You are on page 1of 40

Οι υπόγειες εγκαταστάσεις της

North American Air Defense (NORAD)


στο όρος Τσεγιέν του Κολοράντο
Στην περιοχή του όρους Cheyenne, στα νοτιοδυτικά της πόλης Colorado Springs της Πολιτείας
Colorado των ΗΠΑ, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ διαθέτει εγκαταστάσεις και κέντρο διοίκησης
που παλαιότερα έφεραν την ονομασία Κέντρο Επιχειρήσεων του Όρους Cheyenne (Cheyenne
Mountain Operations Center, CMOC).
Κατά την διάρκεια του ψυχρού πολέμου το CMOC συνέλλεγε δεδομένα από παγκόσμιο δίκτυο
δορυφόρων, ραντάρ και άλλων αισθητήρων και τα επεξεργαζόταν σε πραγματικό χρόνο.
Σήμερα οι δραστηριότητες του Κέντρου Ελέγχου Διαστήματος (Space Control Center) έχουν
μεταφερθεί στην Αεροπορική Βάση Vandenberg και οι δραστηριότητες έγκαιρης προειδοποίησης
στην κοντινή Αεροπορική Βάση Peterson. Ωστόσο οι εγκαταστάσεις του Όρους Cheyenne
παραμένουν λειτουργικές για περίπτωση ανάγκης.
Η ιστορία του συγκροτήματος του Όρους Cheyenne, ξεκίνησε το 1959 όταν ο Στρατηγός Earle E.
Partridge, επικεφαλής της Διοίκησης Χερσαίας Αντιαεροπορικής Άμυνας (Continental Air Defense
Command), εισηγήθηκε την κατασκευή ενός νέου υπογείου Κέντρου Επιχειρήσεων Μάχης, προς
αντικατάσταση των παρωχημένων και ευαλώτων υπεργείων εγκαταστάσεων που υπήρχαν τότε
στην Αεροπορική Βάση Ent στο Colorado.
Η εκτόξευση του Sputnik I, του πρώτου τεχνητού δορυφόρου στις 4 Οκτωβρίου 1957 είχε
καταδείξει τα διαστημικά επιτεύγματα των Σοβιετικών, αλλά και την δυνατότητά τους να εκτοξεύουν
διηπειρωτικές πυρηνικές κεφαλές.
Αντιμέτωπες με το ενδεχόμενο αυτό οι ΗΠΑ ίδρυσαν στις 12 Μαΐου 1957 την Διοίκηση Αερο-
διαστημικής Άμυνας Βορείου Αμερικής (North American Aerospace Defense Command, NORAD).
Το Υπουργεί Αμύνης των ΗΠΑ άρχισε να διερευνά κατάλληλες θέσεις για τις εγκαταστάσεις της
NORAD και κατέληξε στο Όρος Cheyenne λόγω της θέσης του στο κέντρο τη χώρας, της χαμηλής
σεισμικότητας της περιοχής και την γειτνίασή του με την Αεροπορική Ακαδημία των ΗΠΑ στο Fort
Carson του Colorado.
Οι εκσκαφές των υπογείων εγκαταστάσεων ξεκίνησαν τον Μάιο του 1961 και ολοκληρώθηκαν σε τρία
χρόνια. Η νέα υπόγεια βάση κατέστη λειτουργική το 1966, οπότε μεταφέρθηκαν εκεί οι
δραστηριότητες αεράμυνας από την Αεροπορική Βάση Ent.
Ο αρχικός αντικειμενικός σκοπός των εγκαταστάσεων ήταν η διοίκηση και έλεγχος των αμυντικών
μέτρων κατά των Σοβιετικών στρατηγικών βομβαρδιστικών μεγάλης εμβελείας που έφεραν πυρηνικά
όπλα. Με τις επελθούσες τεχνολογικές εξελίξεις και τα νέα εξοπλιστικά δεδομένα αποφασίσθηκε η
διεύρυνση του ρόλου των εγκαταστάσεων αυτών.
