. Τους μίλησε για τους πάροικους, τους προσκαθήμενους, τους μορτίτες, τους δουλοπάροικους, τους κολλήγους, τους σκλάβους κάθε εποχής που το πέρασμα της σκαπάνης τους έκανε εύφορη γη τους βαλτωμένους κάμπους.

    -Οι γαιοκτήμονες συμμάχησαν από την πρώτη στιγμή με τον Οθωμανό κατακτητή. Μάλιστα οι περισσότεροι για να εξασφαλίσουν όλες τις προνομίες εξισλαμίστηκαν πλήρως.

    Πολλοί Έλληνες πιεσμένοι από την παρουσία των Τουρκομάνων στα πεδινά, κατέφυγαν στα πιο δυσπρόσιτα μέρη των βουνών και δημιουργούσαν νέες κοινότητες. Στην απογραφή του 1455 η Υψηλή Πύλη για φορολογικούς λόγους τις αναγνώρισε επίσημα. Οι κάτοικοί τους, «οικογένειαι ελληνικαί, δι’ έλλειψιν γεωργουμένης γης, επιχειρίζονται τέχνας», σημείωνε στο ημερολόγιο του ένας ευρωπαίος περιηγητής της εποχής.

    Κάποιοι από τους αυτοεξόριστους συγκρότησαν ένοπλες ομάδες κι αποζούσαν από τις ληστείες, δίχως να εξαιρούν μωαμεθανούς και χριστιανούς. Η κεντρική εξουσία για να εξασφαλίσει την «κοινωνική ειρήνη», συνθήκη που θα της απέφερε σταθερά φορολογικά έσοδα, αναζήτησε ένοπλους που θα αναλάμβαναν έναντι προνομίων την προστασία του πληθυσμού. Γεννήθηκε το καθεστώς των αρματολών και των κλεφτών. Θα ήταν οι ίδιοι σε διαφορετικό ρόλο.

    Οι Κόνιαροι, όπως αποκαλούσαν οι χριστιανοί τους έποικους νομάδες Τουρκομάνους, με τον καιρό απώλεσαν το πλεονέκτημα του επίλεκτου τμήματος της οθωμανικής επιβολής. Οι πληθυσμοί τους και τα κοπάδια τους αποδεκατίστηκαν από τις επιδημίες πανούκλας και τους λιμούς. Τα χωριά τους καταστράφηκαν στις μεγάλες πλημύρες του Πηνειού. Όσοι επιβίωσαν μετατράπηκαν στην πιο άγρια εκμεταλλευόμενη μάζα κολλήγων.

    Να πάτε και στο χωριό μας. Βρίσκεται κάτω από τη μοναδική κωνική κορυφή του βουνού μας. Έτσι να κάνεις το χέρι σου, θαρρείς πως θα αγγίξεις την Πούλια. Ο ήλιος και η σελήνη ανατέλλουν και δύουν ακριβώς πάνω στα φυσικά όρια του χωριού. Είναι ίσως το μοναδικό χωριό στον κόσμο που έχει αποκλειστικά δικό του ουρανό.

    Κάποτε βούιζε σαν κυψέλη από ζωή. Τώρα έμεινε ένα μνημείο μιας άλλης εποχής στον χρόνο. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους του. Οι επιστήμονες βρήκαν πως το έδαφος κάθεται κάποια χιλιοστά κάθε χρόνο. Λειτουργεί όμως μια ταβέρνα με καλό φαγητό και μερικά μικρομάγαζα με τουριστικά είδη. Αν σας αρέσει η πεζοπορία, να πάτε και στο Αριόπρινο. Εκεί θα βρείτε μικρούς καταρράκτες και πηγές με τρεχούμενα νερά.

    -Τι σημαίνει «Αριόπρινο»; ζήτησε να μάθει η Σάνα.

