Professional Documents
Culture Documents
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
-2-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
1. ἄγαμαι ....................................................................................................................................................9
2. ἀγγέλλω ..................................................................................................................................................9
3. ἀγείρω .....................................................................................................................................................9
4. (ἀπ-)ἀγορεύω .......................................................................................................................................9
5. ἄγω ...........................................................................................................................................................9
6. αγωνίζομαι ...........................................................................................................................................9
7. αδικῶ (-έω) .............................................................................................................................................9
8. αἴδοῦμαι (-έω) ......................................................................................................................................9
9. αἰνῶ (-έω) ..............................................................................................................................................10
10. αἱρῶ (-έω) .........................................................................................................................................10
11. αἴρω ...................................................................................................................................................10
12. αἰσθάνομαι .....................................................................................................................................10
13. αἰσχύνω ............................................................................................................................................10
14. αἰτῶ (-έω)..........................................................................................................................................10
15. αἴρω ...................................................................................................................................................10
16. αἰσθάνομαι .....................................................................................................................................10
17. αἰσχύνω ............................................................................................................................................11
18. αἰτῶ (-έω)..........................................................................................................................................11
19. ἀλλάττω ...........................................................................................................................................11
20. ἁμαρτάνω ........................................................................................................................................11
21. ἀμύνω................................................................................................................................................11
22. ἀμφιέννυμι ......................................................................................................................................11
23. ἀλλάττω ...........................................................................................................................................11
24. ἁμαρτάνω ........................................................................................................................................11
25. ἀνιῶμαι (-άω) .................................................................................................................................12
26. ἀνοίγω, ἀνοίγνυμι .........................................................................................................................12
27. ἀξιῶ (-όω) .........................................................................................................................................12
28. ἀπεχθάνομαι ..................................................................................................................................12
29. ἀποδιδράσκω ................................................................................................................................12
30. ἀποθνῄσκω ....................................................................................................................................12
31. ἀποκρίνομαι ..................................................................................................................................12
32. ἀπόλλυμι, ἀπολλύω ......................................................................................................................12