Η ανάπτυξη των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων (ICBM) κατά την δεκαετία του 1960
συνιστούσε μια νέα απειλή in the 1960 και η προσοχή των Αμερικανών Στρατιωτικών άρχισε να
εστιάζεται σε θέματα έγκαιρης προειδοποίησης και αεροπορικής υπεροχής.
Περί τα μέσα της δεκαετίας του 1970 στις υπόγειες εγκαταστάσεις λειτουργούσε το Κέντρο
Αντιβαλλιστικής Άμυνας (Ballistic Missile Defense Center). Η NORAD σε συνεργασία με την Διοίκηση
Αντιαεροπορικής Άμυνας (Air Defense Command) ανέπτυξαν συστήματα συλλογής και επεξεργασίας
δεδομένων με στόχο την επίλυση προβλημάτων λειτουργικότητας και διαθεσιμότητας σε περίπτωση
πυρηνικής σύγκρουσης.
Η Αμερικανική Αεροπορία συνέχισε τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων και κατά την δεκαετία του
1980. Το 1987 αναβαθμίστηκαν τα συστήματα συλλογής δεδομένων με δαπάνη $968 εκατ. και το
1989 τέθηκε σε εφαρμογή πρόσθετο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού (CMU), στο πλαίσιο του οποίου
εγκαταστάθηκε σειρά υποσυστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης, επικοινωνιών και ανάλυσης
δεδομένων τελευταίας τεχνολογίας. Το πρόγραμμα αυτό καθυστέρησε να ολοκληρωθεί ενώ υπήρξε
και σημαντική υπέρβαση του αρχικού προϋπολογισμού (κατά $792 εκατ. μέχρι το 1994). Κατά την
δεκαετία του 1990 το κέντρο παρείχε πληροφορίες για την επιχείρηση Desert Storm στην περιοχή του
Κόλπου.
Το 2006 οι δραστηριότητες του κέντρου μεταφέρθηκαν στην γειτονική βάση Peterson για την μείωση
της επαναληψιμότητας διαφόρων διαδικασιών. Τον Ιούλιο του 2006 η NORAD μετονόμασε τις
εγκαταστάσεις Διευθυντήριο του Όρους Τσεγιέν (Cheyenne Mountain Directorate) και τις διατηρεί σε
"θερμή εφεδρεία", δηλαδή με δυνατότητα άμεσης ενεργοποίησης και ανάληψης αποστολών.
Στις αρχές του 2015 η NORAD ανακοίνωσε την σύναψη σύμβασης με την εταιρεία Raytheon για την
εγκατάσταση ευαισθήτων ηλεκτρονικών συστημάτων στις υψηλής προστασίας έναντι
ηλεκτρομαγνητικών παλμών υπόγειες εγκαταστάσεις του Όρους Τσεγιέν.
Οι αρχικές προδιαγραφές του υπογείου Κέντρου Επιχειρήσεων Μάχης (Combat Operations Center,
COC) ήταν να διατηρεί το 70% της λειτουργικότητάς του σε περίπτωση πυρηνικού πλήγματος ισχύος 5
μεγατόνων σε απόσταση 5,6 km. Κατά την κατασκευή του όμως οι προδιαγραφές αυτές
αναθεωρήθηκαν κατά πολύ προς τα πάνω.
Το συγκρότημα έχει την δυνατότητα αυτόνομης ασφαλούς λειτουργίας επί κάποιο διάστημα μετά από
ενδεχόμενο πυρηνικό πλήγμα και διαθέτει εφεδρικά συστήματα τηλεπικοινωνιών και τηλεοπτικής ζεύξης
με εξωτερικά κέντρα ελέγχου και μπορεί να στεγάσει και να προστατεύσει το υπηρετούν προσωπικό
από ραδιενεργά κατάλοιπα, χημικούς ή βιολογικούς παράγοντες (συνθήκες ΑΡΒΧΠ).