    -Πουρναρότοπος. Ούτε κι εγώ το ήξερα. Χθες μου το εξήγησε μια κοπέλα. Η ρίζα αρ- είναι αρχαία και έχει σημασία σχετική με τη γη. Το άριο ήταν μονάδα μέτρησης επιφάνειας. Πρίνος είναι η «δρυς η κοκκοφόρος». Η βελανιδιά. Το γνωστό πουρνάρι δηλαδή. Στα φύλλα του και στους νεότερους καρπούς αφήνει τα αυγά του ένα παρασιτικό έντομο. Μοιάζουν με κόκκους. Το χρώμα τους είναι τόσο λαμπερό και ζωηρά κόκκινο, ώστε από αυτούς το ερυθρό ονομάστηκε κόκκινο. Όταν βράσουν στο νερό, οι κόκκοι αποδίδουν το κόκκινο το κρεμεζί. Οι Άραβες το αποκαλούν «κερμέζ». Από τα αρχαία χρόνια τους χρησιμοποιούσαν ως χρωστική ουσία για τη βαφή των ρούχων, των τοίχων, και των μαλλιών.

    Να ανεβείτε και στις σπηλιές με τους σταλαχτίτες και τους σταλαγμίτες. Για εκεί θα χρειαστείτε αυτοκίνητο. Μερικοί φτάνουν στα δυο μέτρα σαν σπαθιά. Υπάρχει κι ένας βωμός αφιερωμένος στον Ποσειδώνα. Μην σας κάνει εντύπωση. Πριν από εκατομμύρια χρόνια αυτή τη στεριά τη σκέπαζε η πρώτη θάλασσα. Μέχρι και αποτυπώματα κογχυλιών θα δείτε πάνω στους βράχους. Οι παλιοί έλεγαν πως από αυτές τις σπηλιές ξεκινούσαν υπόγειες σήραγγες που κατέληγαν στον γιαλό. Ο πατέρας μου είχε βρει μια τέτοια περασιά. «Τσάγεζι» την έλεγε. Έτσι ήταν γνωστό το χωριό μας επί τουρκοκρατίας. Στόμιο, πάει να πει. Την ανακάλυψε η κατσικούλα του. Ζαρκαδούλα τη φώναζε, γιατί ήταν όμορφη σαν ζαρκάδα. Την ακολούθησε, και βγήκε στη θάλασσα.

    Μου μιλούσε πολύ για τον πατέρα του. Είχε ένα άλογο. Ένα σπάνιο άτι που η ράτσα του κρατούσε από τον Βουκεφάλα του Μεγαλέξανδρου, από όταν ο στρατηλάτης ήρθε στα μέρη μας. Εδώ ήταν οι «ασημόγουρνες», το νομισματοκοπείο που κόβονταν τα νομίσματα της αυτοκρατορίας του, και το επισκεπτόταν τακτικά για να το ελέγξει.

    Είχε μετρημένες κουβέντες. Περισσότερο άκουγε, τσιμπούσε καμιά ελιά με τον σουγιά του, έβγαζε καπνό από το σακούλι του, έστριβε τσιγάρο, και μόνο μια ερώτηση έκανε στους ξένους που περνούσαν από τα μέρη τους. Ο τόπος τους είχε θάλασσα, βουνό, για κάμπο;

    Για τον άνθρωπο του κάμπου όλα τα θαύματα συντελούνται μέσα σε έναν λασπωμένο σβώλο χώμα. Εκεί δένει ο σπόρος, μεστώνει, τινάζει βλαστάρι, πετάει καρπό, φουντώνει το στάρι, χρυσίζουν οι κάμποι, δίνουν σοδειά. Με τη διαφορά ότι η γη είναι αργή θεά. Δεν φέρνει άμεσο θαυματουργό αποτέλεσμα. Ζητά υπομονή για να δώσει το απτό. Απαιτεί να ρίξει ρίζα ο άνθρωπος για να πάρει το έργο της υπομονής του.

    Ο ορεσίβιος πάλι είναι το ίδιο το βουνό. Αγγίζει οπτικά τον ουρανό δίχως να τον ακουμπά, βλέπει τους κάμπους όμως δεν ενώνεται μαζί τους, αγναντεύει τη θάλασσα αλλά την περιφρονεί. Ένας κόσμος αλλά κι ένας μικρόκοσμος γεμάτος μυστήρια. Ένα εργαστήρι της φύσης που όλα μιλούν μια μυστική γλώσσα άγνωστη στους μη μυημένους. Οι ήχοι του δάσους, το σελάγισμα της σελήνης, το καλάρισμα των πηγών, η βουή των ποταμών, οι ρυτιδισμοί της λίμνης, το θρόισμα των φύλλων, το πέταγμα των πουλιών, τα χνάρια των άγριων ζώων. Είναι το γνώριμο και το άγνωστο μαζί. Είναι το σκίρτημα της φαντασίας και το ερέθισμα στην έρευνα.