33. ἅπτω ..................................................................................................................................................12
34. ἄρχω ..................................................................................................................................................13
35. αὐξάνω, αὔξω, ................................................................................................................................13
36. ἀφικνοῦμαι (-έω) ...........................................................................................................................13
37. ἄχθομαι ...........................................................................................................................................13
38. βαίνω ................................................................................................................................................13
39. βάλλω ................................................................................................................................................13
40. βιάζομαι ..........................................................................................................................................13
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
-3-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
-4-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
-5-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
-6-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
-7-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
-8-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
-9-
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
9. αἰνῶ (-έω) αἰνοῦμαι (επαινώ, υμνώ) 10. αἱρῶ (-έω) αἱροῦμαι (συλλαμβάνω) SOS
ᾔνουν ᾐνούμην ᾕρουν ᾑρούμην (κυριεύω)
αἰνέσω, αἰνεθήσομαι αἱρήσω αἱρήσομαι, αἱρεθήσομαι
αἰνέσομαι ᾐνέθην εἷλον εἱλόμην, ᾑρέθην
ᾔνεσα ᾔνημαι ᾕρηκα ᾕρημαι
ᾔνεκα ᾐνήμην ᾑρήκειν ᾑρήμην
ᾔνέκειν
Παθ. αόρ. ΥΠ: αἰνεθῶ Β’ αόρ. ΥΠ: ἕλω, ἕλωμαι
Παθ. αόρ. ΥΠ: αἱρεθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 10 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 11 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
27. ἀξιῶ (-όω) ἀξιοῦμαι (προβάλλω την αξίωση) 28. ἀπεχθάνομαι (γίνομαι μισητός) SOS
ἠξίουν ἠξιούμην ἀπηχθανόμην
ἀξιώσω ἀξιωθήσομαι ἀπεχθήσομαι
ἠξίωσα ἠξιώθην ἀπηχθόμην π6
ἠξίωκα ἠξίωμαι ἀπήχθημαι
ἠξιώκειν ἠξιώμην ἀπηχθήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἀξιωθῶ Β’ αόρ. ΥΠ: ἀπέχθωμαι
32. ἀπόλλυμι, ἀπολλύω ἀπόλλυμαι (αφανίζω) SOS 33. ἅπτω ἅπτομαι (αγγίζω)
ἀπώλλυν, ἀπώλλυον ἀπωλλύμην ἧπτον ἡπτόμην
ἀπολῶ ἀπολοῦμαι ἅψω ἅψομαι
ἀπώλεσα ἀπωλόμην ἧψα ἡψάμην, ἥφθην
ἀπολώλεκα ἀπόλωλα -------- ἧμμαι
ἀπωλωλέκειν ἀπωλώλειν -------- ἥμμην
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Παθ. αόρ. ΥΠ: ἁφθῶ
Β’ αόρ. ΥΠ: ἀπόλωμαι Πρκ/Υπερσ. χειλικολήκτων, βλ. γέγραμμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 12 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
34. ἄρχω ἄρχομαι (ξεκινώ) SOS 35. αὐξάνω, αὔξω, αὔξομαι, αὐξάνομαι (μεγαλώνω)
ἦρχον ἠρχόμην (εξουσιάζω) ηὔξανον, ηὖξον ηὔξόμην, ηὐξανόμην
ἄρξω ἄρξομαι, ἀρχθήσομαι αὐξήσω αὐξήσομαι, αὐξηθήσομαι
ἦρξα ἠρξάμην, ἤρχθην ηὔξησα ηὐξήθην
[ἦρχα] ἦργμαι ηὔξηκα ηὔξημαι
[ἤρχειν] ἤργμην ηὐξήκειν ηὐξήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἀρχθῶ Παθ. αόρ. ΥΠ: αὐξηθῶ
Πρκ/Υπερσ. ουρανικόληκτων,βλ. πέπραγμαι
36. ἀφικνοῦμαι (-έω) (φτάνω) SOS 37. ἄχθομαι SOS 38. βαίνω (βαδίζω) SOS
ἀφικνούμην ἠχθόμην (λυπάμαι) ἔβαινον
ἀφίξομαι ἀχθέσομαι βήσομαι
ἀφικόμην ἠχθέσθην ἔβην
ἀφῖγμαι [ἤχθημαι] βέβηκα
ἀφίγμην [ἠχθήμην] ἐβεβήκειν
Β’ αόρ. ΥΠ: ἀφίκωμαι Παθ. αόρ. ΥΠ: ἀχθεσθῶ Β’ αόρ. κατά τα –μι π9
Πρκ/ Υπερσ. ουρανικόληκτων, βλ. πέπραγμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 13 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
49. δέδοικα, δέδια (φοβάμαι) π13 SOS 50. δείκνυμι δείκνυμαι (φανερώνω) π14 SOS
ἐδεδοίκειν, ἐδεδίειν ἐδείκνυν ἐδεικνύμην
δείσομαι δείξω δείξομαι, δειχθήσομαι
ἔδεισα ἔδειξα ἐδειξάμην, ἐδείχθην
-------- δέδειχα δέδειγμαι
-------- ἐδεδείχειν ἐδεδείγμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: δειχθῶ
Πρκ/ Υπερσ. ουρανικόληκτων, βλ. πέπραγμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 14 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
51. δῶ (-έω) δοῦμαι (δένω) 52. δέω δεῖ δέομαι (στερούμαι) π15 SOS
ἔδουν ἐδούμην ἔδεον ἔδει ἐδεόμην
δήσω δεθήσομαι δεήσω δεήσει δεήσομαι
ἔδησα ἐδέθην ἐδέησα ἐδέησε ἐδεήθην
δέδεκα δέδεμαι -------- δεδέηκε δεδέημαι
ἐδεδέκειν ἐδεδέμην -------- ἐδεδεήκει ἐδεδεήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: δεθῶ Παθ. αόρ. ΥΠ: δεηθῶ
55. διδράσκω (δραπετεύω) SOS 56. δίδωμι δίδομαι (δίνω) π17 SOS
ἐδίδρασκον ἐδίδουν ἐδιδόμην
δράσομαι δώσω δώσομαι, δοθήσομαι
ἔδραν ἔδωκα ἐδόμην, ἐδόθην
δέδρακα δέδωκα δέδομαι
ἐδεδράκειν ἐδεδώκειν ἐδεδόμην
Β’ αόρ. κατά τα -μι π16 Παθ. αόρ. ΥΠ: δοθῶ
57. διώκω διώκομαι (καταδιώκω) 58. δοκῶ (-έω) δοκεῖ (φαίνομαι) SOS
ἐδίωκον ἐδιωκόμην ἐδόκουν ἐδόκει
διώξω διώξομαι, διωχθήσομαι δόξω δόξει