Η είσοδος του υπογείου συγκροτήματος βρίσκεται στην βόρεια σήραγγα προσπέλασης, σε απόσταση
540 m από το στόμιό της και περιλαμβάνει δύο αντιεκρηκτικές χαλύβδινες πόρτες βάρους 25 ton. Πίσω
από τις πόρτες αυτές βρίσκονται οι υπόγειες αίθουσες του συγκροτήματος και οι σήραγγες διασύνδεσης
αυτών, συνολικής επιφανείας 18.000 m2, που περιβάλλονται από γρανιτικό πέτρωμα ελάχιστου πάχους
600 m. Το κύριο όρυγμα αποτελείται από τρεις θαλάμους μήκους 180 m, πλάτους 15 m και ύψους 20
m, οι οποίοι διασταυρώνονται κάθετα με άλλους τέσσερες θαλάμους μήκους 100 m, πλάτους 10 m και
ύψους 17 m, δημιουργώντας ένα υπόγειο πλέγμα.
Εντός του υπογείου ορύγματος έχουν κατασκευασθεί 15 κτίρια, τα οποία δεν έρχονται σε επαφή με τα
τοιχώματα και την οροφή των θαλάμων, συνδέονται μεταξύ τους με διαβάθρες τύπου φυσαρμόνικας
και εδράζονται επί ελατηρίων. 12 από τα κτίρια αυτά είναι τριώροφα και τα άλλα μονώροφα ή διώροφα.
Όλα τα κτίρια περιβάλλονται από συνεχούς συγκόλλησης χαλύβδινες πλάκες πάχους 9,5 mm για την
απορρόφηση των ηλεκτρομαγνητικών παλμών (EMP) που δημιουργούνται κατά τις πυρηνικές εκρήξεις
και θέτουν σε αχρηστία τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό.
Μεταξύ των κτιρίων υπάρχουν καπνοστεγανές πόρτες πυρασφαλείας για την ασφαλή απομόνωσή
τους. Ιδιαίτερη έμφαση κατά τον σχεδιασμό του φέροντος οργανισμού των κτιρίων αυτών έχει δοθεί
στην ανταπόκρισή τους στις ισχυρές δονήσεις των πυρηνικών εκρήξεων που κοντά στο επίκεντρό τους
μπορούν να υπερβούν και τις έντονες σεισμικές διεγέρσεις.
Τα κτίρια εδράζονται σε ισχυρά ελατήρια που μπορούν να απορροφήσουν το μεγαλύτερο μέρος της
δυναμικής ενέργειας των δονήσεων. Έχουν εγκατασταθεί συνολικά 1.319 χαλύβδινα ελατήρια βάρους
450 kg έκαστο που μπορούν να παραμορφωθούν μέχρι 30 cm προς οποιαδήποτε διεύθυνση.
Ισχυρές αντιεκρηκτικές βαλβίδες έχουν εγκατασταθεί στα διαχωριστικά τοιχώματα από οπλισμένο
σκυρόδεμα, στους αγωγούς προσαγωγής-απαγωγής αέρα και στις διελεύσεις των σωληνώσεων
νερού, καυσίμων και ακαθάρτων.
Το συγκρότημα επαρκείς χώρους διαμονής του προσωπικού που περιλαμβάνουν κοιτώνες δύο
κρεβατιών, τραπεζαρία, ιατρείο, οδοντιατρική μονάδα, φαρμακείο, γυμναστήρια, σάουνα, κατάστημα
βασικών ειδών, ακόμη και κουρείο.
Η ηλεκτρική τροφοδότηση υπό κανονικές συνθήκες γίνεται από το δίκτυο της πόλης Colorado Springs.
Υπάρχουν όμως για περίπτωση ανάγκης και έξι ντηζελοηλεκτρικά ζεύγη ισχύος 1.750 kW έκαστο.
Το νερό για τις ανάγκες του συγκροτήματος προέρχεται από τον υπόγεια πηγή του όρους Cheyenne
και αποθηκεύεται σε τέσσερες υπόγειες δεξαμενές χωρητικότητας 6.000 m³. Οι τρεις από αυτές
καλύπτουν τις ανάγκες του εξοπλισμού και η τέταρτη τις ανάγκες του προσωπικού. Οι δεξαμενές αυτές
διαθέτουν ανά πάσα στιγμή ελάχιστη ποσότητα νερού από 110 έως 450 m³ η κάθε μία, ανάλογα με την
χρήση τους.