    Πόντος, σημαίνει πέρασμα, δρόμος. Είναι ο ίδιος ο ορίζοντας. Γαλάζια, απέραντη η θάλασσα όσο κι ο ουρανός στα ανθρώπινα μάτια. Μόνο που ο ουρανός είναι ένα ανοιχτό γραμμένο βιβλίο, ενώ η θάλασσα είναι το άγνωστο που γράφει η φαντασία. Ανεξερεύνητα τα βάθη και τα πλάτη της. Είναι όλοι οι κίνδυνοι, αλλά και η γοητεία τους που ξελογιάζει, ξεσηκώνει, παρασύρει.

    Δεν τον γνώρισα τον παππού μου. Γεννήθηκε πάνω στο ρήγμα του εθνικού διχασμού. Ο Βενιζέλος έσπρωχνε την Ελλάδα στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ο Κωνσταντίνος την κρατούσε ουδέτερη στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων. Μεγάλωσε σε μια εποχή «ημιπολιτειακών» εναλλαγών. Εκδιώχθηκε ο Κωνσταντίνος, έμεινε ο θρόνος και ο Βενιζέλος.

    Από την πρώτη αναφορά του Κωλέττη το 1844 στην ομιλία του στην Εθνοσυνέλευση μέχρι το 1922, όλη η εκπαιδευτική και εξωτερική πολιτική κινήθηκε γύρω από τον άξονα της Μεγάλης Ιδέας. Η γη της Ιωνίας στην ανατολική πλευρά του Αιγαίου υπήρξε «όνειρο» της ανερχόμενης ελληνικής αστικής τάξης από ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους. Ο μεγαλοϊδεατισμός της δεν έχει σύνορα. Φτάνει μέχρι την ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Για τους πιο ρεαλιστές, «όπου η Ελλάς είχε εθνολογική βάση». Ο Βενιζέλος ήταν ένας από αυτούς. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος η ευκαιρία.

    Η τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχει προδιαγραφεί από τις μεγάλες δυνάμεις Αγγλία και Γαλλία. Διαμελισμός και αναδιανομή των εδαφών της ως απάντηση στην σκανδαλώδη οικονομική διείσδυση της γερμανικής επιρροής στα πετρελαιοφόρα εδάφη της Ανατολής.

    Ο Βενιζέλος βιάζεται να βγάλει την Ελλάδα στον πόλεμο ώστε να έχει δικαιώματα στη μοιρασιά. Οι μεγάλες δυνάμεις είχαν τα δικά τους σχέδια στην περιοχή, κι ελάχιστα νοιάζονταν, και νοιάζονται, για τις ονειρώξεις της βήτα κατηγορίας συμμάχων τους. Για την ακρίβεια ούτε και για της άλφα, αλλά μόνος σου ούτε στον παράδεισο. Για αυτό και συχνά πυκνά το κάνουν κόλαση και μεταξύ τους.

    Ο Βενιζέλος παραγνωρίζει όλα τα σημάδια που προοιωνίζουν μια εθνική περιπέτεια με ορίζοντα μια εθνική καταστροφή. Μοιραία ακόμα και τα γεγονότα.

    Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος για τις μεγάλες δυνάμεις έχει τελειώσει το 1918. Η πάλαι ποτέ Οθωμανική αυτοκρατορία και η Γερμανία τού έκπτωτου Κάιζερ έχουν συνθηκολογήσει. Στις Βερσαλλίες τον Ιούνιο του 1919 οι νικητές υπογράφουν τους όρους της «ειρήνης». Μοιράζουν τις σφαίρες επιρροής. Τα βρετανικά στρατεύματα παραμένουν στη Μεσοποταμία και την Παλαιστίνη που «απελευθέρωσαν» «ιδίοις κόποις». Τα γαλλικά αναπτύσσονται στην Κιλικία και θέτουν υπό τον έλεγχό

    Enjoying the preview?
    Page 1 of 1