ἐδίωξα ἐδιώχθην ἔδοξα ἔδοξε
δεδίωχα δεδίωγμαι -------- δέδοκται
ἐδεδιώχειν ἐδεδιώγμην -------- ἐδέδοκτο
59. δρῶ (-άω) δρῶμαι (ενεργώ) 60. δύναμαι (μπορώ) π18 SOS
ἔδρων ἐδρώμην ἐδυνάμην, ἠδυνάμην
δράσω δρασθήσομαι δυνήσομαι
ἔδρασα ἐδράσθην ἐδυνήθην, ἠδυνήθην
δέδρακα δέδραμαι δεδύνημαι
ἐδεδράκειν ἐδεδράμην ἐδεδυνήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: δρασθῶ Παθ. αόρ. ΥΠ: δυνηθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 15 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
66. ἐθίζω ἐθίζομαι (συνηθίζω) 67. εἶμι (θα πάω) π21 SOS 68. εἰμί (υπάρχω) π22 SOS
εἴθιζον εἰθιζόμην ᾖα, ᾔειν ἦ,ἦν
ἐθιῶ ἐθισθήσομαι -------- ἔσομαι
εἴθισα εἰθίσθην -------- ἐγενόμην
εἴθικα εἴθισμαι -------- γέγονα
εἰθίκειν εἰθίσμην -------- ἐγεγόνειν
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Β’ αόρ. ΥΠ: γένωμαι
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἐθισθῶ
Πρκ/Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 16 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
69. ἐκπλήττω ἐκπλήττομαι (χτυπώ) 70. ἐλαύνω ἐλαύνομαι (προχωρώ εμπρός) SOS
ἐξέπληττον ἐξεπληττόμην ἤλαυνον ἠλαυνόμην
ἐκπλήξω ἐκπλαγήσομαι ἐλῶ π 23 ἐλάσομαι, ἐλαθήσομαι
ἐξέπληξα ἐξεπλάγην ἤλασα ἠλασάμην, ἠλάθην
-------- ἐκπέπληγμαι ἐλήλακα ἐλήλαμαι
-------- ἐξεπεπλήγμην ἐληλάκειν ἐληλάμην
Β’ Παθ. αόρ. ΥΠ: ἐκπλαγῶ Μέλλ. συνηρημένος σε -άω!
Πρκ/ Υπερσ. ουρανικολήκτων, βλ. πέπραγμαι Παθ. αόρ. ΥΠ: ἐλαθῶ
71. ἐλέγχω ἐλέγχομαι (ανακρίνω) 72. ἐλπίζω (προσδοκώ) 73. ἐμπεδῶ (-όω) (στερεώνω)
ἤλεγχον ἠλεγχόμην ἤλπιζον ἠμπέδουν
ἐλέγξω έλεγχθήσομαι ἐλπιῶ ἐμπεδώσω
ἤλεγξα ἠλέγχθην ἤλπισα ἠμπέδωσα
-------- ἐλήλεγμαι π24 ἤλπικα --------
-------- ἐληλέγμην ἠλπίκειν --------
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἐλεγχθῶ Μέλλ. συνηρημενος σε -έω
Πρκ/ Υπερσ. ουρανικολήκτων,
βλ. πέπραγμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 17 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
81. ἐπιλανθάνομαι (λησμονώ) SOS 82. ἐπιμελοῦμαι (-έω), ἐπιμέλομαι (φροντίζω για κάτι) SOS
ἐπελανθανόμην ἐπεμελούμην, ἐπεμελόμην
ἐπιλήσομαι ἐπιμελήσομαι, ἐπιμεληθήσομαι
ἐπελαθόμην ἐπεμελήθην
ἐπιλέλησμαι ἐπιμεμέλημαι
ἐπελελήσμην ἐπεμεμελήμην
Β’ αόρ. ΥΠ: ἐπιλάθωμαι Παθ. αόρ. ΥΠ: ἐπιμεληθῶ
Πρκ/ Υπερσ. οδοντικολήκτων,
βλ. πέπεισμαι
83. ἐπιορκῶ (-έω) (ορκίζομαι ψεύτικα) 84. ἐπίσταμαι (γνωρίζω καλά)π26 SOS
ἐπιώρκουν ἠπιστάμην
ἐπιορκήσω ἐπιστήσομαι
ἐπιώρκησα ἠπιστήθην
ἐπιώρκηκα --------
ἐπιωρκήκειν --------
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἐπιστηθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 18 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
95. ζῶ (-ήω) SOS 96. ἡγοῦμαι (-έω) (άρχω) SOS 97. ἥδομαι (ευχαριστιέμαι) SOS
ἔζων ἡγούμην (νομίζω) ἡδόμην
ζήσω, βιώσομαι ἡγήσομαι ἡσθήσομαι
ἐβίων ἡγησάμην, ἡγήθην ἥσθην
βεβίωκα ἥγημαι --------
ἐβεβιώκειν ἡγήμην --------
Β’ αόρ. κατά τα –μι π11 Παθ. αόρ. ΥΠ: ἡγηθῶ Παθ. αόρ. ΥΠ: ἡσθῶ
98. ἥκω (έχω έρθει) 99. ἡττῶμαι (-άω) (νικιέμαι) 100. θάπτω θάπτομαι
ἧκον ἡττώμην ἔθαπτον ἐθαπτόμην
ἥξω ἡττήσομαι, ἡττηθήσομαι θάψω ταφήσομαι
-------- ἡττήθην ἔθαψα ἐθάφθην, ἐτάφην
-------- ἥττημαι τέθαφα τέθαμμαι
-------- ἡττήμην ἐτεθάφειν ἐτεθάμμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἡττηθῶ Α’ Παθ. αόρ. ΥΠ: θαφθῶ
Β’ Παθ. αόρ. ΥΠ: ταφῶ
Πρκ/Υπερσ. χειλικολήκτων, βλ. γέγραμμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 19 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
101. θεῶμαι(-άω) (θαυμάζω) 102. θέω (τρέχω) π29 SOS 103. θνῄσκω3 (πεθαίνω) SOS
ἐθεώμην ἔθεον ἔθνῃσκον
θεάσομαι θεύσομαι θανοῦμαι
ἐθεασάμην ἔδραμον ἔθανον
τεθέαμαι δεδράμηκα τέθνηκα π8
ἐτεθεάμην έδεδραμήκειν ἐτεθνήκειν
Β’ αόρ. ΥΠ: δράμω Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Β’ αόρ. ΥΠ: θάνω
106. ἵημι ἵεμαι (ρίχνω) π30 SOS 107. ἱκνοῦμαι (-έω) (έρχομαι) SOS
ἵην ἱέμην ἱκνούμην
ἥσω ἥσομαι, ἑθήσομαι ἵξομαι
ἧκα εἵμην, εἵθην ἱκόμην
εἷκα εἷμαι ἷγμαι
εἵκειν εἵμην ἵγμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: ἑθῶ Β’ αόρ. ΥΠ: ἵκωμαι
Πρκ/Υπερσ. ουρανικολήκτων,
βλ. πέπραγμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 20 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
110. κάθημαι (ησυχάζω) π33 111. καλῶ (-έω) καλοῦμαι (προσκαλώ) SOS
ἐκαθήμην, καθήμην ἐκάλουν ἐκαλούμην
καθεδοῦμαι καλῶ, καλέσω καλούμαι, κληθήσομαι
-------- ἐκάλεσα ἐκαλεσάμην, ἐκλήθην
-------- κέκληκα κέκλημαι
-------- ἐκεκλήκειν ἐκεκλήμην
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Μέλλ. συνηρημένος σε –έω
Παθ. αόρ. ΥΠ: κληθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 21 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 22 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
125. κτῶμαι (-άω) (αποκτώ) 126. κτείνω, [κτίννυμι] SOS 127. λαγχάνω SOS
ἐκτώμην ἔκτεινον, [ἐκτίννυν] ἐλάγχανον (λαμβάνω με
κτήσομαι (σκοτώνω) κλήρο)
ἐκτησάμην, ἐκτήθην κτενῶ λήξομαι
κέκτημαι, ἔκτημαι π35 ἔκτεινα ἔλαχον
ἐκεκτήμην ἔκτονα εἴληχα
ἐκτόνειν εἰλήχειν
Παθ. αόρ. ΥΠ: κτηθῶ Μέλλ. συνηρημένος σε –έω Β’ αόρ. ΥΠ: λάχω
Άσιγμος αόρ. ΥΠ: κτείνω
128. λαμβάνω λαμβάνομαι (παίρνω) SOS 129. λανθάνω (μένω απαρατήρητος) SOS
ἐλάμβανον ἐλαμβανόμην ἐλάνθανον
λήψομαι ληφθήσομαι λήσω