Ο εισερχόμενος αέρας μπορεί να καθαριστεί μέσω συστήματος χημικών/βιολογικών/
ραδιολογικών/πυρηνικών φίλτρων (CBRN) με δυνατότητα παρακράτησης παθογόνων παραγόντων και
ραδιενεργών ή χημικών σωματιδίων. Η εισαγωγή του νωπού αέρα γίνεται κυρίως από την νότια
σήραγγα προσπέλασης, της οποίας η διατομή έχει ύψος 5,3 m και πλάτος 4,6 m. Η σήραγγα αυτή
συνδέεται με την βόρεια προσπέλαση, που είναι ύψους 7,0 m και πλάτους 9,0 m. Το συνολικό μήκος
των σηράγγων από το βόρειο μέχρι το νότιο μέτωπο ανέρχεται σε 1,5 km.
Το κέντρο διοίκησης NORAD έχει εκσυγχρονισθεί κατά καιρούς. Ο αρχικός του εξοπλισμός θύμιζε Το
Κέντρο Ελέγχου Αποστολής (Mission Control) του Προγράμματος Απόλλων της NASA (τέλη δεκαετίας
1960, τεχνολογία Philco-Ford ). Από το 2005 διαθέτει υπερσύγχρονα ηλεκτρονικά και γιγαντοοθόνες
πολλαπλού περιεχομένου.
Δυο φορές οι υπολογιστές του Όρους Cheyenne έδωσαν εσφαλμένες προειδοποιήσεις για
πιθανή πυρηνική επίθεση. Στις 9 Νοεμβρίου 1979, βλάβη σε μονάδα επικοινωνίας υπολογιστών
είχε ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται σποραδικά μηνύματα συναγερμού επερχόμενης πυρηνικής
επίθεσης στα κέντρα διοίκησης της Αμερικανικής Αεροπορίας ανά τον κόσμο. Στις 2 Ιουνίου
1980, ένας τεχνικός της κατά την φόρτωση δοκιμαστικής ταινίας στον υπολογιστή δεν έθεσε,
όπως όφειλε, το σύστημα σε "κατάσταση παράκαμψης (bypass), με αποτέλεσμα να αποσταλούν
εσφαλμένες σήματα συναγερμού προς δύο "υπόγεια καταφύγια συνέχισης της διακυβέρνησης"
(continuity of government) αλλά και σε κέντρα διοικήσεως ανά τον κόσμο. Και στις δύο
περιπτώσεις η Αεροπορική Διοίκηση Ειρηνικού (PACAF) απογείωσε βομβαρδιστικά φορτωμένα
με πυρηνικά.
Η υπεύθυνη Στρατηγική Αεροπορική Διοίκηση (Strategic Air Command, SAC) δέχθηκε κριτικές
στις περιπτώσεις αυτές επειδή δεν τήρησε τις προβλεπόμενες διαδικασίες και δεν ενημέρωσε
άμεσα την Γενική Διοίκηση, δοθέντος ότι τα σήματα που λάμβαναν κανονικά οι σταθμοί της δεν
έδειχναν τίποτε σχετικό με επικείμενη επίθεση!
Η Βόρεια Είσοδος (North Portal) των υπογείων εγκαταστάσεων
Η Βόρεια Είσοδος (North Portal) των υπογείων εγκαταστάσεων
Η Νότια Είσοδος (South Portal) των υπογείων εγκαταστάσεων
Δύο διαδοχικές αντιεκρηκτικές πόρτες βάρους 25 ton απομονώνουν τις υπόγειες εγκαταστάσεις
από την σήραγγα προσπέλασης. Η διαμήκης σήραγγα συνεισφέρει σημαντικά στην εκτόνωση
του ωστικού κύματος.
Αίθουσα επιχειρήσεων στο όρος Τσαγιέν
τα μέσα της δεκαετίας του 1960
Το κέντρο ελέγχου εκσυγχρονίσθηκε πλήρως
την περίοδο 2003-2004.
Τα εφεδρικά ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη του συγκροτήματος
Αντιδονητική έδραση υπογείου κτιρίου

You might also like