ἔλαβον ἐλαβόμην, ἐλήφθην ἔλαθον
εἴληφα εἴλημμαι λέληθα
εἰλήφειν εἰλήμμην ἐλελήθειν
Β’ αόρ. ΥΠ: λάβω, λάβωμαι Β’ αόρ. ΥΠ: λάθω
Παθ. αόρ. ΥΠ: ληφθῶ
Πρκ/Υπερσ. χειλικολήκτων, βλ. γέγραμμαι
130. λέγω π36 λέγομαι SOS 131. λέγω λέγομαι (συλλέγω) SOS
ἔλεγον ἐλεγόμην ἔλεγον ἐλεγόμην
λέξω, ἐρῶ λεχθήσομαι, ῥηθήσομαι λέξω λέξομαι, λεγήσομαι
εἶπα, εἶπον, ἔλεξα ἐλέχθην, ἐρρήθην ἔλεξα ἐλεξάμην, ἐλέχθην, ἐλέγην
εἴρηκα εἴρημαι, λέλεγμαι εἴλοχα εἴλεγμαι
εἰρήκειν εἰρήμην, ἐλελέγμην εἰλόχειν εἰλέγμην
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Α' Παθ. αόρ. ΥΠ: λεχθῶ
Άσιγμος αόρ. ΥΠ: εἴπω Β’ Παθ. αόρ. ΥΠ: λεγῶ
Β’ αόρ. ΥΠ: εἴπω Πρκ/Υπερσ. ουρανικολήκτων, βλ. πέπραγμαι
Παθ. αόρ. ΥΠ: λεχθῶ, ῥηθῶ
Πρκ/Υπερσ. ουρανικολήκτων, βλ. πέπραγμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 23 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
138. μέλει (είμαι αντικείμενο φροντίδας) SOS 139. μέλλω (σκοπεύω, αναβάλλω) SOS
ἔμελε ἔμέλλον, ἤμελλον
μελήσει μελλήσω
ἐμέλησε ἐμέλλησα
μεμέληκε --------
ἐμεμελήκει --------
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 24 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
142. -μιμνήσκω -μιμνήσκομαι (υπενθυμίζω) SOS 143. νέμω νέμομαι (μοιράζω) SOS
-εμίμνησκον -εμιμνησκόμην ἔνεμον ἐνεμόμην
-μνήσω -μνήσομαι, -μνησθήσομαι νεμῶ νεμοῦμαι
-έμνησα -εμνησάμην, -εμνήσθην ἔνειμα ἐνειμάμην, ἐνεμήθην
-------- -μέμνημαι π 37 νενέμηκα νενέμημαι
-------- -εμεμνήμην ἐνενεμήκειν ἐνενεμήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: μνησθῶ Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Άσιγμος αόρ. ΥΠ: νείμω, νείμωμαι
Παθ. αόρ. ΥΠ: νεμηθῶ
146. οἶδα (γνωρίζω) π38 SOS 147. οἰκῶ (-έω) οἰκοῦμαι (κατοικώ)
ᾔδειν, ᾔδη ᾤκουν ᾠκούμην
εἴσομαι, εἰδήσω οἰκήσω οἰκήσομαι
-------- ᾠκησα ᾠκησάμην, ᾠκήθην
-------- ᾤκηκα ᾤκημαι
-------- ᾠκήκειν ᾠκήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: οἰκηθῶ
148. οἰκίζω οἰκίζομαι (ιδρύω αποικία) 149. οἰκοδομῶ (-έω) οἰκοδομοῦμαι (φτιάχνω σπίτι)
ᾤκιζον ᾠκιζόμην ᾠκοδόμουν ᾠκοδομούμην
οἰκιῶ οἰκιοῦμαι, οἰκισθήσομαι οἰκοδομήσω οἰκοδομηθήσομαι
ᾤκισα ᾠκισάμην, ᾠκίσθην ᾠκοδόμησα ᾠκοδομησάμην, ᾠκοδομήθην
-------- ᾤκισμαι ᾠκοδόμηκα ᾠκοδόμημαι
-------- ᾠκίσμην ᾠκοδομήκειν ᾠκοδομήμην
Μέλλ. συνηρημένος σε –έω Παθ. αόρ. ΥΠ: οἰκοδομηθῶ
Παθ. αόρ. ΥΠ: οἰκισθῶ
Πρκ/Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 25 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
153. ὄλλυμι, ὀλλύω ὄλλυμαι (αφανίζω) SOS 154. ὄμνυμι ὄμνυμαι (ορκίζομαι) SOS
ὤλλυν, ὤλλυον ὠλλύμην ὤμνυν ὠμνύμην
ὀλῶ ὀλοῦμαι ὀμοῦμαι ὀμοσθήσομαι
ὤλεσα ὠλόμην ὤμοσα ὠμοσάμην, ὠμόσθην
ὀλώλεκα ὄλωλα ὀμώμοκα --------
ὠλωλέκειν ὠλώλειν ὠμωμόκειν --------
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Β’ αόρ. ΥΠ: ὄλωμαι Παθ. αόρ. ΥΠ: ὀμοσθῶ
155. ὀνίνημι ὀνίναμαι (ωφελώ) π40 156. ὁρῶ (-άω) ὁρῶμαι (βλέπω) SOS
ὠφέλουν ὠνινάμην ἑώρων ἑωρώμην
ὀνήσω ὀνήσομαι ὄψομαι ὀφθήσομαι
ὤνησα ὠνήμην, ὠνήθην εἶδον εἰδόμην, ὤφθην
ὠφέληκα ὠφέλημαι ἑόρακα, ἑώρακα, ὄπωπα ἑόραμαι, ἑώραμαι, ὦμμαι
ὠφελήκειν ὠφελήμην ἑωράκειν <ὀπώπειν> <ἑωράμην> ὤμμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: ὠνηθῶ Β’ αόρ. ΥΠ: ἴδω, ἴδωμαι
Παθ. αόρ. ΥΠ: ὀφθῶ
Πρκ/Υπερσ. χειλικόληκτων, βλ. γέγραμμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 26 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
160. ὁρμῶ (-άω) ὁρμῶμαι (ορμώ) π41 161. ὁρμῶ (-έω) (προσορμίζομαι)
ὥρμων ὡρμώμην ὥρμουν
ὁρμήσω ὁρμήσομαι ὁρμήσω
ὥρμησα ὡρμησάμην, ὡρμήθην --------
ὥρμηκα ὥρμημαι --------
ὡρμήκειν ὡρμήμην --------
Παθ. αόρ. ΥΠ: ὁρμηθῶ
164. παίζω (διασκεδάζω) 165. παραιτοῦμαι (-έω) (εγκαταλείπω) 166. πάσχω (παθαίνω) SOS
ἔπαιζον παρῃτούμην ἔπασχον
παιξοῦμαι παραιτήσομαι πείσομαι
ἔπαισα παρῃτησάμην ἔπαθον
-------- παρῄτημαι πέπονθα
-------- παρῃτήμην ἐπεπόνθειν
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Β’ αόρ. ΥΠ: πάθω
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 27 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
170. πέμπω πέμπομαι (στέλνω) SOS 171. περαίνω περαίνομαι (τελειώνω κάτι)
ἔπεμπον ἐπεμπόμην ἐπέραινον ἐπεραινόμην
πέμψω πέμψομαι, πεμφθήσομαι περανῶ περανοῦμαι
ἔπεμψα ἐπεμψάμην, ἐπέμφθην ἐπέρανα ἐπερανάμην, ἐπεράνθην
πέπομφα πέπεμμαι π 43 -------- πεπέρασμαι
ἐπεπόμφειν ἐπεπέμμην -------- ἐπεπεράσμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: πεμφθῶ Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Πρκ/ Υπερσ. χειλικόληκτων, βλ. γέγραμμαι Άσιγμος αόρ. ΥΠ: περάνω, περάνωμαι
Παθ. αόρ. ΥΠ: περανθῶ
Πρκ/ Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 28 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
184. πνέω (φυσώ) π47 SOS 185. ποθῶ (-έω) (επιθυμώ πάρα πολύ)
ἔπνεον ἐπόθουν
πνεύσομαι, πνευσοῦμαι ποθήσω, ποθήσομαι, ποθέσομαι
ἔπνευσα ἐπόθησα, έπόθεσα
πέπνευκα --------
ἐπεπνεύκειν --------
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 29 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 30 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
200. σκοπῶ, σκοποῦμαι (-έω)(παρατηρώ) SOS 201. σπῶ (-άω) σπῶμαι (σέρνω)
ἐσκόπουν, ἐσκοπούμην ἔσπων ἐσπώμην
σκέψομαι σπάσω σπασομαι
ἐσκεψάμην ἔσπασα ἐσπασάμην
ἔσκεμμαι -------- ἔσπασμαι
ἐσκέμμην -------- ἐσπάσμην
Πρκ/Υπερσ. χειλικόληκτων, βλ. γέγραμμαι Πρκ/Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 31 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
204. στέλλω στέλλομαι (στέλνω) SOS 205. στρέφω στρέφομαι (περιστρέφω) SOS
ἔστελλον ἐστελλόμην ἔστρεφον ἐστρεφόμην
στελῶ σταλήσομαι στρέψω -στρέψομαι, -στραφήσομαι
ἔστειλα ἐστειλάμην, ἐστάλην ἔστρεψα ἐστρεψάμην, ἐστρέφθην, ἐστράφην
ἔσταλκα ἔσταλμαι (ἔστροφα) ἔστραμμαι
ἐστάλκειν ἐστάλμην (ἐστρόφειν) ἐστράμμην
Μέλλ. συνηρημένος σε -έω Α’ Παθ. αόρ. ΥΠ: στρεφθῶ
Άσιγμος αόρ. ΥΠ: στείλω, στείλωμαι Β’ Παθ. αόρ. ΥΠ: στραφῶ
Β' Παθ. αόρ. ΥΠ: σταλῶ Πρκ/Υπερσ. χειλικόληκτων, βλ. γέγραμμαι
Πρκ/Υπερσ. υγρολήκτων, βλ. ἤγγελμαι
210. τελῶ (-έω) τελοῦμαι (ολοκληρώνω) 211. τέμνω τέμνομαι (κόβω) SOS
ἐτέλουν ἐτελούμην ἐτεμνον ἐτεμνόμην
τελῶ τελεσθήσομαι τεμῶ τεμοῦμαι, τμηθήσομαι
ἐτέλεσα ἐτελεσάμην, ἐτελέσθην ἔτεμον ἐτεμόμην, ἐτμήθην
τετέλεκα τετέλεσμαι τέτμηκα τέτμημαι
ἐτετελέκειν ἐτετελέσμην ἐτετμήκειν ἐτετμήμην
Μέλλ. συνηρημενος σε -έω Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Παθ. αόρ. ΥΠ: τελεσθῶ Β' αόρ. ΥΠ: τέμω, τέμωμαι
Πρκ/Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι Παθ. αόρ. ΥΠ: τμηθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 32 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
212. τίθημι τίθεμαι (θέτω) π50 SOS 213. τίκτω (γεννώ) SOS
ἐτίθην ἐτιθέμην ἔτικτον
θήσω θήσομαι, τεθήσομαι τέξομαι
ἔθηκα ἐθέμην, ἐτέθην ἔτεκον
τέθηκα, τέθεικα τέθειμαι, κεῖμαι π34 τέτοκα
ἐτεθήκειν, ἐτεθείκειν ἐτεθείμην, ἐκείμην ἐτετόκειν
Β' αόρ. ΥΠ: θῶ, θῶμαι Β' αόρ. ΥΠ: τέκω
Παθ. αόρ. ΥΠ: τεθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 33 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
221. τυγχάνω (συμβαίνω) SOS 222. τύπτω (πληγώνω) 223. ὑβρίζω ὑβρίζομαι (προσβάλλω)
ἐτύγχανον ἔτυπτον ὑβριζον ὑβριζόμην
τεύξομαι τυπτήσω ὑβριῶ ὑβρισθήσομαι
ἔτυχον (ἐτύπησα, ἔτυπον) ὕβρισα ὑβρίσθην
τετύχηκα (τετύπηκα) ὕβρικα ὕβρισμαι
ἐτετυχήκειν (ἐτετυπήκειν) ὑβρίκειν ὑβρίσμην
Β' αόρ. ΥΠ: τύχω Β' αόρ. ΥΠ: τύπω Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Παθ. αόρ. ΥΠ: ὑβρισθῶ
Πρκ/Υπερσ.οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 34 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
231. φημί (λέω) π52 SOS 232. φθάνω SOS 233. φθείρω φθείρομαι (καταστρέφω) SOS
ἔφην ἔφθανον(προφταίνω) ἔφθειρον ἐφθειρόμην
φήσω φθήσομαι φθερῶ φθεροῦμαι, φθαρήσομαι
ἔφησα ἔφθασα, ἔφθην ἔφθειρα ἐφθάρην
-------- ἔφθακα ἔφθαρκα ἔφθαρμαι
-------- ἐφθάκειν ἐφθάρκειν ἐφθάρμην
Β' αόρ. κατά τα –μι π53 Μέλλ. συνηρημενος σε –έω
Άσιγμος αόρ. ΥΠ: φθείρω
Β' Παθ. αόρ. ΥΠ: φθαρῶ
Πρκ/ Υπερσ. υγρολήκτων, βλ. ἦρμαι
234. φθίνω φθίνομαι (ελαττώνομαι) 235. φιλοτιμοῦμαι (-έω) (αγαπώ τις τιμές)
ἔφθινον ἐφθινόμην ἐφιλοτιμούμην
φθίσω φθίσομαι φιλοτιμήσομαι
ἔφθισα ἐφθισάμην, [ἐφθίμην] ἐφιλοτιμήθην
ἔφθικα ἔφθιμαι πεφιλοτίμημαι
ἐφθίκειν ἐφθίμην ἐπεφιλοτιμήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: φιλοτιμηθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 35 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
238. φύω φύομαι SOS 239. χαίρω SOS 240. χαρίζομαι (κάνω χάρη σε κάποιον)
ἔφυον ἐφυόμην (γεννώ) ἔχαιρον ἐχαριζόμην
φύσω φύσομαι χαιρήσω χαριοῦμαι
ἔφυσα ἔφυν π 54 ἐχάρην π 55 ἐχαρισάμην
-------- πέφυκα γέγηθα κεχάρισμαι
-------- ἐπεφύκειν ἐγεγήθειν ἐκεχαρίσμην
Β' αόρ. κατά τα –μι Β' αόρ. κατά τα -μι Μέλλ. συνηρημένος σε -έω
Πρκ/Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
241. χρή (χρειάζεται) π56 SOS 242. χρῶμαι (-ήω) (χρησιμοποιώ) SOS
χρήν, ἐχρήν ἐχρώμην
-------- χρήσομαι
-------- ἐχρησάμην, ἐχρήσθην
-------- κέχρημαι
-------- ἐκεχρήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: χρησθῶ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 36 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
248. ὠθῶ (-έω) ὠθοῦμαι (αποκρούω) SOS 249. ὠνοῦμαι (-έω) (αγοράζω) SOS
ἐώθουν ἐωθούμην ἐωνούμην
ὤσω ὤσομαι, ὠσθήσομαι ὠνήσομαι
ἔωσα ἐωσάμην, ἐώσθην ἐπριάμην π57, ἐωνήθην
-------- ἔωσμαι ἐώνημαι
-------- ἐώσμην ἐωνήμην
Παθ. αόρ. ΥΠ: ὠσθῶ Παθ. αόρ. ΥΠ: ὠνηθῶ
Πρκ/Υπερσ. οδοντικολήκτων, βλ. πέπεισμαι
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 37 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΝ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 38 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
1. Το ρήμα ἄγαμαι δεν παρουσιάζει στον Ενεστώτα τύπους πλην: Οριστικής (ἄγαμαι, ἄγασαι, ἄγαται,
ἀγάμεθα, ἄγασθε, ἄγανται) και ΕΥΚ α’ εν. (ἀγαίμην) και γ' πληθ. (ἄγαιντο). Στον Παρατατικό
απαντάται μόνο το α’ ενικό.
2. Ο Αόριστος του ἁλίσκομαι κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή
ἑάλων ἁλῶ ἁλοίην ἁλῶναι ἁλούς
ἑάλως ἁλῷς ἁλοίης ἁλοῦσα
ἑάλω ἁλῷ ἁλοίη ἁλόν
ἑάλωμεν ἁλῶμεν ἁλοίημεν, ἁλοῖμεν
ἑάλωτε ἁλῶτε ἁλοίητε, ἁλοῖτε
ἑάλωσαν ἁλῶσιν ἁλοίησαν, ἁλοῖεν
3. Το ρήμα ἁλίσκομαι (=συλλαμβάνομαι, καταλαμβάνομαι, πιάνομαι) λειτουργεί νοηματικά ως
παθητικό του αἱρῶ.
4. Στην παθητική φωνή εύχρηστο μόνο το απρόσωπο ἁμαρτάνεται, που σημαίνει: γίνεται σφάλμα.
5. Το ρήμα καταναλίσκω αντιστρέφει τις αυξήσεις: κατηνάλωσα, κατηνάλωκα κ.ο.κ.
6. Ο Β’ Αόριστος ἀπηχθόμην δεν έχει Προστακτική.
7. Ο Αόριστος ἀπέδραν του ἀποδιδράσκω κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο
ἀπέδραν ἀποδρῶ ἀποδραίην ---- ἀποδρᾶναι
ἀπέδρας ἀποδρᾷς ἀποδραίης ἀπόδραθι
Μετοχή
ἀπέδρα ἀποδρᾷ ἀποδραίη ἀποδράτω
ἀποδράς,
ἀπέδραμεν ἀποδρῶμεν ἀποδραίημεν, ἀποδραῖμεν ----
ἀποδρᾶσα,
ἀπέδρατε ἀποδρᾶτε ἀποδραίητε, ἀποδραῖτε ἀπόδρατε
ἀποδράν
ἀπέδρασαν ἀποδρῶσιν ἀποδραίησαν, ἀποδραῖεν ἀποδράντων,
ἀποδράτωσαν
8. Η κλίση του Παρακειμένου και του Υπερσυντελίκου του ρήματος (τέθνηκα, ἐτεθνήκειν) παρουσιάζει
τους εξής παράλληλους τύπους:
Οριστ. Πρκ.: τεθνήκαμεν-τέθναμεν, τεθνήκατε-τέθνατε, τεθνήκασιν-τεθνᾶσιν
Απφ. Πρκ.: τεθνηκέναι-τεθνάναι
Μτχ. Πρκ.: τεθνηκώς, τεθνηκυῖα, τεθνηκός - τεθνεώς, τεθνεώσα, τεθνεώς
Οριστική Υπερσ.: ἐτεθνήκεσαν-ἐτέθνασαν
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 39 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 40 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
δείκνυμαι δεικνύωμαι δεικνυοίμην — δείκνυσθαι δεικνύμενος ἐδεικνύμην
δείκνυσαι δεικνύῃ δεικνύοιο δείκνυσο δεικνυμένη ἐδείκνυσο
δείκνυται δεικνύηται δεικνύοιτο δεικνύσθω δεικνύμενον ἐδείκνυτο
δεικνύμεθα δεικνυώμεθα δεικνυοίμεθα — ἐδεικνύμεθα
δείκνυσθε δεικνύησθε δεικνύοισθε δείκνυσθε ἐδείκνυσθε
δείκνυνται δεικνύωνται δεικνύοιντο δεικνύσθων, ἐδείκνυντο
δεικνύσθωσαν
15. Ως ρήμα συνηρημένο σε -έω με μονοσύλλαβο θέμα, το ρήμα δέω, δέομαι συναιρεί στον Ενεστώτα και
στον Παρατατικό το -ε- του θέματος με το -ε- ή το -ει- που ακολουθεί σε ορισμένους τύπους.
Εξαίρεση αποτελεί το β' ενικό Οριστικής μέσου Ενεστώτα, που διατηρεί τη μορφή δέει. Π.χ. δέω, δεῖς,
δεῖ, δέομεν, δεῖτε, δέουσιν.
16. Ο Αόριστος ἔδραν του διδράσκω κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο
ἔδραν δρῶ δραίην --- δρᾶναι
ἔδρας δρᾷς δραίης δρᾶθι Μετοχή
ἔδρα δρᾷ δραίη δράτω δράς,
ἔδραμεν δρῶμεν δραίημεν, δραῖμεν --- δρᾶσα,
ἔδρατε δρᾶτε δραίητε, δραῖτε δρᾶτε δράν
ἔδρασαν δρῶσιν δραίησαν, δραῖεν δράντων, δράτωσαν
17. Το ρήμα δίδωμι αποτελεί ένα από τα βασικά φωνηεντόληκτα εις –μι.
Ενεργητική Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
δίδωμι διδῶ διδοίην --- διδόναι διδούς, ἐδίδουν
δίδως διδῷς διδοίης δίδου διδοῦσα, ἐδίδους
δίδωσι διδῷ διδοίη διδότω διδόν ἐδίδου
δίδομεν διδῶμεν διδοίημεν, --- ἐδίδουν
διδοῖμεν
δίδοτε διδῶτε διδοίητε, διδοῖτε δίδοτε ἐδίδους
διδόασιν διδῶσιν διδοίησαν, διδοῖεν διδόντων, ἐδίδου
διδότωσαν
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 41 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
δίδομαι διδῶμαι διδοίμην ---- δίδοσθαι διδόμενος, ἐδιδόμην
δίδοσαι διδῷ διδοῖο δίδοσο διδομένη, ἐδίδοσο
δίδοται διδῶται διδοῖτο διδόσθω διδόμενον ἐδίδοτο
διδόμεθα διδώμεθα διδοίμεθα ---- ἐδιδόμην
δίδοσθε διδῶσθε διδοῖσθε δίδοσθε ἐδίδοσο
δίδονται διδῶνται διδοῖντο διδόσθων, ἐδίδοτο
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 42 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
21. Το ρήμα εἶμι κλίνει τον Ενεστώτα και τον Παρατατικό κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
εἶμι ἴω ἴοιμι ---- ἰέναι ἰών, ᾖα, ᾔειν
εἶ ἴῃς ἴοις ἴθι ἰοῦσα, ᾔεις, ᾔεισθα
εἶσι ἴῃ ἴοι ἴτω ἰόν ᾔει
ἴμεν ἴωμεν ἴοιμεν ---- ᾖα, ᾔειν
ἴτε ἴητε ἴοιτε ἴτε ᾔεις, ᾔεισθα
ἴασιν ἴωσιν ἴοιεν ἰόντων, ἴτωσαν ᾔει
22. Το ρήμα εἰμί αποτελεί το βοηθητικό ρήμα της αρχαίας ελληνικής.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
εἰμί ὦ εἴην --- εἶναι ὤν, ἦ, ἦν
εἶ ᾖ εἴης ἴσθι οὖσα, ἦσθα
ἐστί ἦτε εἴη ἔστω ὄν ἦν
ἐσμέν ὦ εἴημεν, εἶμεν --- ἦμεν
ἐστέ ᾖ εἴητε, εἶτε ἔστε ἦτε
εἰσίν ἦτε εἴησαν, εἶεν ἔστων, ἔστωσαν, ὄντων ἦσαν
Μέλλων
Οριστική Ευκτική Απαρέμφατο Μετοχή
ἔσομαι ἐσοίμην ἔσεσθαι ἐσόμενος,
ἔσει, ἔσῃ ἔσοιο ἐσομένη,
ἔσται ἔσοιτο ἐσόμενον
ἐσόμεθα ἐσοίμεθα
ἔσεσθε ἔσοισθε
ἔσονται ἔσοιντο
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 43 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
26. Το ρήμα ἐπίσταμαι κλίνεται στον Ενεστώτα και Παρατατικό κατά το ἵσταμαι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
ἐπίσταμαι ἐπίστωμαι ἐπισταίμην — ἐπίστασθαι ἐπισταμένος ἠπιστάμην
ἐπίστασαι ἐπίστῃ ἐπίσταιο ἐπίστασο, ἐπίστω ἐπισταμένη ἠπίστασο,
ἠπίστω
ἐπίσταται ἐπίστηται ἐπίσταιτο ἐπιστάσθω ἐπιστάμενον ἠπίστατο
ἐπιστάμεθα ἐπιστώμεθα ἐπισταίμεθα — ἠπιστάμεθα
ἐπίστασθε ἐπίστησθε ἐπίσταισθε ἐπίστασθε ἠπίστασθε
ἐπίστανται ἐπίστωνται ἐπίσταιντο ἐπιστάσθων, ἠπίσταντο
ἐπιστάσθωσαν
27. Ο Ενεστώτας του ρήματος ἔρχομαι δανείζεται όλες τις εγκλίσεις πλην Οριστικής από το εἶμι.
28. Ο Β' Αόριστος ἔσχον ακολουθεί ιδιάζουσα κλίση. Μάλιστα στην Ευκτική χρησιμοποιεί τον τύπο
σχοίην, όταν είναι απλό, και –σχοίμι, όταν είναι σύνθετο.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή
ἔσχον σχῶ σχοίην -σχοιμι σχεῖν σχών
ἔσχες σχῇς σχοίης -σχοις σχές σχοῦσα
ἔσχε σχῇ σχοίη -σχοι σχέτω σχόν
ἔσχομεν σχῶμεν σχοίημεν, σχοῖμεν -σχοιμεν
ἔσχετε σχῆτε σχοίητε, σχοῖτε -σχοιτε σχέτε
ἔσχον σχῶσιν σχοίησαν, σχοῖεν -σχοιεν σχόντων, σχέτωσαν
29. Ως ρήμα συνηρημένο σε -έω με μονοσύλλαβο θέμα, το ρήμα θέω συναιρεί στον Ενεστώτα και στον
Παρατατικό το -ε- του θέματος με το -ε- ή το -ει- που ακολουθεί σε ορισμένους τύπους. Π.χ. θέω, θεῖς,
θεῖ, θέομεν, θεῖτε, θέουσιν.
30. Το ρήμα ἵημι, αποτελεί ένα από τα βασικά φωνηεντόληκτα εις –μι.
Ενεργητική Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
ἵημι ἱῶ ἱείην --- ἱέναι ἱείς, ἵην
ἵης ἱῇς ἱείης ἵει ἱεῖσα, ἵεις
ἵησι ἱῇ ἱείη ἱέτω ἱέν ἵει
ἵεμεν ἱῶμεν ἱείημεν, ἱεῖμεν --- ἵην
ἵετε ἱῆτε ἱείητε, ἱεῖτε ἵετε ἵεις
ἱᾶσιν ἱῶσιν ἱείησαν, ἱεῖεν ἱέντων, ἱέτωσαν ἵει
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 44 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
ἵεμαι ἱῶμαι ἱείμην --- ἵεσθαι ἱέμενος, ἱέμην
ἵεσαι ἱῇ ἱεῖο ἵεσο ἱεμένη, ἵεσο
ἵεται ἱῆται ἱεῖτο ἱέσθω ἱέμενον ἵετο
ἱέμεθα ἱώμεθα ἱείμεθα --- ἱέμην
ἵεσθε ἱῆσθε ἱεῖσθε ἵεσθε ἵεσο
ἵενται ἱῶνται ἱεῖντο ἱέσθων, ἱέσθωσαν ἵετο
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
ἵσταμαι ἱστῶμαι ἱσταίμην --- ἵστασθαι ἱστάμενος, ἱστάμην
ἵστασαι ἱστῇ ἱσταῖο ἵστασο ἱσταμένη, ἵστασο
ἵσταται ἱστῆται ἱσταῖτο ἱστάσθω ἱστάμενον ἵστατο
ἱστάμεθα ἱστώμεθα ἱσταίμεθα --- ἱστάμην
ἵστασθε ἱστῆσθε ἱσταῖσθε ἵστασθε ἵστασο
ἵστανται ἱστῶνται ἱσταῖντο ἱστάσθων, ἱστάσθωσαν ἵστατο
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 45 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 46 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
36. Το πρώτο λέγω έχει σχέση με το λόγο. Το δεύτερο ξεκινά από τη σημασία μαζεύω.
37. Ο Παρακείμενος μέμνημαι εκτός από τους αναμενόμενους περιφραστικούς τύπους στην Υποτακτική
και στην Ευκτική σχηματίζει και ορισμένους μονολεκτικούς:
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή
μέμνημαι μεμνῶμαι μεμνῄμην μεμνῆσθαι μεμνημένος
μέμνησαι μεμνῇ μεμνῇο μέμνησο μεμνημένη
μέμνηται μεμνῇται μεμνῇτο μεμνήσθω μεμνημένον
μεμνήμεθα μεμνώμεθα μεμνῄμεθα
μέμνησθε μεμνῇσθε μεμνῇσθε μέμνησθε
μέμνηνται μεμνῷνται μεμνῇντο μεμνήσθων
38. Το ρήμα οἶδα κλίνει τον Ενεστώτα και τον Παρατατικό κατά τα εις –μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
οἶδα εἰδῶ εἰδείην ---- εἰδέναι εἰδώς, ᾔδειν, ᾔδη
οἶσθα εἰδῇς εἰδείης ἴσθι εἰδυῖα, ᾔδεις, ᾔδησθα
οἶδε εἰδῇ εἰδείη ἴστω εἰδός ᾔδει, ᾔδειν
ἴσμεν εἰδῶμεν εἰδείημεν, εἰδεῖμεν ---- ᾔδειν, ᾔδη
ἴστε εἰδῆτε εἰδείητε, εἰδεῖτε ἴστε ᾔδεις, ᾔδησθα
ἴσασιν εἰδῶσιν εἰδείησαν, εἰδεῖεν ἴστων, ἴστωσαν ᾔδει, ᾔδειν
39. Οι τύποι οἶμαι και ᾤμην δεν κλίνονται περαιτέρω. Σπανίως απαντάται και τύπος α’ πληθ. ᾤμεθα.
40. Το ρήμα ὀνίνημι κλίνει τον Ενεστώτα και τον Μέσο Παρατατικό κατά το ἵστημι.
Ενεργητική Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα
ὀνίνημι ὀνινάναι ὀνινᾶσα (μόνο θηλ.)
ὀνίνης
ὀνίνησι
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
ὀνίναμαι ὀνιναίμην ὀνίνασθαι ὠνινάμην
ὀνίνασαι ὀνίναιο ὠνίνασο
ὀνίναται ὀνίναιτο ὠνίνατο
ὀνινάμεθα ὀνιναίμεθα ὠνινάμεθα
ὀνίνασθε ὀνίναισθε ὠνίνασθε
ὀνίνανται ὀνίναιντο ὠνίναντο
Ανωμαλίες παρουσιάζει και η κλίση του μέσου Αορίστου ὠνήμην.
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 47 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
πίμπλαμαι πιμπλῶμαι πιμπλαίμην πίμπλασθαι πιμπλάμενος ἐπιμπλάμην
πίμπλασαι πιμπλῇ πιμπλαῖο πίμπλασο πιμπλαμένη ἐπίμπλασο
πίμπλαται πιμπλῆται πιμπλαῖτο πιμπλάσθω πιμπλάμενον ἐπίμπλατο
πιμπλάμεθα πιμπλώμεθα πιμπλαίμεθα ἐπιμπλάμεθα
πίμπλασθε πιμπλῆσθε πιμπλαῖσθε πίμπλασθε ἐπίμπλασθε
πίμπλανται πιμπλῶνται πιμπλαῖντο πιμπλάσθων, ἐπίμπλαντο
πιμπλάσθωσαν
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 48 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
45. Το ρήμα πίμπρημι κλίνει τον Ενεστώτα και τον Μέσο Παρατατικό κατά το ἵστημι.
Ενεργητική Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
πίμπρημι πιμπρῶ πιμπραίην πιμπράναι πιμπράς ἐπίμπρην
πίμπρης πιμπρῇς πιμπραίης πίμπρη πιμπρᾶσα ἐπίμπρης
πίμπρησι πιμπρῇ πιμπραίη πιμπράτω πιμπράν ἐπίμπρη
πίμπραμεν πιμπρῶμεν πιμπραίημεν, ἐπίμπραμεν
πιμπραῖμεν
πίμπρατε πιμπρῆτε πιμπραίητε, πίμπρατε ἐπίμπρατε
πιμπραῖτε
πιμπρᾶσιν πιμπρῶσιν πιμπραίησαν, πιμπράντων, ἐπίμπρασαν
πιμπραῖεν πιμπράτωσαν
Μέση Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
πίμπραμαι πιμπρῶμαι πιμπραίμην πίμπρασθαι πιμπράμενος ἐπιμπράμην
πίμπρασαι πιμπρῇ πιμπραῖο πίμπρασο πιμπραμένη ἐπίμπρασο
πίμπραται πιμπρῆται πιμπραῖτο πιμπράσθω πιμπράμενον ἐπίμπρατο
πιμπράμεθα πιμπρώμεθα πιμπραίμεθα ἐπιμπράμεθα
πίμπρασθε πιμπρῆσθε πιμπραῖσθε πίμπρασθε ἐπίμπρασθε
πίμπρανται πιμπρῶνται πιμπραῖντο πιμπράσθων, ἐπίμπραντο
πιμπράσθωσαν
46. Ως ρήμα συνηρημενο σε -έω με μονοσύλλαβο θέμα, το ρήμα πλέω συναιρεί στον Ενεστώτα και στον
Παρατατικό το -ε- του θέματος με το -ε- ή το -ει- που ακολουθεί σε ορισμένους τύπους. Π.χ. πλέω,
πλεῖς, πλεῖ, πλέομεν, πλεῖτε, πλέουσιν.
47. Ως ρήμα συνηρημενο σε -έω με μονοσύλλαβο θέμα, το ρήμα πνέω συναιρεί στον Ενεστώτα και στον
Παρατατικό το -ε- του θέματος με το -ε- ή το -ει- που ακολουθεί σε ορισμένους τύπους. Π.χ. πνέω,
πνεῖς, πνεῖ, πνέομεν, πνεῖτε, πνέουσιν.
48. Ως ρήμα συνηρημενο σε -έω με μονοσύλλαβο θέμα, το ρήμα ῥέω συναιρεί στον Ενεστώτα και στον
Παρατατικό το -ε- του θέματος με το -ε- ή το -ει- που ακολουθεί σε ορισμένους τύπους. Π.χ. ῥέω, ῥεῖς,
ῥεῖ, ῥέομεν, ῥεῖτε, ῥέουσιν.
49. Ο Αόριστος ἐρρύην του ῥέω κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο
ἐρρύην ῥυῶ ῥυείην ῥυῆναι
ἐρρύης ῥυῇς ῥυείης
Μετοχή
ἐρρύη ῥυῇ ῥυείη
ῥυείς,
ἐρρύημεν ῥυῶμεν ῥυείημεν, ῥυεῖμεν
ῥυεῖσα,
ἐρρύητε ῥυῆτε ῥυείητε, ῥυεῖτε
ῥυέν
ἐρρύησαν ῥυῶσιν ῥυείησαν, ῥυεῖεν
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 49 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
50. Το ρήμα τίθημι αποτελεί ένα από τα βασικά φωνηεντόληκτα εις -μι.
Ενεργητική Φωνή
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
τίθημι τιθῶ τιθείην --- τιθέναι τιθείς, ἐτίθην
τίθης τιθῇς τιθείης τίθει τιθεῖσα, ἐτίθεις
τίθησι τιθῇ τιθείη τιθέτω τιθέν ἐτίθει
τίθεμεν τιθῶμεν τιθείημεν, τιθεῖμεν --- ἐτίθην
τίθετε τιθῆτε τιθείητε, τιθεῖτε τίθετε ἐτίθεις
τιθέασιν τιθῶσιν τιθείησαν, τιθεῖεν τιθέντων, ἐτίθει
τιθέτωσαν
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 50 -
ΑΝΩΜΑΛΑ ΡΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Το ρήμα φημί κλίνει τον Ενεστώτα και τον Παρατατικό κατά τα εις –μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Οριστική
Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Ενεστώτα Παρατατικού
φημί φῶ φαίην ---- φάναι φάσκων ἔφην
φής, φῄς φῇς φαίης φάθι φάσκουσα ἔφης, ἔφησθα
φησί φῇ φαίη φάτω φάσκον ἔφη
φαμέν φῶμεν φαίημεν, φαῖμεν ---- ἔφαμεν
φατέ φῆτε φαίητε, φαῖτε φάτε ἔφατε
φασίν φῶσιν φαίησαν, φαῖεν φάντων, φάτωσαν ἔφασαν
52. Ο Αόριστος ἔφθην του φθάνω κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο
ἔφθην φθῶ φθαίην φθῆναι
ἔφθης φθῇς φθαίης
Μετοχή
ἔφθη φθῇ φθαίη
φθάς,
ἔφθημεν φθῶμεν φθαίημεν, φθαῖμεν
φθᾶσα,
ἔφθητε φθῆτε φθαίητε, φθαῖτε
φθάν
ἔφθησαν φθῶσιν φθαίησαν, φθαῖεν
53. Ο Αόριστος ἔφυν του φύομαι κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο
ἔφυν φύω φύοιμι φῦναι
ἔφυς φύῃς φύοις
Μετοχή
ἔφυ φύῃ φύοι
φύς,
ἔφυμεν φύωμεν φύοιμεν
φῦσα,
ἔφυτε φύητε φύοιτε
φύν
ἔφυσαν φύωσιν φύοιεν
54. Ο Αόριστος ἐχάρην του χαίρω κλίνεται κατά τα εις -μι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο
ἐχάρην χαρῶ χαρείην χαρῆναι
ἐχάρης χαρῇς χαρείης
Μετοχή
ἐχάρη χαρῇ χαρείη
χαρείς,
ἐχάρημεν χαρῶμεν χαρείημεν, χαρεῖμεν
χαρεῖσα,
ἐχάρητε χαρῆτε χαρείητε, χαρεῖτε
χαρέν
ἐχάρησαν χαρῶσιν χαρείησαν, χαρεῖεν
56. Εγκλιτική αντικατάσταση ενεστώτα: ΟΡ=χρή, Υπ=χρῇ, ΕΥΚ=χρείη, ΠΡΟΣΤ=χρεών ἔστω,
ΑΠΡΜΦ=χρῆναι, ΜΤΧ=χρεών.
57. Ο Αόριστος ἐπριάμην κλίνεται κατά το ἵσταμαι.
Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή
ἐπριάμην πρίωμαι πριαίμην πρίασθαι πριάμενος
ἐπρίω πρίῃ πρίαιο πρίασο, πρίω πριαμένη
ἐπρίατο πρίηται πρίαιτο πριάσθω πριάμενον
ἐπριάμεθα πριώμεθα πριαίμεθα
ἐπρίασθε πρίησθε πρίαισθε πρίασθε
ἐπρίαντο πρίωνται πρίαιντο πριάσθων, πριάσθωσαν
Προσοχή! Η δασεία επηρεάζει το τελικό σύμφωνο μερικών προθέσεων εν συνθέσει (π.χ. καθαιρῶ)
- 51 -